Άνοιξαν τις τρύπες στα πεζοδρόμια και τα παράτησαν

Άνοιξαν τις τρύπες στα πεζοδρόμια και τα παράτησαν

Ότι στο Δήμο Καλαμάτας έχουν πάρει φόρα και φυτεύουν δέντρα όπου βρουν είναι γνωστό. Αυτό, βέβαια, δεν είναι κακό, αφού στην πόλη χρειάζεται το πράσινο.
Το ζήτημα είναι, όμως, σε ποια σημεία γίνεται, με τι σχεδιασμό και αν, τελικά, θα μπορέσει να συντηρηθεί το πράσινο, αφού η Δημοτική Αρχή εδώ και χρόνια μιλά για έλλειψη προσωπικού στο Τμήμα Πρασίνου.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα του «δέντρα να φυτέψουμε και βλέπουμε μετά» είναι αυτό που γίνεται εδώ και αρκετές μέρες γύρω από το Δικαστικό Μέγαρο Καλαμάτας. Συνεργείο, λοιπόν, έσπασε τα πεζοδρόμια, θεωρητικά για να βάλει δέντρα, αλλά μετά εξαφανίστηκε.
Αποτέλεσμα; Τα πεζοδρόμια έχουν μετατραπεί σε παγίδες για τους εκατοντάδες περαστικούς, αφού είτε υπάρχουν σπασμένα μπάζα στα σημεία που είναι να μπουν δέντρα είτε έχουν φύγει τα μπάζα και έχουν δημιουργηθεί τρύπες. Έτσι, ανά πάσα στιγμή ένας πεζός μπορεί να τραυματιστεί, διότι κανείς δε σκέφτηκε να βάλει τέσσερα σίδερα και μια προειδοποιητική κορδέλα ότι υπάρχει τρύπα.
Ας ελπίσουμε ότι οι ειδικοί έχουν φροντίσει να μπουν τα κατάλληλα δέντρα στο σημείο κι όχι, για παράδειγμα, πλατάνια, τα οποία έχουν σηκώσει εδώ και καιρό τις πλάκες του πεζοδρομίου της Αριστομένους. Επίσης, ότι έχουν σκεφτεί τι θα κάνουν με τη βόρεια πλευρά του Δικαστικού Μεγάρου. Εκεί ήδη υπάρχουν φυτά περιμετρικά του κτηρίου και με την προσθήκη των δέντρων το πεζοδρόμιο θα γίνει αδιάβατο.

Το φυτά που υπάρχουν στο παρτέρι έχουν γείρει προς το πεζοδρόμιο. Αν μπουν και τα δέντρα, μιλάμε για τον απόλυτο αποκλεισμό των πεζών. Εκτός εάν αποφασιστεί να γίνει καλλωπισμός ή αφαίρεση των ήδη υπαρχόντων φυτών

Πλέγματα οπλισμού που υπήρχαν στο πεζοδρόμιο μετά το σπάσιμό του ήρθαν στην επιφάνεια και είναι επικίνδυνα για τους πεζούς

Υπάρχουν, όμως, και οι τρύπες, απ’ όπου απλά τα μπάζα εξέχουν

Ίσως οι χειρότερες… καθώς έχουν φύγει τα μπάζα και έτσι κάποιος εύκολα μπορεί να πέσει μέσα

Η εικόνα που κυριαρχεί (πριν από το Πάσχα) απέναντι από το Δικαστικό Μέγαρο

Του Παναγιώτη Μπαμπαρούτση