Απεργία ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ: «Ο μισθός δε φτάνει, ο λογαριασμός δε βγαίνει»

Απεργία ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ: «Ο μισθός  δε φτάνει, ο λογαριασμός δε βγαίνει»

«Ο μισθός δε φτάνει, ο λογαριασμός δε βγαίνει»… Με το σύνθημα αυτό σήμερα οι εργαζόμενοι σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα κατεβαίνουν σε κινητοποίηση στο πλαίσιο της 24ωρης απεργίας που έχει κηρύξει η ΓΣΕΕ και συμμετέχει η ΑΔΕΔΥ.

Χθες, συνέντευξη Τύπου για την απεργία και τα αιτήματα παραχώρησαν ο πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Καλαμάτας Σωτήρης Τσώνης, ο πρόεδρος του Νομαρχιακού Τμήματος της ΑΔΕΔΥ στη Μεσσηνία, Δημήτρης Φαββατάς και το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΑΔΕΔΥ, Μπάμπης Λυμπεράς. Κάλεσαν δε όλους τους εργαζομένους να συμμετέχουν στη σημερινή συγκέντρωση, που θα πραγματοποιηθεί στις 10.30 το πρωί έξω από το Εργατικό Κέντρο Καλαμάτας.

Εργατικό Κέντρο
Όπως τόνισε ο κ. Τσώνης, όλο το συνδικαλιστικό κίνημα πανελλαδικά διεκδικεί με την κινητοποίηση μέτρα για την αύξηση των μισθών και μέτρα για τον περιορισμό της ακρίβειας, για να μπορέσει να υπάρξει αξιοπρεπής διαβίωση για όλους. «Εδώ και 14 χρόνια οι εργαζόμενοι σηκώνουν συνεχώς στις πλάτες τους όλα τα βάρη αυτής της μεγάλης κρίσης που έχει επηρεάσει τα εισοδήματα και τις ζωές όλων μας. Περάσαμε μνημόνια, περάσαμε τις συνέπειες της πανδημίας, τώρα ο πόλεμος και αντί να καλυτερεύει η κατάσταση, χειροτερεύει. Οι αυξήσεις σε όλα τα βασικά είδη πρώτης ανάγκης και οι αυξήσεις στο ηλεκτρικό ρεύμα είναι τεράστιες. Μιλάμε για έναν πληθωρισμό της τάξης του 8%, που φαίνεται ότι στο τέλος του χρόνου θα φτάσει σε διψήφιο νούμερο, με τους μισθούς των εργαζομένων να εξανεμίζονται», υπογράμμισε ο κ. Τσώνης.

Ακολούθως, αναφέρθηκε σε έρευνα της ΓΣΕΕ με την εταιρεία alco, η οποία, όπως είπε, αποκαλύπτει την κατάσταση στα νοικοκυριά. Με βάση την έρευνα, το 60% έχει περιορίσει τις δαπάνες για βασικά αγαθά διατροφής, το 74% έχει περιορίσει τις δαπάνες για θέρμανση και το 80% έχει περιορίσει τις δαπάνες για ψυχαγωγία. Το 85% ζητά την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ.

Πρόσθεσε δε ότι τα τελευταία 3 χρόνια στη χώρα μας δεν έχει γίνει καμία αύξηση στους μισθούς, ενώ το Φεβρουάριο καταγράφηκε πρωτοφανής έκρηξη των απολύσεων κατά 94,6%.

Βασικό αίτημα, επισήμανε, είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού και να επανέλθει στα 751 ευρώ, τον οποίο συνέδεσε και με τις κλαδικές συμβάσεις. Μάλιστα, σχολίασε ότι στην Ελλάδα μόνο το 14% των εργαζομένων καλύπτεται από συλλογικές συμβάσεις, τη στιγμή που ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 70%.

Πρόσθεσε, δε, ότι ακόμα και χώρες της ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες πριν από κάποια χρόνια ήταν πάρα πολύ χαμηλά σε σχέση με εμάς, έχουν αύξηση τα τελευταία 3 χρόνια στο βιοτικό τους επίπεδο, ενώ η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα που δεν έχει κάνει καμία αύξηση τα τελευταία χρόνια.

Άλλο αίτημα, όπως είπε ο κ. Τσώνης, είναι η κατάργηση του νόμου Χατζηδάκη, όπως και η αναβάθμιση των Επιθεωρήσεων Εργασίας.

ΑΔΕΔΥ
Ο πρόεδρος του Ν.Τ. της ΑΔΕΔΥ, Δημήτρης Φαββατάς, αναφέρθηκε αρχικά στην επίσκεψη στη Μεσσηνία του μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής, Μπάμπη Λυμπερά, με τον οποίο επισκέφθηκαν εργασιακούς χώρους του Δημοσίου.

Αναφερόμενος στη σημερινή απεργία, είπε ότι οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων έχουν παγώσει εδώ και 12 χρόνια, με τις εισφορές τους να αυξάνονται.

Μερικά, λοιπόν, από τα αιτήματα της ΑΔΕΔΥ είναι άμεσα να γίνουν προσλήψεις στο Δημόσιο, αύξηση μισθών και ΑΕΠ, κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης, επαναφορά του 13ου και του 14ου μισθού και στήριξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Επίσης, να καταργηθεί ο νόμος Χατζηδάκη, τον οποίο χαρακτήρισε τιμωρητικό απέναντι στους εργαζομένους. «Γι’ αυτό καλούμε όλους τους εργαζομένους αύριο (σ.σ. σήμερα) το πρωί στο Εργατικό Κέντρο. Γιατί όσο μεγαλύτερη είναι η συμμετοχή μας, τόσο πιο πολύ θα κατανοήσουν ότι αυτή η πολιτική δεν πρέπει να συνεχιστεί και πρέπει να ανατραπεί. Να δηλώσουμε την αντίθεσή μας απέναντι σε αυτά που συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια», κατέληξε ο κ. Φαββατάς.

Από την πλευρά του, το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΑΔΕΔΥ, Μπάμπης Λυμπεράς, σημείωσε ότι κατά την περιοδεία του στη Μεσσηνία επισκέφθηκε τα νοσοκομεία και ενημερώθηκε για τα σοβαρά προβλήματα που υπάρχουν και σε Καλαμάτα και σε Κυπαρισσία. «Ενημερωθήκαμε για την υποχρηματοδότηση και την έλλειψη γιατρών και νοσηλευτικού προσωπικού. Ενημερωθήκαμε για την κατάσταση του ΕΣΥ στην περιοχή, που δεν είναι διαφορετική από αυτή που υπάρχει σε όλη τη χώρα. Ένα σύστημα υγείας το οποίο κατάφερε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο να αντεπεξέλθει σε αυτή τη λαίλαπα του κορωνοϊού. Σε μία λαίλαπα την οποία ο ιδιωτικός τομέας δεν άγγιξε καθόλου, δε διέθεσε τις δυνάμεις του και σήμερα η κυβέρνηση, παρά όλα τα διδάγματα που βγήκαν από την περίοδο αυτή, θέλει να συνεχίσει αυτό που είχε προαναγγείλει, δηλαδή τη συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα στο χώρο της υγείας.

Και τι σημαίνει αυτή η συνεργασία; Πρακτικά σημαίνει ότι θα διατίθενται οι πόροι του δημοσίου συστήματος και το χρήμα θα εισπράττει ο ιδιωτικός τομέας. Θα χρησιμοποιούνται, δηλαδή, δομές του δημόσιου τομέα και η είσπραξη θα γίνεται καθαρά από τα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα, από τους ιδιώτες γιατρούς.

Αυτό πρέπει να το καταλάβει ο πολίτης. Η κυβέρνηση δεν ενίσχυσε το δημόσιο σύστημα υγείας σε μία περίοδο που και οι θεσμοί και οι διεθνείς οργανώσεις, όχι μόνο είχαν δώσει το ελεύθερο για προσλήψεις και τη λήψη όλων εκείνων των μέτρων που ήταν αναγκαία για την αντιμετώπιση της πανδημίας, αλλά προέτρεπαν τις κυβερνήσεις προς αυτή την κατεύθυνση.

Και σήμερα βρισκόμαστε στο σημείο, το δημόσιο σύστημα υγείας να έχει λιγότερο προσωπικό στο σύνολό του από ό,τι είχε πριν από την πανδημία», τόνισε ο κ. Λυμπεράς.

Της Βίκυς Βετουλάκη