Είναι άνοιξη του 2017 και στο Στεφανοβίκειο Μαγνησίας ο ήχος δύο πανίσχυρων κινητήρων 1890 ίππων ενός επιθετικού ελικοπτέρου AH-64DHA Apache «σβήνει» μέσα στο σούρουπο. Ένα μαύρο «ιπτάμενο άρμα» ολοκλήρωσε μια πτήση του και οδηγείται προς το υπόστεγο της μονάδας.
Λίγο πριν, από το συγκεκριμένο ελικόπτερο έχει κατέβει ένας αξιωματικός που έχει γράψει τις δικές του «χρυσές σελίδες» αεροπορικής ιστορίας. Ο απόστρατος πια χειριστής, Γιώργος «Black» Μελισσόβας, θα τοποθετήσει το ειδικό ηλεκτρονικό μονόκλ νυχτερινής όρασης στη θέση του, όπως και το κράνος με το χαρακτηριστικό σχέδιο τίγρη που τον έκανε πάντα να ξεχωρίζει, στο καθορισμένο σημείο, και θα κοιτάξει με μια τελευταία «κλεφτή» ματιά το Apache του, καθώς οι έμπειροι τεχνικοί της Αεροπορίας Στρατού το φροντίζουν για την επόμενη πτήση. «Μέχρι την επόμενη φορά…», θα ψελλίσει χαμογελώντας.
«Είναι ένας έρωτας και παραμένει ένας έρωτας. Χωρίς πάθος δε γίνεται τίποτα. Είναι μια μοναδική εμπειρία. Δε νομίζω πώς θα ξεπεράσω ποτέ αυτή τη στέρηση της πτήσης με το Apache, ιδίως τη νύχτα…», αφηγείται στο ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ-ΜΠΕ «Πρακτορείο 104,9 FM» ο έμπειρος Έλληνας πιλότος της Αεροπορίας Στρατού, που χθες γιόρταζε τον προστάτη της, τον Προφήτη Ηλία.
Στους πρώτους των πρώτων σε μια εποχή «επανάστασης» για τις Ένοπλες Δυνάμεις
Από τους πιλότους ελικοπτέρων που πρώτοι έπιασαν στα χέρια τους τη δεκαετία του ’90 τα συγκεκριμένα νέα ιπτάμενα «τανκ», ο Γιώργος «Black» Μελισσόβας εξελίχθηκε γρήγορα σε πιλότο εκπαιδευτή στο όπλο αυτό. Το 1988, από τη Σχολή Αεροπορίας Στρατού, θα έρθει η πρώτη μετάθεση ως χειριστής ελικοπτέρων UH-1H στα Μέγαρα μέχρι το 1995. Τότε ο Έλληνας πιλότος, μαζί με άλλους 30 χειριστές, θα βρεθεί ανάμεσα στους πρώτους Έλληνες που πήγαν στις ΗΠΑ, «στο Fort Rucker στην Αλαμπάμα για εκπαίδευση, για το βασικό σχολείο στο Apache το Α+ model, το αρχικό μοντέλο που πήραμε στην Ελλάδα».
Την ίδια χρονιά θα βρεθεί στο 1ο Τάγμα Επιθετικών Ελικοπτέρων, ενώ το 1997 θα φύγει πάλι στις ΗΠΑ, από όπου θα επιστρέψει εκπαιδευτής πτήσεων πια στα AH-64A+ Apache. Εκεί, υπηρέτησε μέχρι το 2007, όταν και έφυγε πάλι για τις ΗΠΑ για να παρακολουθήσει το βασικό σχολείο, όπως και το σχολείο των εκπαιδευτών των νέων ελικοπτέρων AH-64DHA Apache.
«Στη συνέχεια βρέθηκα ξανά, το 2009, στα Μέγαρα. Έμεινα εκεί μέχρι το 2012, όταν και γυρίσαμε με τα συγκεκριμένα ελικόπτερα στο Βόλο. Από τότε μέχρι και το 2017, όταν και έφυγα από την υπηρεσία, χειριζόμουν τα επιθετικά ελικόπτερα AH-64DHA Apache», εξηγεί.
Λίγοι στον πλανήτη έχουν ολοκληρώσει μια τέτοια καριέρα. «Πόσο πέταξα; Συνολικά 22 χρόνια στα AH-64 Apache, αρχικά ως χειριστής και μετά για 20 χρόνια ως εκπαιδευτής. Με 2.500 ώρες πτήσης στο συγκεκριμένο επιθετικό ελικόπτερο σε σύνολο 4000+ ωρών πτήσεων. Στα AH-64Α+ 1200 ώρες πτήσης και στα AH-64DHA Apache 1300 περίπου -από αυτές, οι 1.200 ήταν ώρες πτήσης τη νύχτα», εξηγεί.
Ημέρες αεροπορικής ιστορίας
Η άφιξη του συγκεκριμένου τύπου ελικοπτέρου σε υπηρεσία στην Ελλάδα είχε συμπέσει και με μια περίοδο κρίσιμη για τη χώρα. «Η εισαγωγή του ελικοπτέρου αυτού σε ελληνική υπηρεσία ήταν “επανάσταση” και μπήκαμε “απότομα” σε αυτή τη διαδικασία. Κληθήκαμε να κολυμπήσουμε σε βαθιά νερά τότε όλοι μας. Τα πρώτα σκάφη ήρθαν το 1995, τον Αύγουστο, με την παράδοση να ολοκληρώνεται περίπου το Δεκέμβριο του 1995. Λίγο μετά, τον Ιανουάριο του 1996 είχαμε τα Ίμια», θυμάται, τονίζοντας πως οι Έλληνες πιλότοι και τεχνικοί τα κατάφεραν.
«Μια μονάδα, για να βγει έτοιμη, θέλει τυπικά τουλάχιστον ένα χρόνο με εκπαίδευση, ασκήσεις στο πεδίο, να μένει έξω, να επιχειρεί σε νησιά, χειμώνα και καλοκαίρι, να κάνει βολές. Εμείς αυτά τα κάναμε όλα πολύ γρήγορα, χωρίς μάλιστα κανένα συμβάν. Το αποτέλεσμα, μάλιστα, ήταν σε όποια άσκηση και να πηγαίναμε -είτε εθνικές, είτε σε συνεργασία π.χ. με τους Αμερικάνους- να είναι ενθουσιασμένοι όλοι με το επίπεδο στο οποίο φτάναμε», λέει ο έμπειρος Έλληνας πιλότος και σημειώνει πως «αυτό που ξεχωρίζει ίσως έναν Έλληνα πιλότο από άλλους είναι πως όταν κάτι αφορά στην άμυνά μας, την πατρίδα μας, το κάνουμε καλά».
Ετοιμοπόλεμοι, με την ελληνική ψυχή να δουλεύει υπερωρίες, οι «Ινδιάνοι» των Apache της Ελλάδας τα έδωσαν όλα. «Μπορεί να φανταστεί κανείς 30 χειριστές με πολύ μικρή πτητική εμπειρία στο Apache (αρκετοί από εμάς είχαμε εμπειρία στον τύπο UH-1H) πως έπρεπε γρήγορα να κάνουμε κάτι ώστε να μάθουμε το σκάφος, να βγούμε γρήγορα ετοιμοπόλεμοι. Αυτό ήταν κάτι πολύ δύσκολο, πιστεύω όμως ότι κάναμε τότε πολύ καλή δουλειά και ήμασταν έτσι εκείνες τις ημέρες γενικά σε καλό επίπεδο» εξηγεί.
Εκπαιδευτής στο νέο τύπο
Μετά την απόφαση της Ελλάδας να επενδύσει στην εξελιγμένη έκδοση του ελικοπτέρου, ο Γιώργος Μελισσόβας πέρασε επίσης στη νέα εποχή. «Στη μετάβαση από το AH-64Α+ στο AH-64DHA Apache, οι διαφορές είναι στα ηλεκτρονικά. Το σκάφος το ίδιο δεν έχει μεγάλες διαφορές, συγκριτικά όμως με το ελληνικό Α+, ένα AH-64DHA είναι εμφανώς πιο… “μυώδες”. Φέρει -βλέπετε- πολλά μαύρα κουτιά για ηλεκτρονικά, υπολογιστές κ.ά., αλλά και το ραντάρ που ξεχωρίζει στο κέντρο του στροφείου. Τη μεγάλη διαφορά κάνουν τα οπτικά συστήματα, αφού σε ένα Α+ “βλέπεις” τη νύχτα με ανάλυση 100 γραμμών, ενώ στο Delta αυτή η ανάλυση είναι τετραπλάσια και έτσι τη νύχτα είναι σαν να πετάς τη μέρα. Είναι κάτι μοναδικό!», εξηγεί.
«Το AH-64DHA σού δίνει επίσης τη δυνατότητα να κάνεις διαχείριση του πεδίου μάχης. Υπάρχει η δυνατότητα link και μπορείς να στέλνεις άμεσα π.χ. πληροφορίες στόχων σε άλλα ελικόπτερα, να χωρίσεις περιοχές και να εμπλέκονται ταυτόχρονα πολλοί στόχοι. Όταν αρχίσαμε να δεχόμαστε το νέο μοντέλο, μας πήρε έναν χρόνο και κάτι για να περάσουμε αξιολόγηση και τα καταφέραμε εξαιρετικά», σημειώνει ο πολύπειρος πιλότος ελικοπτέρων.
Από την άλλη, όπως εξηγεί, κάθε τύπος έχει κάποια κοινά χαρακτηριστικά, που μένουν αξέχαστα. «Είναι εξαιρετικό το να πετάς αυτό το ελικόπτερο, η αίσθηση είναι μοναδική! Γενικά, το Apache έφερε μια τεράστια διαφορά στον κόσμο των ελικοπτέρων, ιδιαίτερα των επιθετικών. Η ικανότητά του να συνδυάζει τόσα πολλά οπλικά συστήματα όπως πυραύλους, ρουκέτες, ένα πυροβόλο των 30 χιλιοστών, και να πετάει νύχτα με αντίξοες συνθήκες το έκαναν κυρίαρχο στο πεδίο μάχης», τονίζει.
Άνθρωπος και μηχανή γίνονται ένα
Πρόκειται για μια μηχανή που έχει πολλές απαιτήσεις από τον άνθρωπο, που τη χειρίζεται. «Το Apache αυτό έκανε τη μεγάλη διαφορά συγκριτικά με τα παλαιότερα ελικόπτερα βάζοντας στο μάτι του πιλότου το σύστημα που ονομάζεται “Helmet display unit”, το “μονόκλ” σύστημα εικόνας δηλαδή, που είναι συνδεδεμένο με τους αισθητήρες στη μύτη του, το ελικόπτερο. Αυτό παρέχει εικόνα υπέρυθρη τη νύχτα και πληροφορίες πτήσης, κάτι που σημαίνει πως ως χειριστής πετάω και δεν κοιτάω καν τα όργανά μου. Ταχύτητα, ύψος, στάση, σκάφος, πορεία, μηνύματα οπλικών συστημάτων, τα έχει ο πιλότος όλα στο μάτι του, μαζί με την υπέρυθρη εικόνα τη νύχτα. Είναι κάτι δύσκολο στην αρχή, αλλά πρόκληση όσο το μαθαίνεις. Μια μοναδική εμπειρία…», εξηγεί ο -απόστρατος πια- πιλότος του ιπτάμενου «Ινδιάνου» με τους έλικες.
«Κάθε πτήση είναι απαιτητική, λοιπόν, και θέλει πολύ καλή ξεκούραση, συντονισμό. Έχουμε τη… “διαμάχη” των δύο ματιών. Από τη μια το ένα μάτι, το υποβοηθούμε με όλα τα παραπάνω στοιχεία, και από την άλλη, το μη βοηθούμενο μάτι τη νύχτα βλέπει π.χ. τα όργανα και τυχόν φώτα, σκιές από το εξωτερικό περιβάλλον: είναι απαραίτητη μια απόλυτη συνεργασία του πληρώματος», προσθέτει.
Οι καλύτερες στιγμές που έχει ζήσει ήταν ο «χορός» ταχύτητας μια ανάσα από τα δέντρα. «Πάντα μού άρεσε, λάτρευα και λατρεύω τη χαμηλή πτήση. Είναι κάτι που με εξιτάρει, και πιο πολύ θα έλεγα την ημέρα, όπου έχεις περισσότερα περιθώρια ελιγμών, βλέπεις καλύτερα, αποφεύγεις εμπόδια, καλώδια. Και να “βγαίνω” πάντα ξαφνικά και να κάνω τις βολές μου. Το… ξάφνιασμα αυτό!», περιγράφει ο Έλληνας άσσος που δεν παραλείπει να τονίσει το πόσο σημαντικές ήταν για τον ίδιο και τους συναδέλφους του και οι εκδηλώσεις του κοινού, όταν τα ελικόπτερα αυτά έκαναν τις δημόσιες εμφανίσεις τους.
«Τα Apache, βέβαια, άφησαν και αφήνουν και ένα βαρύ ίχνος στα Αεροπορικά Σόου. Από το 2005 και τον πρώτο μεγάλο “Αρχάγγελο” μέχρι τα νεότερα “Athens Flying Week”. Σε αυτά τα σόου αγάπησε και ο κόσμος αυτά τα ελικόπτερα!», σημειώνει με νοσταλγία ο Έλληνας πιλότος.
Νυχτερινή πτήση με ένα ελληνικό επιθετικό ελικόπτερο AH-64 Apache
Για τον «Black», όπως και για κάθε συνάδελφό του, κάθε πτήση έπρεπε να είναι προσεκτικά σχεδιασμένη. «Μια πτήση ξεκινά πάντα από την ενημέρωση. Στο briefing θα ενημερωθούμε για το τι κάνουμε, πού πάμε, τι σκοπούς έχουμε, πώς θα πετάξουμε, πώς θα “χτυπήσουμε” και πώς θα επιστρέψουμε. Στη συνέχεια, πριν από μια πτήση υπάρχει μια διαδικασία συγκεκριμένη. Μόλις φτάσεις στο ελικόπτερο ξεκινάς από τους ελέγχους του σκάφους, των οπτικών συστημάτων, των οπλικών συστημάτων», περιγράφει και προσθέτει: «Από εκεί και πέρα, πάμε στην απογείωση, στο δρομολόγιο μετάβασης -πάντα μιλάμε για δύο ελικόπτερα, τα Apache πετάνε πάντα σε δυάδα το λιγότερο ώστε να υπάρχει κάλυψη. Στη συνέχεια θα φτάσουμε στο αρχικό σημείο και θα μπούμε σε προφίλ επιχειρησιακής πτήσης, θα χωρίσουμε, ενώ πάντα ορίζουμε τη θέση του έτερου, του wingman μας», εξηγεί ο πολύπειρος πιλότος.
Στη συνέχεια έρχεται η αποστολή: «Το πιο ωραίο τμήμα μιας πτήσης είναι η χαμηλή πτήση. Καθώς έχουμε δύο ισχυρούς κινητήρες, ένα στροφείο τεσσάρων πτερύγων, ένα ελικόπτερο με χαμηλό ακουστικό και θερμικό ίχνος, μας δίνεται η δυνατότητα να κατεβαίνουμε χαμηλά και να ακολουθούμε το ανάγλυφο του εδάφους και να φτάνουμε στο σημείο άφεσης των πυραύλων και των ρουκετών. Έτσι θα μπορεί ο συγκυβερνήτης και πυροβολητής που βρίσκεται στην μπροστά θέση να εμπλέξει εικονικά τους στόχους, να τους εξουδετερώσει, να γίνει η καταγραφή και από εκεί και πέρα να συνεχίσουμε την επιστροφή μας πίσω στη βάση».
Οι ωραιότερες στιγμές, εξηγεί, είναι οι πιο απαιτητικές. «Το να “γλιστράς” μέσα από τις χαράδρες και το ανάγλυφο είναι κάτι μαγικό… Είναι κάτι που θέλει βέβαια πολύ καλή εκπαίδευση, ενώ πάντα θα επιλέξουμε το πιο σωστό και ασφαλές ύψος ανάλογα με την εκπαίδευση. Ένας παλαιότερος πιλότος μπορεί να κατέβει πιο χαμηλά, γιατί για λίγο θα “προκαλεί” ίσως το χειριστικό “εγώ” του, πάντα όμως όλες αυτές οι πτήσεις θα γίνουν με ασφάλεια, χωρίς να υπάρχει κίνδυνος για το αεροσκάφος και το πλήρωμα», περιγράφει και μας δίνει τα αγαπημένα του σημεία πτήσης.
«Λατρεύω να πετάω βόρεια και βορειοανατολικά, να πετάω στον Έβρο, όπως και τα νησιά μας. Ένα όνειρο τώρα πια, που δεν είμαι ενεργός πιλότος. Έστω για μισή ώρα να ανέβω πάλι…», εξομολογείται, με το συναίσθημα της έλλειψης να τον πλημμυρίζει.
Πώς ξεχωρίζει ο καλός από
τον κορυφαίο πιλότο Apache;
«Όλοι όσοι πετούν Apache είναι καλοί πιλότοι. Αυτό που αλλάζει είναι το επίπεδο εμπειρίας: θέλει και λίγο τρέλα για να το πετάξεις. Γενικά, πάντα στις ασκήσεις, ειδικά όπου υπάρχει το άγχος να πάει ο πύραυλος στο στόχο, κάναμε εντύπωση. Είτε με τα πτητικά μας χαρακτηριστικά είτε με την ακρίβεια των βολών μας. Το να βλέπεις δύο Apache να εμπλέκουν σε λιγότερο από ένα λεπτό τέσσερις στόχους με πυραύλους και να γυρνάνε σε ρουκέτες και πυροβόλο, είναι κάτι εντυπωσιακό, κάτι που μάλιστα στέλνει και ένα μήνυμα σε οποιονδήποτε νομίζει πως μπορεί να “παίξει” με εμάς…», καταλήγει ο χειριστής-θρύλος των ελληνικών επιθετικών ελικοπτέρων AH-64 Apache.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ / του Σωτήρη Κυριακίδη