«ΘΑΡΡΟΣ» 3 Ιουνίου 1920: Μανιφέστον προς το ωραίον φύλον

«ΘΑΡΡΟΣ» 3 Ιουνίου 1920: Μανιφέστον προς το ωραίον φύλον

-Πώς από μίαν συζήτησιν ελήφθη απόφασις

Αι κυρίαι και δεσποινίδες της πόλεώς μας απειλούν να κάμουν μίαν ωραίαν χειρονομίαν, από της οποίας θα μείνουν ενεοί αλλά και θα γεμίσουν από αίσθημα ευγνωμοσύνης οι άνδρες. Γύρω από το ημίφως ένα αμπαζούρ, εις μίαν ευλογημένην ώραν, αι κυρίαι ακριβώς εκείναι αι οποίαι εισήγαγον εδώ τας Παρισινάς ιδιοτροπίας εις το ντύσιμο, αυτάς τας οποίας εντός εβδομάδας με την κεκτημένην φυσικήν ταχύτητα ήθελε να ικανοποιήση το μοδιστράκι της Φυτειάς και η γνησία αντιπρόσωπος της αποκέντρου καλαματιανής συνοικίας, απεφάσισαν να τας καταργήσουν. Και όχι μόνον αυτό, αλλά να στείλουν εκεί όπου ήλθαν, όλας τας πολυτελείς αμφιέσεις, να καταργήσουν τα περιττά πράγματα, τις μυρωδιές και τα δακτυλίδια, τις μεταξωτές κάλτσες και τα κρεπ – ντε – σιν και εν γένει κάθε τι το οποίον δεν έχει πρακτικόν σκοπόν. 

Ωμολόγησαν ότι τα ατυχή χρηματοφυλάκια των συζύγων και το κομπόδεμα του εργατικού κινδυνεύουν να υποστούν τοιαύτην αβαρίαν με το δημιουργηθέν πρόβλημα της ζωής, ώστε επιβάλλεται εις αυτάς να αφήσουν κατά μέρος κάθε ψεύτικην επίδειξιν και να γίνουν ολιγώτερον φιλάρεσκοι και περισσότερον οικονόμοι.

Αυτά δεν τα λέγομεν ημείς. Είναι αι λέξεις τας οποίας μεταχειρίσθη ομιλούσα προς συντάκτην μας μία των κυριών της ανωτέρω κατηγορίας, πολύ μορφωμένη, εξαιρετικά έξυπνη, αλλά και υπερβολικά εξοδεύουσα εις αμφιέσεις και στολισμόν μέχρι της χθες.

Και αυτό γράφεται προς τιμήν της.

Λοιπόν αμ’ έπος αμ’ έργον. Η συζήτησις του σαλονιού έλαβε μεγαλυτέραν δημοσιότητα. Εσυνεχίσθη προχθές κατά την διάρκειαν της συνεδριάσεως ενός καλού γυναικείου συλλόγου, κατά την οποίαν οι παριστάμενοι ελάχιστοι αντιπρόσωποι του ασχήμου φύλου ήκουσαν τοιούτους Φιλιππικούς από γυναικεία στόματα κατά της πολυτελείας και των ποικίλων αμφιέσεων, ώστε ολίγον έλειψε να είπουν «νυν απολύεις τον δούλον σου…».

Το όγδοον θαύμα είχε συντελεσθή. Αι τα πρώτα φέρουσαι κυρίαι και δεσποινίδες, έδωσαν τας χείρας και υπεσχέθησαν να εργασθούν πάση δυνάμει δια να λάβουν σάρκα και οστά αι ιδέαι των. Πολύηχος φωνή εβγήκε από ένα στοματάκι λέγουσα ότι πρόγραμμα πρέπει να είναι το να αγοράζη κανείς κάτι δια τον εαυτόν του μόνον εν απολύτω ανάγκη και εφ’ όσον αποδεδειγμένως τω χρησιμεύει.

Αι συνελθούσαι έμειναν σύμφωνοι όπως εντός της εβδομάδος απευθύνουν μανιφέστον κατά των περιττών δαπανών προς τας ομοφύλους των και καλέσουν όλας εις κοινήν σύσκεψιν, εν τη Λαϊκή Σχολή κατά πάσαν πιθανότητα, προς λήψιν οριστικής αποφάσεως κατά της θεάς πολυτελείας.

____________________________ 

OMΙΛΟΥΝ ΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
«ΘΑΡΡΟΣ» 16 Ιουνίου 1920
Το ταχυδρομείον μου έφερε ένα γράμμα από την Αθήνα. Δεν ήτο απ’ εκείνα που λαμβάνουν συνήθως οι χρονογράφοι, ούτε είχε αποπνικτικό άρωμα αζουρέας ή βινόλιας, έδιδε όμως την εντύπωσιν με τον ροζ φάκελλον γυναικείου γράμματος εν βία διαπραχθέντος. Με φόβον το ήνοιξα και ιδού το παραδίδω αυτούσιον εις όλον τον κόσμον γιατί αξίζει να διαβασθή:

“Φίλε Γ-ς. Μ’ ενεθουσίασε πολύ σήμερα πρωί – πρωί η ανάγνωσις εις το «Θάρρος» της δημοσιεύσεως «Ο γυναικείος κόσμος ζητεί να κηρύξη πόλεμον κατά της πολυτελείας», η οποία απήχησε τα λόγια που ηκούσθησαν από ένα προβλεπτικό γυναικείο στόμα, μέσα σε μια πολυάριθμη γυναικεία συγκέντρωση, όπως μ’ ενθουσίασε και η χθεσινή της φίλης μου «Καλυψούς» στη «Σημαία» με όσα και αν λέη για τα μαύρα καλαμποκάνια που επίσης εκθέτονται στην κοινήν θέαν για να προκαλούν την αηδία και τον εμετό, φθάνει να ικανοποιηθή η μόδα, αυτή η νοσηρά ανατολίτικη μονομανία που μας κατέλαβε.

Αλλά και σεις παύστε, για το όνομα του Θεού, να εκθειάζετε τα μορντορέ, τα κρεπ – ντε – σιν και τις προπετείς καμπυλότητες που προκαλούν τον κόσμο.

Σε λίγο έρχομαι στην Καλαμάτα και βοηθήσατέ μας, αν θέλετε, να κτυπήσωμε τον μιμουαπτισμόν και την ξενομανία που παρασύρει όλους αυτομάτως και τους κάμνει ψεύτικους όπως κάθε απομίμησις – ας την γράψω ιμιτασιόν για να την καταλάβουν όσοι δεν καταλαβαίνουν την γλώσσα μας και προσπαθούν να εκπλήξουν τους άλλους με τα κομάν σαβά και τα μερσί.

Μη γελάτε, κυρίαι και κύριοι και όσοι διοχετεύετε την κίνησιν και δίδετε τον τόνον σε μια ανεφοδίαστη ακόμη κοινωνία. Αν δε αληθινά καταλαβαίνετε την γαλλικήν και τας εννοίας της, διαβάστε: «Les petites causes ont bes grandes effets». Αν δε θέλης συ, φίλε κύριε, να μάθης το όνομά μου, ο νουνός μου, ένας αλάνθαστος παρατηρητής, με εβάπτισεν Ατίθασσον”.

Αυτό είναι το γράμμα της κυρίας, την οποίαν μαντεύω. Είναι πολύ επικίνδυνος και δια την απάντησιν απαιτείται ηρωισμός και συνεργασία όλων των χρονογράφων. Εγώ επί του παρόντος δεν τολμώ να δώσω καμίαν απάντησιν.

Γ-ς.

_____________________ 

ΑΥΤΑΙ ΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
«ΘΑΡΡΟΣ» 23 Ιουλίου 1920
Καμμιάν φοράν όταν θέλη κανείς να τονίση εις την υψηλοτέραν νόταν του θυμού του και της απελπισίας του την κακίαν της γυναικός, λέγει: «Αυτή, δεν είναι γυναίκα, είναι θηρίον». Δεν υπάρχει άλλη έκφρασις δυνατωτέρας εκδικήσεως και δυνατωτέρου χαρακτηρισμού.

Εν τούτοις, εν τη κυριολεξία και ουχί αλληγορικώς, η έκφρασις αύτη απεδείχθη πανηγυρικώτατα κατωτέρα της  αληθείας. Ιδού το κατωτέρω επεισόδιον, το οποίον συνέβη εις το θέατρον ποικιλιών της Ολλανδίας. Μεταξύ του θιάσου ήτο και εις δαμαστής λεόντων με δύο θαυμασίους λέοντας.

Μίαν ημέραν ο θηριοδαμαστής, αφού μετά μεγίστης επιτυχίας έπαιξε το μέρος του, εξήλθε του κλωβού υπό τα ενθουσιώδη χειροκροτήματα του πλήθους. Αλλά απ’ έξω από τον κλωβόν ανέμενεν η σύζυγός του. Του ώφειλε κάτι υπόλοιπον από προηγούμενον καυγάν κατά την χθεσινήν νύκτα και τον επερίμενε να τον πληρώση.

Τον έλουσεν από κορυφής μέχρις ονύχων δια των αγριωτέρων ύβρεων και εις το τέλος επλήρωσε τους τόκους της οφειλής της δια των λέξεων:

-«Θα είσαι καλός δαμαστής λεόντων, αλλά πάντοτε είσαι ο πλέον άθλιος, ο πλέον αμαθής, ο πλέον ηλίθιος  σύζυγος απ’ όσους γνωρίζω».

Ο πτωχός βιοπαλαιστής έκαμε γενναίαν υπομονή, αλλ’ επί τέλους δεν εκρατήθη και της απήντησε έξω όχι από τα δόντια, αλλά και από τα μουστάκια του. Η αγαθή σύζυγος χωρίς να χάση καιρόν αρπάζει μίαν σιδηράν ράβδον και ορμά κατ’ αυτού αγρία, αποφασισμένη να τον κατακερματίση.

Ευτυχώς ο δαμαστής επρόφθασε και πηδήσας εις την σκηνήν εχώθη εις τον κλωβόν του και έκλεισεν έσωθεν την θύραν.

Και έμειναν εκεί εν ασφαλεία και εν ειρήνη μεταξύ των θηρίων του απείρως ακινδυνωτέρων και αγαθωτέρων ενός άλλου θηρίου, της γυναικός του.

Και τότε η φιλόστοργος και αθώα σύζυγος, καταστάσα πλέον ανίκανος προς πάσαν επίθεσιν, έστρεψε προς το πλήθος εν βλέμμα θριάμβου και είπεν:

-«Είδατε ποτέ σεις τοιούτου είδους άνανδρον;».

Θεέ μου, ημείς οι γυναίκες εις πολλάς περιστάσεις είμεθα πράγματι αγνώριστες. Μεταβάλλομεν την ψυχοσύνθεσίν μας, δεν γνωρίζομεν την αγάπην, οπλιζόμεθα με ρομφαίαν ή στιλέτο αν θέλετε και κτυπούμε, πληγώνομε αλύπητα, αναξέομεν τας ουλάς και φέρομεν τον θάνατον.

Δεν δίδομεν τουφίτσες από τα μαλλιά μας και τα ωραία μας χεράκια βυθίζοντα με λύσσαν εις την ανδρικήν σάρκα. Και όμως οι άνδρες, αυτά τα αθώα θύματα ενός αδυσωπήτου γάμου, εξακολουθούν δι’ ημάς την τελετήν λατρείας!

Η ΡΕΠΟΡΤΕΡ

_____________________

ΜΙΑ ΦΩΝΗ
«ΘΑΡΡΟΣ» 7 Αυγούστου 1920
Η φωνή εις την ησυχίαν του μεσημεριανού έκαμνε τον ίδιον θόρυβον μιας πιατέλλας που γίνεται χίλια κομμάτια. Έφερε την αναστάτωσιν εις έναν κόσμον ολόκληρον που είχε να την ακούση πάρα πολύ καιρό, του ξυπνούσε το αίσθημα της αμφιβολίας ή της αγάπης, την επιθυμίαν να μάθη την αλήθειαν την οποίαν αλοίμονον δεν ημπορεί να συναντήση εις την σημερινήν εποχήν που είναι περισσότερον υλιστική και ολιγώτερον ειλικρινής και σκερτσόζα.

«Μύλους! Μύλους!» διελάλει κάτω εις το λευκό πεζοδρόμο του συνοικιακού δρόμου η τσιγγάνα. Και εις το άκουσμά της τα παράθυρα με θόρυβον ήνοιγαν και μορφαί με την σφραγίδα της αγωνίας επρόβαλον από παντού. Η μελαχροινή τσιγγάνα με τα δισάκια εις τους ώμους, με την φλόγα εις τα μάτια, με δύο περίεργα αντικείμενα εις τα χέρια, με τα ψεύτικα δακτυλίδια, λυγερή, προκλητική και τσακπίνα, εστάθη εις το μέσον του συνοικιακού δρόμου.

Μια πανδρεμένη που είχε πολλάς αμφιβολίας περί της αγάπης του Ανανία της, μια κοπέλλα που θα είχε κάποιαν πληγήν από τα βέλη του φτερωτού κανακάρη της Αφροδίτης, μια γεροντοκόρη που ματαίως ξαγνάντευε τον αναμενόμενον, όλες αυτές μαζί εκάλεσαν την τσιγγάναν εις το σπίτι.

Και πρέπει να είναι κανείς βέβαιος ότι η καρδιά των πλασμάτων αυτών τα οποία κατέφυγον εις την τσιγγάναν θα έγινε περιβόλι. Τα πρόσωπά των σε λιγάκι έλαμπον από ικανοποίησιν και ευτυχίαν. Η τσιγγάνα εσκόρπισε λόγια με υποσχέσεις και ελπίδας, εγέμισε την τσέπην δεκάρες και έφυγε ψαρεύουσα εις άλλους δρόμους την γυναικείαν αγωνίαν και τα αποτελέσματά της.

Η φωνή της, πολύ γλυκειά, διελάλει πάλιν εντός ολίγου με την συμβολικήν λέξιν το είδος των υπηρεσιών της.

Γ-ς.