Εκτός στόχου κριτική στη Νέα Δημοκρατία

Εκτός στόχου κριτική στη Νέα Δημοκρατία

Η κριτική που έκανε πριν λίγες μόνο μέρες ο Αλέξης Τσίπρας στην κυβέρνηση και τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη, για την αποτυχία τους να χειριστούν την πανδημία, ανεβάζει την ένταση της αντιπαράθεσης. Η ένταση ,όμως, της κριτικής από μόνη της λίγα πράγματα σημαίνει. Και είναι εκτός στόχου, ιδιαίτερα προβληματική αν η ουσία της είναι ότι η κυβέρνηση της Νέας  Δημοκρατίας είναι απλά ανίκανη και ότι μπαίνει εμπόδιο στη συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων.

Το πρόβλημα αυτής της κυβέρνησης

Από τα προβλήματα αυτής της κυβέρνησης δεν είναι η ανικανότητα της αλλά ότι χειρίζεται την κυβερνητική εξουσία μέσα στα πλαίσια της διατήρησης της σημερινής οικονομικής δομής. Ό,τι κάνει έχει κύριο στόχο να διατηρήσει στη ζωή το μεγάλο ιδιωτικό κεφάλαιο που η ύπαρξη και τα συμφέροντα του έχουν φανερά πια έρθει σε κάθετη αντίθεση με τα συμφέροντα της κοινωνίας.

Στον πυρήνα της «ανικανότητας» της να αντιμετωπίσει την πανδημία βρίσκεται ακριβώς το γεγονός ότι οι πόροι της κοινωνίας  είναι προσανατολισμένοι στη διάσωση των ιδιωτικών τραπεζών, στερώντας έτσι τις δυνατότητες για να στηριχθεί η υγεία, όπως και πολλοί άλλοι τομείς. 

Δύο περίπου χρόνια μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, η δημόσια υγεία είναι τόσο αποψιλωμένη όσο και στο ξέσπασμα της.

 «Ως εδώ, δήλωσε» ο Αλέξης Τσίπρας. «Ο κ. Μητσοτάκης οδηγεί τη χώρα σε τραγικό αδιέξοδο. Αν δεν μπορεί να πάρει δύσκολες αποφάσεις, να αποχωρήσει να τις πάρουμε εμείς.» Το ζήτημα είναι ότι για ακόμα μια φορά ο Αλέξης Τσίπρας δεν διευκρινίζει ποιες είναι αυτές οι δύσκολες αποφάσεις και τι συνεπάγονται. Σωστά ανάφερε ότι, «γιατροί σε νοσοκομεία της βόρειας Ελλάδας βρίσκονται στη δυσάρεστη θέση να επιλέγουν ποιους ασθενείς θα εισάγουν στις ΜΕΘ. Αυτό αποτελεί αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης, είχε δύο χρόνια να ενισχύσει το ΕΣΥ, δύο χρόνια να προσλάβει εξειδικευμένο προσωπικό και δεν έκανε τίποτα».

Πραγματικά, ελάχιστα έκαναν. Δεν είναι όμως αρκετό να τους καταγγείλεις. Πρέπει να δείξεις πως μπορείς να κάνεις τη διαφορά. Όσο και αν τα έχουν προσωρινά χαλαρώσει, τα πλεονάσματα στον κρατικό προϋπολογισμό που πρέπει να πετύχουν σε βάρος της υγείας και γενικά της ανάπτυξης, βρίσκονται πίσω από την «ανικανότητα» τους. Αυτούς τους περιορισμούς θα είχε να αντιμετωπίσει ο ΣΥΡΙΖΑ αν βρισκόταν ξανά στην κυβέρνηση. Και το ερώτημα που μπαίνει είναι , αν αυτή το φορά θα ήταν διατεθειμένος να έλθει σε σύγκρουση με το διευθυντήριο της Ε.Ε., κάτι που δεν έκανε την πρώτη φορά που ήταν κυβέρνηση.

Οι ανάγκες του ΕΣΥ έρχονται σε κάθετη αντίθεση με τις πολιτικές του Διευθυντηρίου της Ε.Ε. Πώς μια νέα κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα αντιμετωπίσει το όλο ζήτημα;

Ενότητα ποιων με ποιους;

«Αντί να επιδιώκει σε μία στιγμή αγωνίας και φόβου», συνέχισε ο Αλέξης Τσίπρας , «την ενότητα της κοινωνίας και στοιχειώδη συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων, καταφεύγει στο τελευταίο καταφύγιο των ενόχων, στο διχασμό. Αντί να συζητήσει, να ακούσει, έχει καταληφθεί από το επικίνδυνο αίσθημα της καταδίωξης.»

Και πάλι, πίσω από την λεκτικά δυνατή κριτική, είναι φανερή η έλλειψη ταξικού περιεχόμενου. Είναι το πρόβλημα του Μητσοτάκη ότι δεν είναι άνθρωπος που ακούει και συζητά; Με αυτούς των οποίων τα συμφέροντα εξυπηρετεί, δεν έχουμε καμιά αμφιβολία ότι κάνει τις πιο εκτεταμένες συζητήσεις.

Είναι πολύ προβληματική μια τέτοια κριτική στον ηγέτη του κόμματος της Δεξιάς. Όπως προβληματική είναι η κριτική ότι δεν επιδιώκει τη συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων. Αυτό δηλαδή θα κάνει μια νέα κυβέρνηση Σύριζα; Να επιδιώξει συνεννόηση με τη ΝΔ;

Μια νέα κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, όπως και οποιαδήποτε νέα κυβέρνηση τολμήσει να αλλάξει τις οικονομικές προτεραιότητες που απαιτεί η επιβίωση των ιδιωτικών τραπεζών και του μεγάλου κεφαλαίου, θα αντιμετωπίσει την πιο βίαιη κριτική, την πιο βίαιη αντίδραση από μέρους της Δεξιάς. Το συμπέρασμα όμως που βγαίνει από την κριτική Τσίπρα είναι ότι η σωστή πολιτική μιας πιθανής νέας κυβέρνησης θα είναι να επιδιώξει «στοιχειώδη συνεννόηση» μαζί τους.

Γιατί όχι και συγκυβέρνηση;

Όλη όμως η ουσία της πολύ προβληματικής, αταξικής κριτικής που ο Αλέξης Τσίπρας έκανε, συμπυκνώνεται στο πιο κάτω.

Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, είπε, «έδωσε σε όριο υπερβολής συναίνεση για να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση την κρίση. Πόσες φορές έχω ζητήσει σύγκληση συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών για να βρούμε κοινούς τρόπους, υπουργό Υγείας κοινής αποδοχής, επιστημονική ομάδα κοινής αποδοχής για να πάρει τις δύσκολες αποφάσεις; Αλλά ο κ. Μητσοτάκης ενδιαφέρεται μονάχα την ώρα που όλοι μετράμε κρούσματα και θανάτους να μετράει ψήφους»

Μετά τον υπουργό Υγείας κοινής αποδοχής γιατί να μην πάμε και σε υπουργό Εθνικής Άμυνας κοινής αποδοχής, σε Υπουργό Οικονομικών κοινής αποδοχής και τελικά σε κυβέρνηση κοινής αποδοχής;

Από αυτή την τοποθέτηση βγαίνει ακόμα πιο καθαρά ποιες δυστυχώς είναι οι διαθέσεις και προσανατολισμοί της ηγεσίας ΣΥΡΙΖΑ. Σε εποχές όπου η ταξική κοινωνία περιθωριοποιεί και καταδικάζει την πλειοψηφία των ανθρώπων, η ηγεσία ΣΥΡΙΖΑ αναζητά συνεννόηση, κοινούς στόχους και κοινό υπουργό Υγείας με το κόμμα που βασική αποστολή του είναι να στηρίζει τα συμφέροντα της προνομιούχας ελίτ.

Απέναντι σε τέτοιες προθέσεις πρέπει να αντιταχθεί κάθε τίμιος αγωνιστής του ΣΥΡΙΖΑ.

Του Σωτήρη Βλάχου