Το κόστος εξαφανίζει το ελαιόλαδο από τα τραπέζια της εστίασης

Το κόστος εξαφανίζει το ελαιόλαδο από τα τραπέζια της εστίασης

Τι λένε οι πρόεδροι των συλλόγων Καλαμάτας και Μεσσηνίας

Αν είστε από τους ανθρώπους που σας αρέσει να τρώτε συχνά έξω, σε εστιατόρια και ταβέρνες, και είστε λίγο παρατηρητικοί, θα έχετε πιθανότατα εντοπίσει μια μεγάλη αλλαγή. Ενώ τους προηγούμενους μήνες αυτό που έφτανε πρώτο στο τραπέζι μαζί με το κουβέρ ήταν ένα μπουκαλάκι με ελαιόλαδο, από το τέλος του καλοκαιριού και μετά το μπουκαλάκι έχει… εξαφανισθεί. Ελαιόλαδο στην πλειοψηφία των περιπτώσεων θα φθάσει στο τραπέζι μόνο όταν το αναζητήσει ο πελάτης!

Κι αν αυτό παρατηρείται σε καταστήματα εστίασης στη Μεσσηνία, φανταστείτε τι συμβαίνει σε άλλες περιοχές.

Η υψηλή τιμή του ελαιολάδου έχει επηρεάσει και αυτόν τον τομέα, με τους δύο Συλλόγους Εστίασης, Καλαμάτας και Μεσσηνίας, να εκφράζουν την ανησυχία τους για την αύξηση του κόστους λειτουργίας των επιχειρήσεων και τις συνέπειες που αυτό έχει.

Ήδη, όπως μας σχολίασαν, οι τυποποιητικές εταιρείες δε συσκευάζουν ελαιόλαδο σε μικρές συσκευασίες, παρά μόνο κατόπιν παραγγελίας, ενώ οι πωλητές άλλων ελαίων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην εστίαση κάνουν… «πάρτυ»!

Η αναζήτηση, ωστόσο, φθηνότερων λύσεων θα οδηγήσει σε χαμηλότερη ποιότητα προσφερόμενων προϊόντων, ενώ η μαύρη αγορά και πιθανότατα η νοθεία του έξτρα παρθένου ελαιολάδου, είναι και πάλι προ των πυλών! Κι όπως είπε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του Συλλόγου Εστίασης Μεσσηνίας, Γιάννης Κολοβός, εκεί που στη Μεσσηνία είχαν αρχίσει να γίνονται σημαντικά βήματα για τη σωστή προώθηση και πώληση ελαιολάδου, θα γυρίσουμε «στο μπουσούλημα»!

Χαρακτηριστικό είναι ότι μάγειρες και σεφ αναζητούν μενού με όσο το δυνατόν λιγότερη χρήση ελαιολάδου.

Υψηλό κόστος
Για την έλλειψη ελαιολάδου από τα τραπέζια των καταστημάτων, ο πρόεδρος του Συλλόγου Καταστημάτων Εστίασης και Αναψυχής Καλαμάτας, Νίκος Μαλαπέτσας, σημείωσε ότι υπάρχει πρόβλημα με τους προμηθευτές τους, οι οποίοι πλέον δεν προχωρούν σε εμφιάλωση μικρών συσκευασιών, καθώς δεν τους συμφέρει. Όποιο κατάστημα θέλει, πρέπει να κάνει παραγγελία για να του ετοιμάσουν μικρές συσκευασίες με ελαιόλαδο, καθώς δεν υπάρχουν καθόλου ετοιμοπαράδοτα.

Ο δεύτερος, φυσικά, λόγος που δε βλέπουμε το μπουκαλάκι με το ελαιόλαδο τόσο συχνά πάνω στα τραπέζια της εστίασης, είναι το κόστος, το οποίο έχει τριπλασιασθεί. «Πέρυσι ένα μπουκαλάκι των 100 ml θα το παίρναμε 50-60 λεπτά του ευρώ. Τώρα έχει φτάσει 1,5 ευρώ και σε κάποιες περιπτώσεις 2. Αν, λοιπόν, έχεις στο μαγαζί 20 τραπέζια, αμέσως είναι ένα κόστος 40 ευρώ, και αυτό κάθε επιχειρηματίας το σκέπτεται. Το πρόβλημα, όμως, δεν εστιάζεται μόνο στα μπουκαλάκια. Ένα μέσο κατάστημα εστίασης χρειάζεται περίπου 400 κιλά ελαιολάδου τη σεζόν. Εκεί είναι το μεγάλο πρόβλημα. Το κόστος είναι τεράστιο, όταν από 3-3,5 ευρώ που είχε το ελαιόλαδο, εκτινάχθηκε στα 10 και 12 ευρώ το κιλό», τόνισε ο κ. Μαλαπέτσας.

Το πρώτο που σκέφτεται ένας επαγγελματίας είναι η στροφή σε άλλα έλαια και όπως είπε ο κ. Μαλαπέτσας, δυστυχώς είναι σίγουρο ότι σε κάποια προϊόντα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί άλλο είδος λαδιού, θα χρησιμοποιηθεί. «Βλέπω ότι αυτό συμβαίνει, και οι επιχειρηματίες το αναζητούν στην αγορά. Και οι ίδιοι οι προμηθευτές έρχονται και το προτείνουν. Βέβαια, το ελαιόλαδο δεν μπορεί να αντικατασταθεί σε νωπά πιάτα, όπως οι σαλάτες, αλλά θα μειωθεί η ποσότητα. Αυτό δεν είναι καλό ούτε για την εστίαση ούτε για τους παραγωγούς. Γιατί όταν μειωθεί η ζήτηση από εμάς, θα μειωθεί κάποια στιγμή και η τιμή. Ίσως όχι τώρα που η ζήτηση από το εξωτερικό είναι μεγάλη, αλλά κάποια στιγμή. Φοβάμαι, όμως, ότι η έλλειψη ελαιολάδου θα αφήσει αποτύπωμα στην ποιότητα του φαγητού στην εστίαση. Το ελαιόλαδο είναι αναντικατάστατο κομμάτι της γευσιγνωσίας μας», συμπλήρωσε ο πρόεδρος της ΣΚΕΑΚ.

Ο κ. Μαλαπέτσας διευκρίνισε ότι η υψηλή τιμή πώλησης του ελαιολάδου βοηθά την οικονομία της Μεσσηνίας, αφού τα χρήματα θα επιστρέψουν στην αγορά του νομού.

Επίσης, επισήμανε ότι πρέπει οι τυποποιητές να εξετάσουν τη δυνατότητα να συσκευάσουν ελαιόλαδο σε μικρότερη συσκευασία, έστω και των 30 ml.

«Ως Σύλλογος δε θέλουμε σε καμία περίπτωση για την περιοχή μας να εκλείψει το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο από το τραπέζι της εστίασης. Είναι διαφήμιση και προβολή για τον τόπο μας. Έστω και με μέτρο θα πρέπει να υπάρχει πάντα στο τραπέζι. Και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί άλλο έλαιο σε νωπά πιάτα ή το ελαιόλαδο να μην είναι έξτρα παρθένο Καλαμάτας. Αλλιώς θα είναι δυσφήμιση και θα το πληρώσουμε στο μέλλον», κατέληξε ο κ. Μαλαπέτσας.

Κίνδυνοι για την ποιότητα
Μόνο από το καλοκαίρι και μετά η τιμή του ελαιολάδου αυξήθηκε κατά τουλάχιστον 30%, όπως σημείωσε ο πρόεδρος του Συλλόγου Εστίασης Μεσσηνίας, Γιάννης Κολοβός. «Όταν κάποιος αρχίζει να ψάχνει την πιο χαμηλή τιμή, αυτό ενέχει κίνδυνο για την ποιότητα του ελαιολάδου. Ξαναγυρίζουμε στη “μαύρη αγορά” και στη χύμα πώληση. Όταν δε βρίσκεις να αγοράσεις, θα καταφύγεις στο χύμα ελαιόλαδο. Δυστυχώς, η ποσότητα ελαιολάδου μικραίνει στα πιάτα και στο τέλος θα δουλεύουμε με μεζούρα όπως στα ποτά», είπε μεταξύ σοβαρού και αστείου ο κ. Κολοβός, αναγνωρίζοντας ότι πράγματι τον τελευταίο καιρό παρατηρείται στροφή της εστίασης σε άλλες μορφές ελαίων, τις οποίες τα καταστήματα Μεσσηνίας είχαν αφήσει πίσω.

Μάλιστα, σχολίασε πως ήδη κάποιοι μάγειρες και σεφ προσπαθούν να δημιουργήσουν ένα νέο συνταγολόγιο, που να μην είναι τόσο απαραίτητο το ελαιόλαδο. «Εκεί που ως Μεσσηνία είχαμε σηκωθεί και είχαμε αρχίσει να “περπατάμε” στον τομέα του ελαιολάδου και είχαμε πει όχι στη χύμα πώληση, γυρίζουμε πίσω και αρχίζουμε να μπουσουλάμε πάλι», τόνισε.

Σε ό,τι αφορά το πλαφόν, σημείωσε πως κατά τη δική του άποψη θα έπρεπε να υπάρχει κατώτατης τιμής, προτείνοντας τη δημιουργία ενός παρατηρητηρίου ελιάς και ελαιολάδου από το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και την Περιφέρεια που θα δίνει κατευθύνσεις.

Όπως είναι λογικό, το λειτουργικό κόστος στα καταστήματα εστίασης αυξάνει, ενώ το επόμενο οικονομικό πλήγμα που περιμένουν, όπως είπε ο κ. Κολοβός, είναι από την τιμή του προπανίου για τη θέρμανση των εξωτερικών χώρων των καταστημάτων, οι οποίοι πλέον μετά την πανδημία, αλλά και λόγω του αντικαπνιστικού νόμου, δουλεύουν πολύ περισσότερο από τους εσωτερικούς.

Της Βίκυς Βετουλάκη