Η «Αγία Μάντρα τ’ Αλμυρού»

Η «Αγία Μάντρα τ’ Αλμυρού»

«Να ζήση το σπαθί μου
Το φλογερό …λί μου!»
Πολεμική ιαχή των Μανιατών
 
«το λένε μέχρι και τα σήμερα οι γερόντοι, πως μετά που ο Θεός τέλεψε και κάθισε να χαζεύει τα έργα του, πήγε να μπει στη Μάνη μέσα και κει παραπάτησε, πάνω στο βουνό Καλάθι, σκόνταψε πάνω στους βράχους, έσπασε τα ποδάρια του, κι έμειναν από τη μια μεριά οι δαχτυλιές του, πάνω στο βουνό που στήριξε τη χερούκλα του, και από την άλλη μεριά ένα μεγάλο πάτημα, από το αφρύδι της Σέλιτσας πάνω μέχρι τη Βέργα κάτω στη θάλασσα, «το πάτημα του θεού» που λένε, η «πόρτα της Μάνης».
 
Η «πόρτα της Μάνης»
Δεξιά του εισπλέοντος, τον Μεσσηνιακό κόλπο, τυχοδιώκτη, λαθρεμπόρου ή πειρατή, δεσπόζουν τα γαλαζωπά βουνά της Έξω Μάνης1 με τις πολλές «μαγόνες» στις άκρες. Αυτές δηλαδή τις σχισμές, μέσα στους βράχους, που κατεβαίνουν κάθετες προς τη θάλασσα φτιάχνοντας ξαφνικά εκείνους τους έρημους ορμίσκους, μέσα στους οποίους κρυβόντουσαν οι Μανιάτες με τις «κλεφτρώναις» ή τα «μύστικα» και «περάματα» λεγόμενα πειρατικά σκαριά τους, στήνοντας «καρτέρια» για πειρατείες, ρεσάλτα, «πρέζες» και πλιάτσικα σε όσα καράβια τυχαίνανε να μπουν στα νερά τους. Μετά είναι το «κεφάλι της Καλαμάτας», το «Κάβο- Κούρτσα» που γράφουν οι χάρτες, ύστερα έρχεται ο πειρατικός «λιμιώνας» των Κιτριών και μετά είναι το «πάτημα του θεού» που λεν οι Μανιάτες, «η πόρτα της Μάνης».
Εκεί, στηv «πόρτα της Μάνης», φαίνεται καθαρά μέχρι τα σήμερα, που ο τόπος μαγαρίστηκε από το μπετό, μια κοντή πέτρινη μάντρα όλο πολεμότρουπες, που είχανε πρόχειρα φτιάξει οι Μανιάτες, να οχυρωθούνε να πολεμήσουνε τον Ιμπραήμ να τον μποδίσουνε να μπει στη Μάνη μέσα.
Είναι η Βέργα τ’ Αλμυρού 2, που αχνοφαίνεται ακόμα αναμεσίς στο βουνό και τη θάλασσα. Εκεί που οι θεοί απλώσανε τα δάχτυλά τους και μισοφτιάξανε, το βουνό με τα χίλια χρώματα, το Καλάθι, που μένει ακόμα με τα χαράγματα των θεών του Ταΰγετου πάνω του.
 
H λέξη βέργα, είναι εκ του λατινικού Virga και ιταλικού νerga, σημαίνει ράβδο μακριά και ευλύγιστη χωρίς κλώνους και φύλλα. Σύμφωνα με την άποψη του Δ Βαγιακάκου, μεταφορικά δηλώνει τοίχο με πολεμίστρες πίσω από τον οποίο μάχονται πολεμιστές, δηλαδή προμαχώνα.
 
Η βέργα
«Στη Βέργα, πέφτει απότομα το βουνό, κι’ αφήνει μία δίοδο, ίσαμε 800 μ. ως τη θάλασσα, την Πύλη της Μάνης, από τα βορειοδυτικά, λίγο δώθε από την Καλαμάτα. Κι είναι τούτο το βουνό ο βραχίονας του Ταϋγέτου, ο Μπουρολίβας, γνωστός σήμερα με το δανεικό όνομα Καλάθι, παρμένο από την κάτωθέ του κοντινή βουνοσειρά, που καταλήγει πάνω από τις Κιτριές. Και μ’ αυτόν τον βραχίονά του ο Ταΰγετος, αυτό τ’ “αρσενικό” βουνό, καθώς τον έχει τεντωμένο σε έκταση 30 χιλιομέτρων από τη ραχοκοκαλιά κι από την αμασκάλη ίσαμε τη Βέργα, κι έχει ύψος ως τα 1500 μέτρα, αγκαλιάζει ζηλότυπα σαν ερωμένη του τη Μάνη, και την κλείνει μέσα του σαν μια μεγάλη αμπάρα3».
Εδώ στην πόρτα της Μάνης, βρίσκεται η «Άγια Μάντρα» τ’ Αλμυρού, που άντεξε τα χτυπήματα του Ιμπραήμ και χώρεσε την ψυχή ολάκερου του γένους στις δύσκολες ώρες, που η Επανάσταση κινδύνευε, όταν ο Αιγύπτιος με Τούρκους και αραπάδες πήγε να μπει στη Μάνη μέσα. Μια μάντρα μικρή που αρχίζει από την παραλία του Αλμυρού και ανεβαίνει πάνω στους βράχους στα υψώματα του Ταϋγέτου.
Μια μάντρα απλή, ίδια με κείνες που φτιάχνανε οι Μανιάτες για φράχτες, γιατί «τα χτήματα που φράσσουν με ξερολιθιά οι Μανιάτες, συνήθως έχουν κυκλικό περιτείχισμα, γι’ αυτό λέγονται γυρίσματα. Κάποτε από τη φύση του χώρου, ο τοίχος για αρκετό διάστημα είναι ίσιος. Μια τέτοια βέργα από ξερολιθιά είχε χτισθεί στο Αρμυρό. Κατά τη διάρκεια δε της Επαναστάσεως ενισχύθηκε η αμυντική δύναμη της θέσεως. Μετά την απελευθέρωση οι Καπετανάκηδες ζήτησαν αποζημίωση για το χτίσιμο της Βέργας, γιατί φαίνεται πως είχαν πληρώσει από δικά τους χρήματα τα έξοδα του χτισίματος4».
 
Η μάχη
«Οι γι άδρες όλοι ελείπασι
τ’ ήτα στη Βέργα τ’ Αρμυρού,
όπου Τρωάδα ο πόλεμος
επάαινε μερόνυχτα».
 
Ιστόρηση Πέτρου Κουτήφαρη έτους 1880
«…αποφασίσαντες τους μεν γέροντας μετά των γυναικών και παιδίων απέστειλαν εις τας υπωρείας του γηραιού Ταϋγέτου… οι δε δυνάμενοι φέρειν όπλα συνηθροίσθησαν άπαντες εις Αλμυρόν, ίνα παρασκευάσωσι τα της αμύνης. Ενταύθα παρά το Αλμυρόν υπήρχε τείχος εξ αργών λίθων ωκοδομημένον. Το τείχος τούτο από της θαλάσσης αρχόμενον κατατείνει παρακολουθούν την δεξιάν όχθην μικρού χειμάρρου μέχρι της κορυφής πετρώδους τινός υψώματος, όπερ καλείται Καστράκη, και το οποίον υπέρκειται της προς χωρίον Σελίτζης αγούσης οδού. Εις το τείχος τούτο, όπερ νυν είναι γνωστόν υπό το όνομα Βέργα του Αλμυρού, οχυρωθέντες οι Μανιάται ανέμενον θαρραλέοι τον εχθρόν. Μετ’ ολίγας ημέρας ο Ιμβραήμης πανστρατιά εκ των Μεσσηνιακών φρουρίων εξορμήσας προήλασε μέχρι Καλαμών, ένθα και εστρατοπέδευσεν…. και τη 1 Ιουνίου …ο εχθρικός στρατός εκ Καλαμών εκκινήσας προυχώρησεν υπό τους ήχους των τυμπάνων κατά του Αλμυρού και έστι εις απόστασιν ενός περίπου χιλιομέτρου από του τείχους. Εκεί οι ιππείς, ους ατιλίδες εκάλουν οι τότε, και οι τακτικοί πεζοί ανέκοψαν, της ανωμαλίας του εδάφους επιπροσθούσης και διακωλυούσης τους στρατιωτικούς αυτών ελιγμούς, οι δε άτακτοι Αλβανοί και Κρήτες ωσεί πεντακισχίλιοι τον αριθμόν όρμησαν επί το τείχος τροχάδην και αλαλάζοντες. Οι Μανιάται περί τους χιλίους και πεντακοσίους αριθμούμενοι, όπισθεν του τείχους ταχθέντες, περιέμενον… όταν δε οι εχθροί έφθασαν εις απόστασιν βολής τουφεκίου εις εν σημείον των αρχηγών πυκνός και επιτυχής πυροβολισμός ανεχαίτησε την ορμήν των πολλούς εξ αυτών εις τα ζοφερά του Πλούτωνος βασίλεια αποστείλας. Τότε το πυρ εξερράγη καθ’ όλην την έκτασιν του τείχους και η μάχη κατέστη γενική, πεισματωδώς εκατέρωθεν διεξαγομένη. Οι Τούρκοι όπισθεν των δένδρων και των βράχων προφυλασσόμενοι προσήγγιζον βαθμηδόν και κατ’ ολίγον εις το τείχος… εννεάκις οι πολέμιοι επειράθησαν να διασπάσωσι την γραμμήν των Μανιατών και υπερβάλωσι το τείχος και εννεάκις απεκρούσθησαν πολλάς υποστάντες ζημίας και προς τας προτέρας αυτών θέσεις απωθούμενοι, διότι οι ζωηρότεροι των Μανιατών οσάκις έβλεπον αυτούς υποχωρούντας εξεπήδων του τείχους και τους κατεδίωκον πυροβολούντες κατ’ αυτών… αλλά καθ’ όσον η ημέρα προυχώρει η θέσις των αμυνομένων καθίστατο από στιγμής εις στιγμήν δυσχερεστέρα, διότι επόνει αυτούς η έλλειψις πολεμοφοδίων και προ παντός η του ύδατος, του μέρους εντελώς ανύδρου όντος. Τότε ανδρείος τις και εμπειροπόλεμος ανήρ από το χωρίον Σκιφιάνικα συνέλαβεν ηρωικήν απόφασιν να δώση αυτός πέρας εις την μάχην. Ατυχώς δεν δύναμαι να γνωρίσω υμίν το όνομά του, διότι ούτε η ιστορία ούτε η παράδοσις διέσωσαν αυτό. Οπόσοι άραγε άλλοι εφάμιλλοι ή και υπέρτεροι τούτου ήρωες της μεγάλης του γένους ημών επαναστάσεως δεν εκρίθησαν άξιοι ουδ’ απλής μνείας από τους τα κατ’ αυτήν ιστορήσαντας;… Ο Σκιφιανίτης λοιπόν ούτος μετά είκοσι συντρόφων του κατέλειπε το τείχος εκ της προς ανατολάς άκρας αυτού και αδιόρατος όπισθεν των βράχων έρπων κατόρθωσε να υπερφαλαγγίση τους εχθρούς και να καταλάβη τα νώτα των. Εκείθεν ήρξατο πυκνού και ευστόχου πυρός κατά των εχθρών, οίτινες μεγάλως εκ της αδοκήτου ταύτης προσβολής ταραχθέντες και φόβω συσχεθέντες ετράπησαν εις φυγήν. Τούτο ήρκεσε να ενσπείρη τον θόρυβον και την ταραχήν καθ’ απάσαν την γραμμήν των Αιγυπτίων, οι δε αμυνόμενοι συνορώντες αυτούς εν αταξία, κλονουμένους και οπισθοχωρούντας εξεπήδησαν άπαντες ως εκ συνθήματος έξωθεν του τείχους και ορμητικοί και ακάθεκτοι επέδραμον κατά των πολεμίων. Τότε η εν αταξία και αποσυνθέσει των τάξεων τροπή του εχθρού κατέστη πλήρης και γενική. Ιππείς, τακτικοί και άτακτοι στρατιώται, ουδεμίαν δίδοντες προσοχήν εις τας παρακελεύσεις των αξιωματικών, οίτινες ξιφήρεις και απειλητικοί κατεγίνοντο να σταματήσωσι την άτακτον φυγήν των στρατιωτών, έφυγαν προτροπάδην. Οι Μανιάτες κατεδίωξαν αυτούς 5, ούτω φεύγοντας, μέχρι αποστάσεως ημισείας ώρας, επανήλθον εις τα ίδια υπό των αρχηγών ανακληθέντες. Ο δε Ιμβραήμης, επειδή ο ήλιος έκλινε προς την δύσιν του, κατηυλίσθη παρά την θέσιν “Αγία Σιών ” μεταξύ Καλαμών και Αλμυρού κειμένην ένθα διανυκτέρευσεν. Εις την μάχην ταύτην αρχηγοί ήσαν ο Αναστάσιος Μαυρομιχάλης και ο εξάδελφος αυτού Ηλίας Κατσάκος, οι Καπετανάκαι, ο Γαλάνης Κουμουνδουράκης, πατήρ του νυν των κοινών προκαθημένου Αλεξάνδρου Κουμουνδούρου, οι Χρησταίοι, ο Κυβέλος και αι Δοράκαι.
Έπεσαν δε κατά τον αγώνα εκ μεν των Τούρκων εκατόν ογδοήκοντα περίπου, εκ δε των ημετέρων τέσσαρες. Την επαύριον λίαν πρωί οι πολέμιοι ταχθέντες εν γραμμή ως εις μάχην εχώρουν αύθις επί το τείχος νέαν απειλούντες κατ’ αυτού επίθεσιν. Δεν είχον όμως φθάσει εις απόστασιν βολής πυροβόλου ότε πυκνός και παρατεταμένος ηκούσθη πυροβολισμός ημίσειαν περίπου ώραν εκείθεν του τείχους προς την Μάνην, ούτος προήρχετο εκ Μανιατών εξακοσίων περίπου, οίτινες, προς βοήθειαν των εν Αλμυρώ αγωνιζομένων αδελφών των κατεσπευσμένως ερχόμενοι ανήγγειλον κατ’ έθος την προσέγγισιν αυτών δια γενικού πυροβολισμού. Ο εχθρός άμα ιδών την επικουρίαν ταύτην φόβω και αθυμία συσχεθείς έκρινε καλόν να υποχωρήση και επανακάμψη εις το εαυτού στρατόπεδον. Οι Μανιάται όμως …αφήκαν το τείχος και εγγύς τω των Αιγυπτίων στρατοπέδω παραγενόμενοι προσεκάλουν αυτούς εις μάχην, ούτοι όμως ήσυχοι δι’ όλης της νυκτός έμειναν. Περί δυσμάς Ηλίου οι Μανιάται επανήλθον εις τα ίδια και εκεί συσκεφθέντες απεφάσισαν ίνα την ερχομένην νύκτα επιπέσωσιν αίφνης και εκ διαφόρων μερών εις το εχθρικόν στρατόπεδον και καταστρέψωσι… αλλ’ ο εχθρός είτε πληροφορηθείς είτε υποπτευθείς τούτο μετέστησε την εσπέραν της αυτής ημέρας το στρατόπεδόν του εις Καλάμας και συνεπώς το σχέδιον των Μανιατών εματαιώθη…».

Η μνήμη
Η μάχη της Βέργας έγινε στη Μάνη θέμα ποιήσεως (μοιρολογιών) και παραβάλλεται με το πόλεμο της Τροίας.
«Οι γι άδρες όλοι ελείπασι
τ’ ήτα στη Βέργα τ’ Αρμυρού,
όπου Τρωάδα ο πόλεμος
επάαινε μερόνυχτα».
 
και διατηρήθηκε μεταγενέστερα η επιγραμματική έκφραση:
 
«Εγώ είμαι η Βέργα τ’ Αρμυρού
κι’ όσα με βρούσι τα μπορού».
 
Τη μάχη περιγράφει και δημώδες άσμα, το οποίο διασώθηκε από το Δουκάκη:
«Ο Μπραήμ πασσάς με το θυμό
ήλθε να πάρη τ’ αλμυρό.
Μας σαν ήλθε στο ταμπούρη
Του χαλάσαμε τη μούρη
Έξω πήδησε σαν δράκος
Ο Μαυρομιχάλης κ’ ο Κατσάκος
ούτου για ούτου βρε παιδιά 6
να τους φάμε τα σκυλιά
Πάσι 7 κατά την Καλαμάτα
Τα κακά τους τα μαντάτα
Πάλι εύρηκε ένα πιάνο 8
Πως ν’ έλθη καταπάνω
Σύναξε όλους τους σολτάδες 9
Εύρηκε ως δέκα χιλιάδες
Τέσσαρα γιουρούσια (επιθέσεις) κάνει
Μ’ είδε ο σκύλος πως τη χάνει (μάχην)
Τους μπαρκάρει στα καράβια
Τα κακά τους τα χαμπάρια
Μαν σαν κίνησαν τα καράβια
Βαρούσι κανονιές μπάλες σμυριδάλια,
Και πάει μια κανονιά
Του αρχηγού μας την πόρτα χαλά
Μα πήγασι και τους βγάλασι
Στο Δηρό στη Πλιάτσα στη Χαργιά
Εκεί ίδηες και πάθασι μεγάλη συμφορά
Μια γυναίκα από την αντάρα
Έστεκε και τους ετήρα
Και φωνάζει η καϋμένη
Ότι οι Τούρκοι είνε χαμένοι,
Τούρκοι τι θέλετε εδώ
Πήγανε όλοι σταλμυρό
Τούρκοι Τούρκοι δεν εντρέπεσθε,
Με γυναίκες να μαλώσετε
Τις ποδιές των ανασκούμποσαν,
Και στριγγυλές πέτρες ταις γιομόσαν΄
Κι’ αρπάζουσι τα δραπάνια
Και θερίζωσι κεφάλια».
 
Επίλογος
 
Ποιητική παράσταση του αρχιτέκτονα Δ. Βασιλειάδη (1979).
«… Ο Μπραΐμης με σύννεφο τις ακρίδες του σκοτείνιαζε το Μοριά, ο κόσμος μούδιαζε, μαζευότανε, δίπλωνε. Αλλά οι Μανιάτες δε μουδιάζανε, συναχτήκανε μια χούφτα όμως όλοι κι όλοι, μετρήθηκαν. Τι να κάνουνε; Ό,τι κάνανε πάντα οι ‘Έλληνες. Πρώτα απ’ όλα να πολεμήσουνε, κι’ ύστερα βλέπουμε πώς, σε μέρος στενεμένο, στενό που να ισοφαρίζει το μικρό τους αριθμό και να χωράει το παράλογο το θάρρος τους. Διαλέχτηκε ο τόπος, μπροστά κεφαλάδες οι Μαυρομιχαλαίοι και άλλοι, ίσα στον Αλμυρό, εκεί θα λέγανε για μια ακόμα φορά είμαστε λιγότεροι, για αυτό θα σας νικήσουμε. Τόπος απότομος, κατρακυλιστός στενός, μερικές κατοσταριές μέτρα, κι ο άλλος απάτητος, στη ρίζα της αποσκιαδερής Μάνης. Αντίκρυ στην Καλαμάτα, δεξιά ο Ταΰγετος, αριστερά η θάλασσα, ο μεσσηνιακός κόρφος.
Φτάσανε τρέχοντας, βάλανε μπροστά τους, ανάμεσα τους και στον εχθρό ένα στενό αυλάκι, ένα κακοτράχαλο χείμαρρο, το «Σίβαλτο» και πίσω του σηκώσανε σε μέρες, το οχυρό τους, το μετερίζι τους. Μια μάντρα στο ύψος του ανθρώπου, τη «Βέργα» πάχος ντουβαριού ογδόντα πόντοι, κι ο τοίχος τρυπητήρι από τις πολεμίστρες, τις «πολεμότρουπες», σηκώσανε τη σκαντάλη και περιμένανε. Πού καιρός, πού παράς για παραπάνω, τα υπόλοιπα θα τα λέγανε τα κορμιά. Οι Μανιάτες δεν τα τσιγκουνευτήκανε ποτές. Για την τιμή και το φιλότιμο τα θυσιάζανε κι αναμεταξύ τους, για ψύλλου πήδημα. Ήρθε ο μπουνταλάς κι έφαγε τα μούτρα του, τάσπασε.
Πασίγνωστη η μάχη του Αλμυρού. Μπορεί να μην είναι φημισμένη σαν τις Θερμοπύλες, όμως όλα τα ίδια, τα κατακαΐδια καμώματα. Η ίδια κορυφή, το ίδιο απόλυτο, διαφορετικά μονάχα η φήμη, πότε ισάξια πράγματα πληρώθηκαν στην ίδια τιμή; Και μια ακόμα διαφορά, ότι δεν πέρασαν.
Και μάθε, κυρ αναγνώστη, για να μην μπερδευτείς. Δεν είμαι Μανιάτης. Όμως ποιος δεν αγάπησε έναν ξεροκέφαλο λαό;
…Μα και μάστορας αν δεν είσαι του λόγου σου πάλι θα καταλάβεις με πόση μαστοριά ήταν φτιαγμένη αυτή η άγια μάντρα, ας πούμε το τείχος που στοιχειώσανε οι Μανιάτες στον Αλμυρό. Ο τοίχος δεν χτίστηκε ίσιος ή κάπως ίσιος, τ’ αχνάρι του ήταν ανώμαλο, ακολουθούσε λίγο την πορεία και τη χάραξη του αυλακιού, του χειμάρρου που σου είπαμε παραπάνω. Έτσι με πολεμίστρες λοξές, που κοιτούσανε ζερβά, δεξιά, απάνω, κάτω, ελέγχανε τα πάντα με σταυροντουφεκίδι – διάβαζε διασταυρούμενα πυρά αν είσαι πολυδιαβασμένος – έτσι που δεν περνούσε ούτε κουνούπι, όπως και δεν πέρασε.
 
ΟΝΟΜΑΤΑ ΜΑΧΗΤΩΝ
Δεν έχουν διασωθεί ονόματα απλών μαχητών της μάχης της Βέργας. Ελάχιστα στοιχεία υπάρχουν, κυρίως από πιστοποιητικά αγωνιστών, με ονόματα που διάσπαρτα ανιχνεύονται και όσα βρήκα, ψάχνοντας, μνημονεύω:
1.  Βενετσάνος Παναγιώτου Πατριαρχέας «…ηγωνίσθη επικεφαλής πολλών στρατιωτών εις τας κατά του Ιμπραήμ μάχας γενομένας εις …και Βέργαν, Αλμυρόν»
2. Αντώνιος Πιέρου Πατριαρχέας «με στρατιώτας υπέρ τους διακοσίους ήτο υπό την οδηγίαν μου εις πολλούς πολέμους, εις …και εις Βέργαν του Αλμυρού…»
3. Ιωάννης Πιέρου Πατριαρχέας «διακινδυνεύσας και αυτήν την ζωήν του εις πολλάς κατά Δράμαλη, εις τα Μεσσηνιακά φρούρια πριν και μετά την έλευσιν του Ιμπραήμ… μάχας εις Αλμυρόν…»
4. Κωνσταντίνος Πιέρου Πατριαρχέας «μετά του πατρός του Πιέρου Πατριαρχέα… εις διαφόρους μάχας …ιδίως εις την της Βέργας, Αλμυρού…»
5. Πιέρος Πατριαρχέας
6. Παναγιώτης Π. Δημητρέας Τρουπάκης «επολέμησε εις Μεσσηνιακά φρούρια και Αλμυρόν…»
7. Κωνσταντίνος Π. Δημητρέας Τρουπάκης
8.  Νικόλαος Τζανετέας Τρουπάκης
9. Αντώνιος Μιχαήλ Τρουπάκης
10.  Διονύσιος Τρουπάκης Μούρτζινος
11. Γαλάνης Κουμουνδουράκης
12. Γιάννης Μαυρομιχάλης
13. Ηλίας Κατσάκος Μαυρομιχάλης
14. Σταυριανός Καπετανάκης
15. Στρατήγης Ναθαναήλ
16. Σπύρος Ανδρικόπουλος «από την Δίβρην της Ηλείας άγων 25 στρατιώτας»
17. Ένας Σκιφιανίτης με 20 περίπου συντρόφους του.
 
 
 
 
1  «Έξω Μάνη» ονομάζεται  η δυτική πλευρά, που λέγεται και «αποσκιερή ή αποσκιαδερή» και περιλαμβάνει τηn περιοχή από τις Κιτριές και τ’ Αρμυρό μέχρι το Οίτυλο και την Αρεόπολη.
 
2 Ονομάζεται το Αρμυρό – Αλμυρό ή Αρμυρός – Αλμυρός.
 
3 Περιγραφή του Ηλία Χ. Χαϊδεμένου.
 4  Αναφορά του Ανάργυρου Γ. Κουτσιλιέρη.
 
5 Μερικοί ανιστόρητοι επιχειρούν να συνδέσουν το έθιμο των «σαϊτοφόρων», που γίνεται τις ημέρες του Πάσχα στηn Καλαμάτα και γύρω περιοχή, με τη μάχη της Βέργας. Ισχυρίζονται ότι οι σαΐτες (κύλινδροι από χαρτόνι που τους γεμίζουν μπαρούτι και φλογισμένους κρατάνε οι σαϊτοφόροι), χρησιμοποιήθηκαν δήθεν για την απόκρουση του Ιμπραήμ. Τέτοιο γεγονός δεν καταγράφεται ιστορικά και δεν υπάρχει ούτε προφορική μνήμη. Είναι συνεπώς η εν λόγω άποψη παντελώς αυθαίρετη. Σε μελέτη μου για τα «μπαρουτάδικα» του Αγώνα, εξέφρασα κάποτε την άποψη ότι οι σαΐτες ήταν εργαλείο για τους «δοκιμαστές» της μπαρούτης στα μπαρουτάδικα του Αγώνα, άποψη όμως που δεν μπόρεσα να θεμελιώσω ιστορικά, δεδομένου μάλιστα ότι το έθιμο δεν απαντάται στα χωριά που παραδοσιακά κατασκευάζανε μπαρούτη, δηλαδή στη Δημητσάνα στη Μεσσηνία και στη Στροντζά (Προσήλιο) της Μάνης. Το έθιμο απαντάται αποκλειστικά στη γύρω από την Καλαμάτα περιοχή και την περιοχή του Νησιού, και στην περιοχή της Πάτρας με τις «χαλκούνες», όπου οι σαΐτες είναι από μεταλλικούς κυλίνδρους.
 
6  εμπρός
7  Πηγαίνουσι
 8 σκέψη
  9 στρατιώτες
 
-Σημείωση: Τα κείμενο αποτελεί προδημοσίευση από το υπό έκδοση ιστορικό σχεδίασμα του συγγραφέα με τίτλο: «Η Άγια Μάντρα τ’ Αλμυρού»

Του Δημητρίου Ν Ζέρβα, δικηγόρου