Η συγκλονιστική συλλογή πορτραίτων του ζωγράφου Δημήτρη Ηλιόπουλου φωτισμένα με αχτίδες ελπίδας…

Η συγκλονιστική συλλογή πορτραίτων του ζωγράφου Δημήτρη Ηλιόπουλου φωτισμένα με αχτίδες ελπίδας…

Τέχνη και πραγματικότητα συναντιούνται με τον πλέον συγκλονιστικό τρόπο στους ζωγραφικούς πίνακες που ολοκληρώνει αυτό τον καιρό ο γνωστός Καλαματιανός εικαστικός, Δημήτρης Ηλιόπουλος, και θα εκτεθούν τους επόμενους μήνες στη Μεσσηνία και στη συνέχεια σε διάφορες άλλες πόλεις, όπως Θεσσαλονίκη, Μυτιλήνη, Χίο και Ηράκλειο.

Τα «Όνειρα σε μαύρο φόντο» είναι μια σειρά με περισσότερες από 50 ελαιογραφίες μεγάλου μεγέθους με θέμα τα πρόσωπα και, κυρίως, τα παιδιά του προσφυγικού κύματος που τα τελευταία χρόνια κατακλύζει τη χώρα, με τη Μεσσηνία να ζει κατά καιρούς αυτό το δυσεπίλυτο ζήτημα από κοντά.

Ήταν σε μια τέτοια περίπτωση διάσωσης στα μεσσηνιακά «χωρικά ύδατα» και προσωρινής φιλοξενίας δεκάδων μεταναστών στην Καλαμάτα που ο Δημήτρης Ηλιόπουλος βίωσε άμεσα το δράμα αυτών των ανθρώπων. Αυτά τα συναισθήματα “δυστυχίας, απόγνωσης, ελπίδας, ταλαιπωρίας, κόπωσης, εξαθλίωσης και ιδιαίτερα των παιδιών την αγωνία, που -καταλαβαίνετε- δεν ήταν δική τους επιλογή να φύγουν από τα σπίτια τους” διάβασε στα πρόσωπα των προσφύγων και στη συνέχεια αποτύπωσε στον καμβά με τον πλέον παραστατικό τρόπο.

Ο πολυτάλαντος και πολυδιάστατος κ. Ηλιόπουλος έχει αφιερώσει εκατοντάδες ώρες δουλειάς σε αυτό το εγχείρημα των, 53 μέχρι στιγμής, ζωγραφικών έργων, καθοδηγούμενος από μια δημιουργική ορμή που ξεκίνησε το Νοέμβριο του 2020.

Η άμεση επαφή του με τους πρόσφυγες στον προσωρινό χώρο φιλοξενίας στις αποθήκες του Λιμενικού ήταν που τον συγκλόνισε, φτάνοντας στο σημερινό εικαστικό αποτέλεσμα, αφού πέρασε πειραματιζόμενος μέσα από φωτογραφίες, συνθέσεις, αφαιρέσεις και σκίτσα και ωρίμασε μέσα του παράλληλα με όσα άκουγε και διάβαζε «για τα διάφορα τραγικά που συνέβαιναν στα νησιά μας, την αντιμετώπιση από τους κατοίκους, που άλλοι τους αγκάλιαζαν κι άλλοι τους έβλεπαν σαν… λεπρούς, ξεχνώντας ότι κι εμείς οι Έλληνες είχαμε κάνει πρόσφυγες και μετανάστες στη Γερμανία, την Αμερική και όλη την Ευρώπη. Κάπου αντιδρούσα και στενοχωριόμουν. Από την άλλη έβλεπα ότι δεν είχαν άλλη λύση. Έφυγαν, επειδή, απλώς, ήθελαν να ζήσουν…».

Σε κάποιες περιπτώσεις «Τα όνειρα σε μαύρο φόντο» θυμίζουν τα πρωτότυπα φωτογραφικά στιγμιότυπα, όμως δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση για μια ζωγραφική αντιγραφή, αφού η καλλιτεχνική ιδιοφυία του κ. Ηλιόπουλου καταφέρνει να συμπυκνώσει και να μεταπλάσει σε υψηλού επιπέδου εικαστική δημιουργία όχι μόνο τα πρόσωπα, αλλά και τις ιστορίες τους, αγγίζοντας άμεσα ένα μεγάλο εύρος των συγκινησιακών χορδών ακόμη και του αμύητου θεατή.

Οι αναγεννησιακές επιρροές -αναπόφευκτες άλλωστε από τις εικαστικές σπουδές του Καλαματιανού καλλιτέχνη στην Φλωρεντία- είναι εμφανείς σε πολλές περιπτώσεις, όπως και αβίαστος ο παραλληλισμός με τη Βρεφοκρατούσα Παναγία στα (αρκετά) πορτραίτα όπου απεικονίζεται μια μητέρα να κρατάει αγκαλιά το παιδί της.

Μαζί με την απόγνωση και την αγωνία των ανέστιων προσφύγων ο Δημήτρης Ηλιόπουλος ξεχώρισε «τη διάθεση των παιδιών να ξεχνάνε αμέσως το κακό και να καταχαίρονται κάτι καλό», όπως ήταν τα μπισκότα που ο ίδιος τους πρόσφερε.

Κι αυτό ακριβώς ήθελε περισσότερο να αιχμαλωτίσει με τα πινέλα του: «Ήθελα μέσα μου να κρατήσω κατ’ αρχήν αυτή την ευτυχία που είχαν τα παιδάκια όταν έτρωγαν τα μπισκότα. Ήταν σαν να παίρνουν μια αχτίνα φωτός ότι κάτι θα πάει καλά, “δε χάθηκαν όλα” -γιατί αυτοί είχαν ναυαγήσει όταν τους έφεραν εδώ στην Καλαμάτα. Έπαιρναν μια ελπίδα, ότι αύριο ίσως είναι μια καλύτερη μέρα, να μη στενοχωριούνται.

Κι αυτό ακριβώς είναι και το δικό μου το πιστεύω: αύριο ξημερώνει μιαν άλλη μέρα, ό,τι πρόβλημα κι αν έχεις αντιμετώπισέ το εάν μπορείς, αλλιώς να κάνεις υπομονή και να περιμένεις να περάσει η κρίση».

Η αισιόδοξη αυτή ματιά και η απαραβίαστη αρχή «να σεβόμαστε και να αγαπάμε τον άνθρωπο, οποιονδήποτε άνθρωπο» αποτελούν δύο από τους κεντρικούς πυλώνες στη ζωή του Δημήτρη Ηλιόπουλου.

Γι’ αυτό και η συλλογή του κλείνει με έναν αγέρωχο μικρούλη που με την πιπίλα στο στόμα δραπετεύει προς το μέλλον -ένα μέλλον που δεν μπορεί παρά να είναι καλύτερο…

Της Χριστίνας Ελευθεράκη