Η ΑΓΡΟΒΙΜ ΑΕ για το μέλλον του ελαιολάδου και της ελιάς: Το… στοίχημα θέλει σχέδιο, κίνητρα και εκσυγχρονισμό

Η ΑΓΡΟΒΙΜ ΑΕ για το μέλλον του ελαιολάδου και της ελιάς: Το… στοίχημα θέλει σχέδιο,  κίνητρα και εκσυγχρονισμό

Η ΑΓΡΟΒΙΜ ΑΕ αποτελεί μία από τις σημαντικότερες ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις επώνυμων τυποποιημένων προϊόντων ελαιολάδου και επιτραπέζιων ελιών, με ιδιαίτερη έμφαση στα προϊόντα ΠΟΠ, ΠΓΕ και βιολογικά, τα οποία διατίθενται σε πλήθος καινοτόμων συσκευασιών σε 50 χώρες παγκοσμίως, τοποθετημένα σε περίοπτες θέσεις στα ράφια μεγάλων αλυσίδων του εξωτερικού.

Η εταιρεία, δραστηριοποιούμενη σε ένα ιδιαίτερα ανταγωνιστικό περιβάλλον και παρά την απουσία εθνικής στρατηγικής σχετικά με την ανάπτυξη και προώθηση στο εξωτερικό των ελληνικών brands, έχει κατορθώσει να κατακτήσει μερίδια σε σημαντικές αγορές του εξωτερικού, μέσω της αυτόνομης ανάπτυξης κυρίως των Brands Iliada, Erato, Olvion. 

Η έγκυρη ενημερωτική ιστοσελίδα για θέματα ελιάς και ελαιόλαδου olivenews.gr, σε έρευνά της για την πορεία του… εθνικού μας προϊόντος, ζήτησε τη γνώμη της καλαματιανής εταιρείας, η οποία εκφράστηκε μέσω της Τζένης Γυφτέα, V/P & CEO AGROVIM SA. 

Ας δούμε κάποιες από τις απόψεις που εξέφρασε:

“Ο κλάδος του ελαιολάδου – επιτραπέζιων ελιών τα τελευταία χρόνια αντιμετωπίζει πολλαπλές προκλήσεις, οι οποίες σχετίζονται με τις αυξημένες απαιτήσεις από συγκεκριμένες αγορές, τη μείωση των τιμών παραγωγού (συνεπικουρούμενη από αθέμιτες πρακτικές για τη διατήρηση των χαμηλών τιμών) και τον έντονο ανταγωνισμό που επικρατεί μεταξύ των τυποποιητικών μονάδων, ως συνέπεια της συστηματικής πίεσης που ασκείται από τις ευρωπαϊκές αλυσίδες σούπερ μάρκετ για διαρκείς μειώσεις τιμών.

Η Ιταλία και η Ισπανία ως κυρίαρχοι παίκτες στην παγκόσμια αγορά ελαιολάδου / επιτραπέζιων ελιών εντείνουν περαιτέρω τον ανταγωνισμό και περιορίζουν τις δυνατότητες των ελληνικών επιχειρήσεων να διεισδύσουν σε νέες αγορές και να αυξήσουν τις πωλήσεις στις κατηγορίες των επώνυμων προϊόντων.

Ταυτόχρονα, η επίδραση της πανδημίας COVID-19 στην παγκόσμια οικονομία και κατανάλωση δημιουργεί κλίμα αβεβαιότητας αναφορικά με τη δυνατότητα των ελληνικών επιχειρήσεων να διατηρήσουν αμετάβλητη τη λειτουργία των παραγωγικών μονάδων και απρόσκοπτη την τροφοδοσία των εφοδιαστικών αλυσίδων.

Σε ένα περιβάλλον παγκόσμιας οικονομικής αβεβαιότητας, η εξασφάλιση της πρόσβασης των ελληνικών εξαγωγικών επιχειρήσεων στα απαιτούμενα χρηματοδοτικά κεφάλαια τα οποία θα διατεθούν για την τεχνολογική αναβάθμιση των παραγωγικών μονάδων, τον ψηφιακό μετασχηματισμό και τη χρηματοδότηση των προωθητικών ενεργειών διείσδυσης των επώνυμων προϊόντων στο εξωτερικό, αποτελεί βασική προϋπόθεση για την επιβίωσή τους και τη διαχείριση των έντονων προκλήσεων που αντιμετωπίζουν.

Από την πλευρά μας, ως μία από τις ελάχιστες ελληνικές εξαγωγικές εταιρείες ελαιολάδου / επιτραπέζιων ελιών, με σαφή στρατηγικό προσανατολισμό για πάνω από 20 έτη προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης και προώθησης επώνυμων ελληνικών προϊόντων, θεωρούμε ότι η μακροχρόνια επιβίωση και εξέλιξη του κλάδου θα επέλθουν με την συνδρομή των παρακάτω ενεργειών:

–Χάραξη και υλοποίηση μιας άνευ διακρίσεων εθνικής στρατηγικής προώθησης των ελληνικών ελαιολάδων / επιτραπέζιων ελιών

–Θεσμική θωράκιση και στρατηγική προώθηση όλων των προϊόντων ΠΟΠ, ΠΓΕ και βιολογικών τα οποία αποτελούν παράγοντα δημιουργίας σημαντικής προστιθέμενής αξίας για όλα τα συμβαλλόμενα μέρη, από τον παραγωγό μέχρι και τον εξαγωγέα

–Παροχή σημαντικών κινήτρων για τον εκσυγχρονισμό ή και τη συγχώνευση των παραγωγικών μονάδων, δεδομένου ότι ο κλάδος είναι σε μεγάλο βαθμό κατακερματισμένος, με περιορισμένη δυναμική από πλευράς των μεμονωμένων τυποποιητικών μονάδων

–Επιδότηση του κόστους συμμετοχής σε δράσεις προβολής και προώθησης, όπως διεθνείς εκθέσεις, επιχειρηματικές αποστολές και άλλες προωθητικές ενέργειες, όπως συμβαίνει και σε άλλες μεσογειακές χώρες

–Συνεχής εκπαίδευση, για να προσαρμοστούμε στις νέες απαιτήσεις των ξένων αγορών, από τον παραγωγό, στον ελαιοτριβέα και τον τυποποιητή. Πρέπει να μάθουμε πάλι να παράγουμε, υψηλής ποιότητάς ελαιόλαδο σε ποσότητες, καθώς αυτό είναι το μεγαλύτερο και αποκλειστικό πλεονέκτημά μας: η ποιότητα. Και σε αυτή πρέπει να επενδύσουμε 

–Άμεση λήψη μέτρων και χορήγηση περισσότερων κονδυλίων για την καταπολέμηση των ασθενειών της ελιάς

–Σύνδεση του τουρισμού και της γαστρονομίας με το ποιοτικό και επώνυμο ελαιόλαδο

–Οι χώρες επενδύουν στο brand name της χώρας τους και αναδεικνύουν τα πλεονεκτήματα της ποιότητας των προϊόντων τους, ώστε να εξασφαλίσουν τη σίγουρη διάθεση και υψηλές τιμές”.