Η ορεινή οδοποιία «ενώνει» τη Μάνη (τη χρυσή τομή των εννοιών βουνού και θάλασσας)

Η ορεινή οδοποιία «ενώνει» τη Μάνη (τη χρυσή τομή των εννοιών βουνού και θάλασσας)

Η γεωμορφολογία του μανιάτικου τοπίου είναι μοναδική στον ελλαδικό χώρο. Δύο είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του:

1. Η πολύκορφη οροσειρά του Ταϋγέτου με κατεύθυνση ακριβώς Β-Ν σχεδόν ευθύγραμμη, μήκους περίπου 75 χιλιομέτρων από τη «Λαγκάδα» του τουριστικού της Αλαγονίας έως το ακρωτήριο Ταίναρο.

Οι ανατολικές πλαγιές της είναι συμπαγείς – απότομες και πέφτουν με μιας στον κάμπο του Ευρώτα. Αντίθετα, οι δυτικές σπάνε σε πολύπλοκα διακλαδισμένες ράχες, φαράγγια και ρεματιές και χαμηλώνουν μόνο στην επαφή τους με τη θάλασσα, δίνοντας στην πλευρά αυτή ένα πολυσχιδές ανάγλυφο.

2. Το θαλασσινό περίγραμμά της, όπως αυτό προσδιορίζεται από τις ακτές της Κοινότητας Βέργας, το σπήλαιο του Διρού, το ακρωτήριο Ταίναρο έως και το Γύθειο. Πολυδαίδαλο με μικρούς πανέμορφους κόλπους, εκθαμβωτικές θαλασσοσπηλιές, κρυφές γωνιές και αγριωπούς – απότομους κάβους.

Με αυτά τα δεδομένα η κυρτότητα του τοπίου της Μάνης, (μαθηματικά είναι η πρώτη παράγωγος της συνάρτησης της γεωμορφολογίας της), όπως αυτή εκφράζεται για κάθε θέση από το λόγο του ύψους προς το αντίστοιχο οριζοντιογραφικό μήκος από την ακτογραμμή της θάλασσας, μόνο με αυτήν της χερσονήσου του Άθω μπορεί να συγκριθεί: 2.400 μέτρα ύψος σε μέγιστη απόσταση 12 χιλιομέτρων μόνο (!) από τη θάλασσα.

Δυτικά των ακτών της και σε απόσταση 60 μιλίων είναι το μεγαλύτερο βάθος της Μεσογείου, 5.269 μέτρα!

Σε αυτή τη μαγική κυρτότητα του τοπίου της (έξαλου και ύφαλου) και στις κλιματολογικές συνθήκες που δημιουργεί, οφείλεται ο βοτανικός παράδεισός της με τα πολλά ενδημικά και τα εύγευστα αλιεύματά της.

Κοντολογίς το μανιάτικο τοπίο είναι η χρυσή τομή των εννοιών βουνού και θάλασσας.

ΠΡΟΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗ ΜΑΝΗ

Μέσα σε ένα τόσο δύσβατο αλλά αρμονικό, απρόσιτο αλλά μαγικό τοπίο, του γκρίζου ασβεστόλιθου και των αλίμενων ακρογιαλιών, αναπτύχθηκε ένα αξιοθαύμαστα αποτελεσματικό και ισόρροπο δίκτυο συγκοινωνίας, που στηρίχθηκε για αιώνες αποκλειστικά στη μυϊκή δύναμη ανθρώπων, ζώων και των ιστιοφόρων πλεούμενων. Πεδίο δράσης τότε του Μανιάτη ξωμάχου ήταν κυρίως ο πρωτογενής τομέας (κτηνοτροφία -γεωργία- αλιεία).

Σήμερα, όμως, όλο αυτό το τεχνικά άρτιο και σοφά χωροταγμένο (από την αλήθεια των βιοποριστικών αναγκών), συγκοινωνιακό πλέγμα ορεινών μονοπατιών – πεζόδρομων –καλντεριμιών – πετρογεφυρών και μουράγιων έχει «παροπλιστεί» κάτω από την «ευκολία» της μηχανοκίνητης συγκοινωνιακής εξέλιξης. Μόλις πρόσφατα γίνεται προσπάθεια να μεταλλαχθεί ο παλιός βιοποριστικός του ρόλος, στην ανάδειξη και αξιοποίηση του τοπικού τουρισμού, προσφέροντας τη δυνατότητα στον τουρίστα φυσιολάτρη-περιπατητή να κινηθεί επ’ αυτού και να θαυμάσει τη μοναδικότητα του Τοπίου.

ΟΔΟΠΟΙΙΑ Η ΜΟΝΗ ΛΥΣΗ

Με τον όρο ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑ θεωρούμε τη βελτίωση της επικοινωνίας μεταξύ των κατοίκων μιας περιοχής, δηλαδή την ασφαλέστερη – οικονομικότερη και ταχύτερη μετακίνηση ανθρώπων και προϊόντων. Εφόσον αυτή πραγματοποιείται στην ξηρά, ειδικεύεται στην Οδοποιία και τη Σιδηροδρομική, στη θάλασσα στη Ναυσιπλοΐα και στον αέρα στην Αεροπλοΐα .

Από όλες τις προαναφερόμενες δυνατότητες επικοινωνίας πρωτεύοντα ρόλο έχει και θα συνεχίσει να έχει και στο μέλλον στη Μάνη μόνο η οδοποιία. Σχεδιαζόμενη δε και κατασκευαζόμενη με σύνεση και προσοχή, μπορεί να ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΕΙ αλλά και να ΣΕΒΑΣΤΕΙ τη γεωμορφολογική ιδιαιτερότητα του χώρου.

Η δημιουργία ενός βατού και πλήρους οδικού δικτύου αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση ορθολογικού τρόπου κατοίκησης της, καθώς πρακτικά θα μειώσει τις χρονοαποστάσεις μεταξύ του τόπου εργασίας ή αναψυχής και του τόπου κατοικίας των ντόπιων ή των παραθεριστών.

Έτσι μεσοπρόθεσμα, με βάση κυρίως το χρόνο και όχι τη γεωγραφική απόσταση, να δημιουργηθούν συνθήκες επικοινωνίας «Ανοικτής Πόλης», σε όλη τη γεωγραφική έκταση της Μάνης.

ΕΓΚΑΡΣΙΟΣ ΟΡΕΙΝΟΣ ΑΞΟΝΑΣ «ΚΛΕΙΔΙ» ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Η οδοποιία της Μάνης χωρίζεται κατά σειρά χρηστικότητας σε ΕΠΑΡΧΙΑΚΗ-ΔΗΜΟΤΙΚΗ-ΑΓΡΟΤΙΚΗ-ΔΑΣΙΚΗ. Με τον όρο Επαρχιακή Οδό θεωρούμε αυτή που συνδέει δύο διαφορετικές επαρχίες του ίδιου ή γειτονικού νομού.

Η «σπονδυλική στήλη» του οδικού δικτύου της Μάνης είναι η 1η επαρχιακή οδός του Ν. Μεσσηνίας, Καλαμάτα-Καρδαμύλη-Αρεόπολη , η οποία διακλαδίζεται στη 19η επαρχιακή οδό Αρεόπολη–Γύθειο του Ν. Λακωνίας και στην 19η και 23η επ. οδό Αρεόπολη-Πύργος Διρού –Βάθεια, και από τα δύο οδικά σκέλη μέσω Γερολιμένα ή Κότρωνα.

Η κύρια αυτή οδική αρτηρία, η οποία διατρέχει κατά μήκος τη δυτική πλευρά της χερσονήσου της Μάνης με κατεύθυνση από Β-Ν και παράλληλα προς την κορυφογραμμή του Ταϋγέτου, πρέπει να γίνει η ΑΦΕΤΗΡΙΑ ενός δευτερεύοντος επαρχιακού και δημοτικού οδικού δικτύου. Στόχος του είναι η διακίνηση μεταξύ κοινοτήτων της παραλίας και κοινοτήτων της ενδοχώρας (ανεξαρτήτως νομού), ώστε να επαναλειτουργήσει η περιοχή στο σύνολό της προς όφελος όλων, αλλά κυρίως των ημιορεινών και ορεινών κοινοτήτων και συνοικισμών. Έτσι θα αρθούν οι ενδοτοπικές ανισότητες στην ανάπτυξη που «επέβαλλε» ο παράλιος τουρισμός.

Το οφείλουμε στους ημιορεινούς και ορεινούς οικισμούς της Μάνης (ανεξαρτήτως διοικητικών διαχωρισμών), διότι στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας υπήρξαν οι «ακρίτες» του αδούλωτου ελληνισμού.

Προς τούτο κρίνεται αναγκαίος, πέραν των υφιστάμενων αξόνων, ένας κάθετος οδικός άξονας προς την κύρια κατεύθυνση της χερσονήσου της Μάνης, ο οποίος θα συνδέσει τη δυτική με την ανατολική πλευρά της. Ο δρόμος αυτός θα συμβάλει στον επαναπροσανατολισμό ή, καλύτερα, στην αναθέρμανση τόσο των κοινωνικών και εμπορικών σχέσεων των τεχνικά διαχωρισμένων τμημάτων της σε δύο νομούς, όσον και στη διανομή του «τουριστικού ρεύματος» προς το εσωτερικό της Μάνης, και μάλιστα δια μέσου των εντυπωσιακών ορεινών όγκων του Ταϋγέτου και των παρυφών του πανέμορφου «δάσους της Βασιλικής».

Η χρησιμότητα ενός τέτοιου οδικού άξονα είχε εντοπισθεί από τους αρχαϊκούς χρόνους και είχε χρησιμοποιηθεί η φυσική δίοδος του φαραγγιού του Βιρού, η λεγόμενη «Βασιλική οδός» που ένωνε τη Σπάρτη με την ομηρική Καρδαμύλη.

Πρόσφατα η Περιφέρεια Πελοποννήσου, με προϋπολογισμό 3,5 εκ. ευρώ, βελτιώνει και κατασκευάζει ένα τέτοιο οδικό άξονα που συνδέει την Τ.Κ. Μηλέας με την Ι.Μ. Παναγίας Γιάτρισσας. Ο υφιστάμενος χωμάτινος δρόμος, μήκους 9 χλμ., βελτιώνεται στα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του (πλάτος-στροφές – κλίσεις-επικλίσεις κ.λπ.), καθώς και το οδόστρωμά του γίνεται με αντιολισθηρό ασφαλτοτάπητα. Επίσης, γίνεται ορθολογικότερη διαχείριση των ομβρίων υδατων (αναγκαία για την ασφάλεια και συντήρησή του) με την κατασκευή επενδεδυμένης κυκλοφορίσιμης τάφρου από σκυρόδεμα (ενισχύει και το πλάτος της οδού) και την κατασκευή κατάλληλων εγκάρσιων οχετών για την ανεμπόδιστη διέλευση των πολλών ορεινών ορμητικών ρεμάτων που τέμνει η οδός.

Υπό αυτές τις προϋποθέσεις η οδός γίνεται ασφαλής και άνετη ακόμη και τους χειμερινούς μήνες.

Ο συγκεκριμένος οδικός άξονας χωροταξικά είναι η μεσοπαράλληλος της εθνικής οδού Καλαμάτα – Αλαγονία – Σπάρτη και της επαρχιακής οδού Αρεόπολη – Γύθειο και συμβάλλει:

α) Εξυπηρετεί και «ανασταίνει» την επικοινωνία της ανατολικής πλευράς της Λακωνικής Μάνης με τη Δυτική πλευρά της Μεσσηνιακής Μάνης

β) Εξυπηρετεί την επισκεψιμότητα του καστρομονάστηρου της Ι.Μ. Παναγίας Γιάτρισσας και από την πλευρά της Μεσσηνίας

γ) Εξυπηρετεί τον ορειβατικό και «φυσιολατρικό κόσμο» παρέχοντας τη δυνατότητα ασφαλούς επισκεψιμότητας ακόμη και τους χειμερινούς μήνες του «Δάσους Βασιλικής» (της νοτιότερης στην Ευρώπη εξάπλωση της Μαύρης Πεύκης) και των «αδούλωτων κορυφών» (δέκα κορυφές πάνω από 2.000 μέτρα ύψος) του υπερήφανου Πενταδάκτυλου. Η ωφελιμότητα κατασκευής ορειβατικού καταφυγίου και από την πλευρά της Μεσσηνίας γίνεται δυνατή και το αίτημα των ορειβατικών συλλόγων είναι τώρα αξιόπιστο. Ήδη η Περιφέρεια Πελοποννήσου έχει ανταποκριθεί θετικά και έχει κάνει πράξη το αίτημα.

Συμπληρωματικός σε αυτόν τον ορεινό οδικό άξονα είναι και ο υφιστάμενος δασικός δρόμος Εξωχώρι – Σαϊδόνα –προς Δάσος Βασιλικής και Αγ. Δημήτρη, μήκους 17χλμ. Πρέπει και αυτός να βελτιωθεί .

Έτσι οι παραλιακές περιοχές της Δυτικής Μάνης (Καρδαμύλη-Στούπα- Αγ. Νικόλαος- Αγ. Δημήτριος-Τραχήλα) διαμέσου των ημιορεινών Τ.Κ. (Προαστίου-Εξωχωρίου-Σαϊδόνας-Καστάνιας-Πύργου-Καρυοβουνίου-Μηλέας) θα επικοινωνούν πολυκλαδικά με την εθνική οδό Σπάρτης-Γυθείου στις περιοχές Αιγών-Πετρίνας-Ξηροκάμπου-Τραπεζαντή.

Δευτερεύουσα μελλοντική ορεινή διασύνδεση της Δυτικής και Ανατολικής Μάνης, που αίρει τη συγκοινωνιακή απομόνωση της νοτιότερης πλευράς της Δυτικής Μάνης, είναι η ολοκλήρωση και περαιτέρω βελτίωση της διάνοιξης του ορεινού δρόμου Τ.Κ. Λαγκάδας (Μεσσηνιακής Μάνης) με τα Συφιάνικα και την Τ.Κ. Σιδηροκάστρου (Λακωνικής Μάνης).

Ο ΤΑΥΓΕΤΟΣ «ΕΝΩΝΕΙ»

Ο ημιορεινός και ορεινός χώρος της οροσειράς του Ταϋγέτου υπήρξε πολυσύχναστο κέντρο των κοινωνικοοικονομικών δράσεων του Μανιάτη για αιώνες. Κτηνοτροφία – ορεινή γεωργία – υλοτομία – ξυλουργική – καλοκαιρινό τουριστικό κέντρο Αγ. Δημητρίου, Δράκου, Ριντόμου – πανηγύρι Άρνας – παζάρι Μυστρά – θρησκευτικό κέντρο Ι.Μ. Παναγίας Γιάτρισσας, Καψοδεματούσας κ.λπ., απασχολούσαν την πλειοψηφία των κατοίκων της.

Ο χώρος αυτός εξασφάλιζε ελευθερία και επιβίωση κυρίως την εποχή της τουρκοκρατούμενης Ελλάδας ως και από τη δράση των πειρατών στην παραλιακή ζώνη.

Μετά, όμως, το 1950, οπότε η επικοινωνία «περνά» οριστικά στη μηχανοκίνητη συγκοινωνία, η δυσβατότητα του Ταϋγέτου υπήρξε η κύρια αιτία της διάρρηξης του κοινωνικού ιστού της «ορεινής ζωής» των Μανιατών και, δυστυχώς, συνέβαλε ώστε να εγκαταλειφθούν στις υπώρειες των κορυφών του, κόποι και περιουσίες πολλών γενεών.

Η αδυναμία ανάπτυξης (τεχνικά και οικονομικά) της μηχανοκίνητης συγκοινωνίας σε ολόκληρο το γεωγραφικό χώρο της Μάνης υπήρξε η κύρια αιτιολογία της Κεντρικής Διοίκησης να προβεί στη γεωγραφική διχοτόμησή της σε δύο νομούς.

Σήμερα, όμως, οι τεχνοοικονομικές δυνατότητες προσανατολισμένες από την τάση τουριστικής ανάδειξης και αξιοποίησης ισόρροπα του μανιάτικου τοπίου στο σύνολό του είναι σε θέση, με τη δέουσα βέβαια προσοχή και σεβασμό, να «αναστήσουν» την χρησιμότητα της ενδοτοπικής επικοινωνίας και με τα σύγχρονα συγκοινωνιακά μέσα.

Έτσι αποδεικνύεται ότι ο Ταΰγετος δε «διχοτομεί», αλλά αποτελεί το διαχρονικό συνδετικό κρίκο των πλευρών της χερσονήσου της.

Του Παναγιώτη Γιαννακέα
Πολιτικού μηχανικού ΕΜΠ, διευθυντή Δ.Τ.Ε./Π.Ε. Μεσσηνίας