Καθηγητής του ΑΠΘ: «Ο Ταΰγετος είναι ένα δύσκολο βουνό»

Καθηγητής του ΑΠΘ: «Ο Ταΰγετος  είναι ένα δύσκολο βουνό»

Εξηγεί γιατί είχαμε δασικές πυρκαγιές από το Μάρτιο

Αν και βρισκόμαστε στις αρχές Απριλίου, έχουν ήδη καταγραφεί μεγάλες δασικές πυρκαγιές στη χώρα μας και, μάλιστα, σβήστηκαν έπειτα από αρκετές μέρες, παρότι δεν υπήρχε καύσωνας ή πολύ υψηλές θερμοκρασίες.

Στο μεταξύ, ένα δύσκολο καλοκαίρι αναφορικά με το πρόβλημα των δασικών πυρκαγιών, το οποίο δε θα διαφέρει ουσιαστικά από το περσινό, αναμένει για φέτος ο ομότιμος καθηγητής Δασολογίας και Περιβάλλοντος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Θεοχάρης Ζάγκας, ο οποίος μίλησε στο ethnos.gr.

Ο Όλυμπος της νότιας Ελλάδας

Γιατί, όμως, είχαμε φωτιές από το Μάρτιο; Όπως αναφέρει, αυτό οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, που σχετίζονται τόσο με φυσικά αίτια (κλιματική αλλαγή, ζεστός χειμώνας) όσο και με την ανθρώπινη ολιγωρία, αφού εξακολουθεί να παρατηρείται στη χώρα μας μεγάλη αδυναμία στην πρόληψη αλλά και στην έγκαιρη αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών. Σε αυτά θα πρέπει να προστεθεί και η μεγάλη έλλειψη υποδομών και μέσων που αντιμετωπίζουν οι δασικές υπηρεσίες.

Αν και βρισκόμαστε στις αρχές Απριλίου, έχουν ήδη καταγραφεί μεγάλες δασικές πυρκαγιές στη χώρα μας (Ταΰγετος, Πιέρια Όρη, Λασίθι) και μάλιστα σβήστηκαν έπειτα από αρκετές ημέρες, αν και δεν υπήρχε καύσωνας ή πολύ υψηλές θερμοκρασίες. Αυτό, κατά τον κ. Ζάγκα, οφείλεται κυρίως στο δύσβατο του εδάφους που ξέσπασαν οι πυρκαγιές αλλά και στο γεγονός ότι σημειώθηκαν καθυστερήσεις στο σχεδιασμό για την κατάσβεσή τους.

«Στα Πιέρια Όρη η πυρκαγιά ξέσπασε σε δύσβατη περιοχή, ενώ ο Ταΰγετος είναι ένα δύσκολο βουνό, το οποίο προσωπικά χαρακτηρίζω ως τον Όλυμπο της νότιας Ελλάδας. Ούτε το Λασίθι είναι μία εύκολη περιοχή, για να αντιμετωπιστεί μία πυρκαγιά, αφού εκεί έχουμε οροπέδιο. Όμως, θα έπρεπε να είναι και πιο γρήγορη η πρόσβαση στα σημεία των πυρκαγιών», σημειώνει στο ethnos.gr ο κ. Ζάγκας.

Άμεση επέμβαση

Κατά τον ίδιο, μία παράμετρος, που σε κάποιον βαθμό επηρεάζει τον αριθμό αλλά και το μέγεθος των δασικών πυρκαγιών, είναι η συχνότητα των βροχοπτώσεων κατά τη διάρκεια της άνοιξης. Αν τη συγκεκριμένη περίοδο οι βροχοπτώσεις είναι πολλές, θεριεύει η ποώδης βλάστηση και δημιουργείται περισσότερη εύφλεκτη ύλη. Σημειώνει, ωστόσο, ότι η σύνδεση πολλών βροχών την άνοιξη και μεγάλων πυρκαγιών το καλοκαίρι δεν τεκμαίρεται από επιστημονικά δεδομένα, αλλά από την εμπειρία που έχει συσσωρευτεί.

Παράλληλα, ο κ. Ζάγκας αναφέρει ότι δεν είναι πρωτόγνωρο για τη χώρα μας να έχουμε μεγάλες πυρκαγιές από το Μάρτιο ακόμα. «Τα δρυοδάση καίγονται συνήθως το Μάρτιο, αφού τότε ρίχνουν τα φύλλα τους και δημιουργείται ένα “στρώμα” στο έδαφος, το οποίο μπορεί να είναι πάχους δέκα εκατοστών. Αυτό αποτελεί εύφλεκτη ύλη. Να αναφέρω ως παράδειγμα πυρκαγιά σε δρυοδάσος, που ξέσπασε πριν από λίγα χρόνια μήνα Μάρτιο στο Νευροκόπι», τονίζει ο ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ.

Σύμφωνα με τον κ. Ζάγκα, δύο είναι οι βασικότερες παράμετροι για την αντιμετώπιση του μείζονος για τη χώρα μας προβλήματος των δασικών πυρκαγιών. Η λήψη μέτρων στον τομέα της πρόληψης και η άμεση επέμβαση, εντός δέκα λεπτών, των δυνάμεων για την κατάσβεσή της. «Πρέπει να βρισκόμαστε πάντοτε σε ετοιμότητα. Με τον πρώτο καπνό, εντός δέκα λεπτών, να επεμβαίνουμε. Δυστυχώς, σήμερα καθυστερούμε πάρα πολύ να επέμβουμε, αφού μπορεί να περάσουν δύο, τρεις ή και πέντε ώρες. Αναφέρω ως παράδειγμα την πυρκαγιά στα Πιέρια, όπου ήταν πολύ καθυστερημένη η επέμβαση για την κατάσβεσή της. Επίσης, δεν έχουμε δει σωστά ως χώρα το θέμα της πρόληψης των δασικών πυρκαγιών. Οι δασικές πυρκαγιές που είχαμε φέτος, χτυπούν το καμπανάκι του κινδύνου. Αν δε βρεθεί λύση στο θέμα της άμεσης πρόσβασης, θα έχουμε και φέτος τα ίδια προβλήματα, όπως και τα προηγούμενα χρόνια», τονίζει ο κ. Ζάγκας.

Να αλλάξει η φιλοσοφία

Ο ίδιος σημειώνει ακόμα ότι για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα θα πρέπει να αλλάξει η φιλοσοφία κατάσβεσης των πυρκαγιών από τις πυροσβεστικές δυνάμεις, οι δασικές υπηρεσίες να έχουν ενεργότερο ρόλο στην αντιμετώπισή τους, με την προϋπόθεση να καλυφθούν τα κενά τους σε υποδομές και μέσα, αλλά και να ενεργοποιηθεί ολόκληρη η κοινωνία απέναντι στο πρόβλημα.

«Η Πυροσβεστική Υπηρεσία δεν μπορεί να επέμβει συνήθως σε δυσπρόσιτες περιοχές. Περιμένει να κατέβει η φωτιά στο δρόμο, για να την αντιμετωπίσει, όμως τότε είναι πολύ αργά, αφού οι φλόγες έχουν ήδη θεριέψει. Δίνουμε μεγάλο βάρος στα εναέρια μέσα κατάσβεσης, όμως η συνεισφορά τους έχει προϋποθέσεις. Δεν πετάνε το βράδυ και με πολύ υψηλούς ανέμους, ενώ συχνά παρουσιάζουν βλάβες. Η δασική υπηρεσία γνωρίζει το ανάγλυφο της κάθε περιοχής και η συνεισφορά της μπορεί να έχει ουσιαστικότερο αποτέλεσμα. Όμως, αν δεν ενισχυθούν οι δασικές υπηρεσίες με τον κατάλληλο εξοπλισμό, η συνδρομή τους θα αποτελέσει “κενό γράμμα”. Και η Τοπική Αυτοδιοίκηση πρέπει να διαδραματίζει το ρόλο της. Να ελέγχει και να καθαρίζει περιοχές από ξερόχορτα, αλλά και να καταμερίζει ευθύνες σε αδιάφορους πολίτες. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος των δασικών πυρκαγιών πρέπει να ευαισθητοποιηθεί ολόκληρη η κοινωνία και να μην τα περιμένουμε όλα από τους φορείς», αναφέρει ο ομότιμος καθηγητής Δασολογίας και Περιβάλλοντος του ΑΠΘ.

Ο ιδιαίτερα θερμός φετινός χειμώνας αποτελεί, κατά τον κ. Ζάγκα, μία από τις αιτίες που καταγράφηκαν πολύ νωρίς φέτος μεγάλες δασικές πυρκαγιές. Όπως λέει χαρακτηριστικά, σε περιοχές με αρκετό υψόμετρο φέτος δεν έχουμε σχεδόν καθόλου χιόνια, ενώ ακόμα και στις κορυφές των βουνών το χιόνι είναι λιγοστό. «Δε θα πρέπει να έχουμε την κλιματική αλλαγή ως δικαιολογία. Η κλιματική αλλαγή είναι εδώ και θα πρέπει να προσαρμοστούμε στα δεδομένα. Το μείζον ζήτημα είναι τι κάνουμε εμείς για την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών. Αν επιμείνουμε στα αποτυχημένα μοντέλα που ακολουθούμε σήμερα, θα συνεχίσουμε να αντιμετωπίζουμε τα ίδια προβλήματα κάθε χρόνο», καταλήγει ο κ. Ζάγκας.