Γιατί φοβάται το σχολείο τη λογοτεχνία

Γιατί φοβάται το σχολείο τη λογοτεχνία

Το μόνο που βρήκαν να πουν οι συνδικαλιστές για την αξιολόγηση των μαθητών στη γλώσσα και στα μαθηματικά ήταν τίποτε. Απλώς κήρυξαν απεργία ή στάση εργασίας, ή δεν ξέρω τι. Η απεργία κηρύχθηκε παράνομη, αν και κρίνοντας από τα συμφραζόμενα, ελάχιστοι από τους εκπαιδευτικούς ήσαν πρόθυμοι να συμμερισθούν τον αγωνιστικό οίστρο των συνδικαλιστών τους. Σε αυτούς τους τελευταίους συμπαραστάθηκε η ΑΔΕΔΥ. Ποια άποψη μπορεί να έχει η ΑΔΕΔΥ για την εκπαίδευση, ένας Θεός ξέρει. Δεν έχει σημασία και κανέναν δεν ενδιαφέρει, εκτός από τους γραφειοκράτες του συνδικαλισμού και τα αρκτικόλεξά τους.

Το υπουργείο αποφάσισε να κάνει μια προσομοίωση της αξιολόγησης PISA στο δικό μας σχολικό περιβάλλον. Προσπαθώντας, υποθέτω, να διαγνώσει τις αιτίες που σε δύο τομείς, στην κατανόηση κειμένου και στα μαθηματικά, τα Ελληνόπουλα υστερούν. Για τα μαθηματικά δεν έχω τίποτε να πω. Δηλώνω άσχετος και υποκλίνομαι με ταπεινότητα μπροστά σε όσους χειρίζονται τη μαθηματική σκέψη και αντιλαμβάνονται την πνευματική της γοητεία.

Θα μιλήσω όμως για την κατανόηση κειμένου, μια ικανότητα που δεν αφορά μόνο την αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Η αδυναμία στην κατανόηση κειμένου σημαίνει αδυναμία κατανόησης της πραγματικότητας. Αδυναμία διαλόγου. Οταν δεν μπορείς να κατανοήσεις ένα κείμενο, πώς να κατανοήσεις τον συνομιλητή σου. Δεν χρειάζεται η PISA για να την εντοπίσουμε. Είναι μια κοινωνική αναπηρία, η οποία αντανακλάται σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής. Από την «υψηλή» πολιτική έως την ταπεινή δημοσιογραφία και τις απλούστερες καθημερινές συναλλαγές.

Τον τομέα «κατανόηση κειμένου» το υπουργείο τον βάφτισε «θέματα γλώσσας». Οι μαθητές του γυμνασίου κλήθηκαν να σχολιάσουν ένα κείμενο από το Διαδίκτυο για τις σχέσεις των σημερινών εφήβων με τον αθλητισμό και τις επιρροές που αυτή δέχεται από τα κυρίαρχα πρότυπα του «φαίνεσθαι». Για να είμαι ειλικρινής, δεν μπόρεσα να καταλάβω ποια η διαφορά αυτής της εξέτασης από τον τρόπο που διδάσκονται τα «κείμενα» στους σημερινούς μαθητές. Υποθέτω ότι οι αρμόδιοι του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής κάτι θα έχουν κατά νουν. Εγώ, ως αφελής, πιστεύω ότι η αδυναμία στην κατανόηση κειμένου οφείλεται στην αντίληψη που διαμορφώνει το σχολείο ως προς την έννοια του «κειμένου».

«Θέματα γλώσσας και λογοτεχνίας» θα έπρεπε να είναι ο τίτλος της εξέτασης αν πραγματικά οι αρμόδιοι είχαν το θάρρος να ομολογήσουν ότι η ασθένεια θα θεραπευθεί μόνον όταν αλλάξει η συνταγή της θεραπείας. Για να αποκτήσεις την ικανότητα να κατανοείς ένα κείμενο, ακόμη και το πιο απλό, πρέπει να αποκτήσεις την ικανότητα να διαβάζεις. Κοινώς να γίνεις αναγνώστης. Και αναγνώστης γίνεσαι μόνον όταν έρθεις σε επαφή με τη λογοτεχνία, ήτοι την τέχνη του λόγου. Αυτή σού αποκαλύπτει τους τρόπους με τους οποίους αναπτύσσεται ο συλλογισμός, αυτή σου δείχνει τις εκφραστικές δυνατότητες της γλώσσας σου. Η λογοτεχνία δεν είναι διακοσμητικό στοιχείο της παιδείας μας, τα φρου-φρου και αρώματα της σοβαρότητας της γνώσης. Είναι το βασικό κύτταρο του οργανισμού της. Αυτή σου μαθαίνει πως το κείμενο είναι ένας σύνθετος οργανισμός που για να τον κατανοήσεις απαιτεί την ίδια ενέργεια με μια πολύπλοκη εξίσωση. Με δυο λόγια, αυτή σε εκπαιδεύει στην κατανόηση κειμένου.

«Αρξομαι δε από των κλασικών». Αυτοί που έχουν εξοριστεί από το σχολείο εδώ και κάτι δεκαετίες. Τους μοιράζουν σε φυλλάδια, που τα ονομάζουν εγχειρίδια με οδηγίες χρήσης και συναρμολόγησης. Και μετά απορούν για ποιον λόγο ο έφηβος, που μεθαύριο θα γίνει μεσήλικας, πάσχει από πενία κατανόησης κειμένου. Γιατί το ελληνικό σχολείο δεν τον έμαθε ποτέ να διαβάζει. Τα πράγματα θα αλλάξουν όταν καταργηθούν τα εγχειρίδια, κι όταν το παιδί μάθει πως το άθλημα της ανάγνωσης της «Φόνισσας» ή του «Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου» είναι άσκηση καλλιέργειας. Από τότε που μετονομάσαμε την καλλιέργεια σε κουλτούρα ξεχάσαμε και την αξία της.

Γιατί φοβάται το σχολείο τη λογοτεχνία; Επειδή οι λειτουργοί της εκπαίδευσης δεν την ξέρουν. Και παλεύουν με διάφορα υποκατάστατα, που διευκολύνουν και τη δημοκρατική διόρθωση.

Του Τάκη Θεοδωρόπουλου / Η Καθημερινή