Η ανάγκη Θεσμικής Λειτουργίας του Ελληνικού Πολιτικού Συστήματος

Η ανάγκη Θεσμικής Λειτουργίας του Ελληνικού Πολιτικού Συστήματος

Μια διαχρονική παθογένεια από την οποία υποφέρει το εγχώριο πολιτικό σύστημα είναι το σοβαρό έλλειμμα που εμφανίζει η θεσμική του λειτουργία. Υπενθυμίζουμε ότι κύριες συνιστώσες του εν λόγω συστήματος είναι τα πολιτικά κόμματα, των οποίων η οργάνωση και δράση οφείλει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος (άρθρο 29 Συντάγματος σχετικά με την αρχή του πολυκομματισμού). Διακρίνονται σε αυτό ή σε αυτά που ασκούν τη διακυβέρνηση, απαρτίζοντας τη συμπολίτευση και συγκροτώντας την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, και σε εκείνα που αποτελούν τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης.

Κάθε κόμμα εκπροσωπεί ένα ιδεολογικό ρεύμα και διαμορφώνει πολιτική με στόχο να την υλοποιήσει, διεκδικώντας την επιδοκιμασία του εκλογικού σώματος. Συνεπώς, η άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας δεν μπορεί να αποτελεί μονοπώλιο κανενός είτε δεξιού είτε κεντρώου είτε αριστερού κόμματος. Ο λαός αποφασίζει σύμφωνα με τη συνταγματική επιταγή της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας (άρθρο 1 Συντάγματος) ποιος θα κυβερνήσει. Μπορεί σε αυτό το πλαίσιο η πλειοψηφία να στηρίζει το σχηματισμό δεξιάς κυβέρνησης ή να επιθυμεί τη συγκρότηση κεντροαριστερής κυβέρνησης. Σημασία έχει, όπως θα αναλυθεί, αν αυτή η κυβέρνηση υιοθετήσει τις βασικές αρχές θεσμικής λειτουργίας προς όφελος της ομαλής λειτουργίας του πολιτικού συστήματος και του πολιτεύματος.

Η λειτουργία των κομμάτων, όχι μόνο σε επίπεδο εσωτερικής οργάνωσης, αλλά και σε επίπεδο δράσης και άσκησης πολιτικής, πρέπει να είναι θεσμική. Με άλλα λόγια, κάθε πολιτικός σχηματισμός, εκπληρώνοντας το ρόλο του, στο πλαίσιο του πολιτικού συστήματος, οφείλει να τηρεί βασικές αρχές θεσμικής τάξης.

Συγκεκριμένα η δράση των κομμάτων οριοθετείται νομικά από τη συμμόρφωση προς θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος όπως η δημοκρατική αρχή, η αρχή του κράτους δικαίου, η κοινοβουλευτική αρχή, η αρχή της διάκρισης των λειτουργιών, η αρχή της ικανοποίησης του δημοσίου συμφέροντος. Συγχρόνως, η σχέση τους με την κοινωνία πρέπει να διέπεται από ειλικρίνεια.

Ωστόσο, διαπιστώνεται ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα διολισθαίνει σε πρακτικές και συμπεριφορές που σηματοδοτούν σημαντική έκπτωση από την τήρηση των προαναφερθεισών αρχών. Η έκπτωση αυτή οδηγεί σε διάβρωσή τους με επιπτώσεις στην ποιότητα της δημοκρατίας. Η διαπίστωση αυτή, αν και έχει διαχρονική εμβέλεια, εντούτοις αφορά σε μεγάλο βαθμό την τελευταία περίοδο.

Πώς, όμως, θα έπρεπε να λειτουργεί το πολιτικό σύστημα;

Σεβασμός στο Κράτος Δικαίου.Καταρχάς η κυβέρνηση οφείλει κατά την άσκηση των προβλεπομένων στο Σύνταγμα αρμοδιοτήτων της να σέβεται την αρχή του κράτους δικαίου που έχει καθιερωθεί ως βασικό οργανωτικό πρότυπο του σύγχρονου συνταγματικού κράτους. Από την αρχή αυτή απορρέει η υποχρέωσή της να τηρεί τους ισχύοντες κανόνες δικαίου.

Σεβασμός της Διάκρισης των Λειτουργιών – Σεβασμός της Ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης. Στο πλαίσιο αυτό θα έπρεπε να θεωρείται αυτονόητο ότι η κυβέρνηση σέβεται τη θεμελιώδη αρχή της διάκρισης των λειτουργιών (άρθρο 26 Συντάγματος) που συνδέεται με το Κράτος Δικαίου. Είναι κρίσιμο να απέχει από οποιαδήποτε απόπειρα παρέμβασης και άσκησης επιρροής στη Δικαστική Εξουσία προκειμένου αυτή να λειτουργεί προς εξυπηρέτηση των κυβερνητικών συμφερόντων. Συνεπώς η Δικαιοσύνη πρέπει ελεύθερα και αμερόληπτα να μπορεί να ελέγχει τις πράξεις και παραλείψεις των μελών της κυβέρνησης και γενικά της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και ευρύτερα της διοίκησης.

Σεβασμός στο ρόλο των Ανεξάρτητων Αρχών. Επίσης, βασικό στοιχείο θεσμικής λειτουργίας είναι ο έμπρακτος σεβασμός στην αποστολή των Ανεξάρτητων Αρχών, οι οποίες θα πρέπει να επιτελούν το ρόλο τους, όποια κι αν είναι η βούληση της κυβέρνησης.

Σεβασμός στην Κοινοβουλευτική Αρχή και τις Κοινοβουλευτικές Διαδικασίες. Είναι σημαντικό η κυβέρνηση να σέβεται εμπράκτως την κοινοβουλευτική αρχή από την οποία απορρέει ο κανόνας της εξάρτησης της κυβέρνησης από την εμπιστοσύνη της Βουλής. Στο πλαίσιο της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας η κυβέρνηση οφείλει να λειτουργεί και να ενεργεί σεβόμενη και τυπικά και ουσιαστικά τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Συνεπώς, δε θα έπρεπε να αξιοποιούνται αυτές οι διαδικασίες για σκοπούς επικοινωνιακής διαχείρισης θεμάτων της επικαιρότητας. Ειδικά ο κοινοβουλευτικός έλεγχος πρέπει να αποτελεί κομβικό στοιχείο της λειτουργίας της Βουλής. Στο πλαίσιο αυτό, θα έπρεπε ο πρωθυπουργός να προσέρχεται τακτικά και να απαντά ο ίδιος σε ερωτήσεις καλύπτοντας την ουσία των θεμάτων που αποτελούν αντικείμενο της συζήτησης. Θα έπρεπε να «διασταυρώνονται» επιχειρήματα για το ουσιαστικό περιεχόμενο της πολιτικής και όχι να ανταλλάσσονται πυρά για να κερδηθούν πρόσκαιρες εντυπώσεις.

Στοιχείο θεσμικής λειτουργίας είναι και οι διάλογοι εντός Βουλής που όχι απλά θα προάγουν τον πολιτισμό στην πολιτική αλλά θα υπηρετούν και την ανάγκη γνήσιας ενημέρωσης της κοινωνίας.

Κυβερνητική Λειτουργία. Θα έπρεπε να καθιερωθεί η τακτική συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου σε μηνιαία βάση με σαφώς προκαθορισμένη ατζέντα. Στο πλαίσιο κάθε συνεδρίασης είναι σημαντικό να διεξάγεται συζήτηση ουσιαστική για κάθε θέμα και όχι η σύγκληση του Υπουργικού Συμβουλίου να εντάσσεται σε έκτακτους σχεδιασμούς που υπηρετούν ανάγκες επικοινωνιακής διαχείρισης της τρέχουσας πολιτικής κατάστασης μέσω μονολόγων.

Επίσης, η πρακτική κατάθεσης και ψήφισης τροπολογιών θα έπρεπε να περιοριστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Καμία τροπολογία άσχετη με νομοσχέδιο δε θα πρέπει να ψηφίζεται. Ούτε τροπολογίες της νύχτας και της τελευταίας στιγμής με μοναδικό σκοπό την εξυπηρέτηση κάποιου μικρού ή μεγάλου συμφέροντος. Συνεπώς, στοιχείο σεβασμού της θεσμικής λειτουργίας θα αποτελέσει η δέσμευση της επόμενης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας ότι το καθεστώς των τροπολογιών αυτού του είδους τερματίζεται. Και κάθε απόπειρα καταστρατήγησης αυτής της αρχής θα επιφέρει αποπομπή εκείνου που την επιχειρεί.

Πλουραλισμός στην ενημέρωση. Επίσης, αναγκαίο στοιχείο ομαλής λειτουργίας του πολιτικού συστήματος είναι η διαμόρφωση όρων που θα εγγυώνται ότι η ενημέρωση των πολιτών θα είναι αμερόληπτη, σφαιρική, πλουραλιστική. Οι δημοσιογράφοι θα ερευνούν, θα σχολιάζουν, θα κρίνουν ελεύθερα, ανεπηρέαστοι από επιρροές πολιτικής ή επιχειρηματικής φύσεως. Θα επαινούν για τα θετικά, θα επικρίνουν για τα αρνητικά.

Προώθηση του Δημοσίου Συμφέροντος. Η κυβέρνηση που ασκεί εποπτεία και στη δημόσια διοίκηση οφείλει να ενεργεί πάντα προς εξυπηρέτηση αποκλειστικά του συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου. Αντίθετα, είναι γνωστό ότι η εξυπηρέτηση επιμέρους ιδιωτικών συμφερόντων συνδέεται με εξωθεσμικές λειτουργίες και διαδικασίες.

Καθαρές Σχέσεις με Επιχειρηματίες. Η υγιής επιχειρηματικότητα πρέπει να στηρίζεται με διαφανείς όρους. Η κυβέρνηση δεν πρέπει να επιδιώκει να διαμορφώνει όρους προνομιακής-ευνοϊκής μεταχείρισης υπέρ συγκεκριμένων επιχειρηματικών ομίλων, αλλά αντίθετα να εγγυάται ότι θα λειτουργεί ελεύθερα ο ανταγωνισμός σύμφωνα με τους κανόνες του εθνικού και ενωσιακού δικαίου. Στόχος πρέπει να είναι η δημιουργία κλίματος θετικού για επενδύσεις και όχι η συναλλαγή με επιχειρηματίες στο πλαίσιο συμφωνιών κάτω από το τραπέζι.

Ειλικρίνεια. Η κυβέρνηση οφείλει να αναγνωρίζει και να παραδέχεται με εντιμότητα κι ευθύτητα τις αστοχίες, τις αποτυχίες και τα λάθη. Δεν πρέπει να αναζητά άλλοθι και να προβάλλει δικαιολογίες στηριζόμενη στις αποτυχίες του παρελθόντος. Είναι κρίσιμο, συνεπώς, όταν αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση ένα κόμμα να δηλώνει ότι από τη στιγμή εκείνη αναλαμβάνει πλέον και την ευθύνη να διορθώσει, να αναμορφώσει, να δημιουργήσει. Δε θα μπορεί να αναζητά άλλοθι στο χθες. Είναι προτιμότερο να ομολογήσει ότι απέτυχε σε έναν τομέα από το να κάνει το άσπρο μαύρο, να διαστρεβλώνει την πραγματικότητα, να συσκοτίζει την αλήθεια, να μετέρχεται κάθε θεμιτού και αθέμιτου μέσου προκειμένου να αποσείσει τις ευθύνες της και να επιβιώσει στο πλαίσιο της πολιτικής αντιπαράθεσης.

Ουσία και όχι επικοινωνία. Τέλος, οι πολιτικές δυνάμεις οφείλουν να εστιάσουν στην επεξεργασία και εκπόνηση προγραμματικών θέσεων που θα δίνουν λύσεις τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία. Συνεπώς, η έμφαση πρέπει να δοθεί στην ουσία της πολιτικής και όχι στην επικοινωνία καθ’ υπαγόρευση ειδικών επικοινωνιολόγων που λειτουργούν στο περιθώριο και αποξενωμένοι από τα ζητήματα της καθημερινότητας που βιώνει η μέση ελληνική οικογένεια.

Όλα τα παραπάνω στοιχεία συνθέτουν αυτό που αποκαλούμε «θεσμική λειτουργία» του πολιτικού συστήματος, είτε κυβερνά δεξιό κόμμα είτε κεντροαριστερό. Η διασφάλιση αυτής της λειτουργίας εγγυάται και την ομαλή λειτουργία και της δημοκρατίας. Σε διαφορετική περίπτωση διαμορφώνονται συνθήκες που οδηγούν στην εγκαθίδρυση καθεστώτων. Και η σύγχρονη εμπειρία θα έπρεπε να μας έχει κάνει πιο σοφούς σχετικά με τον κίνδυνο μετεξέλιξης, μετάλλαξης του συστήματος της προεδρευομένης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας σε καθεστώς αδιαφάνειας και αυταρχισμού.

Του Οδυσσέα Γ. Σπηλιόπουλου
Πανεπιστημιακού – Νομικού