«ΘΑΡΡΟΣ» 26 Απριλίου 1933: Μια ματιά εις τους φτωχούς

«ΘΑΡΡΟΣ» 26 Απριλίου 1933: Μια ματιά εις τους φτωχούς

-Πού είναι εγκατεστημένο το Δημοτικό Ιατρείο
-Η… αίθουσα αναμονής των φτωχών
-Ένα δωματιάκι με έναν πάγκο
-Ποίαι αι ανάγκαι του
-Τι πρέπει να διορθωθή
-Δίκαιος έπαινος εις τον ιατρόν του Δημοτικού Ιατρείου

Παίρνοντας τον δρόμο απ’ την μικρή πλατεία των Αγίων Αποστόλων για τον Άγιο Ιωάννη, δύο μέτρα από την γωνία της νεόδμητης λαχαναγοράς, έξω μιας θύρας υπάρχει η επιγραφή: «Δημοτικόν Ιατρείον». Ρίχνετε μια ματιά προς τα άνω και βλέπετε ένα μονάκριβο δωματιάκι, που αναντίρρητα θα νομίσητε πως χρησιμεύει για τον φύλακα της… τρανής λαχαναγοράς. Διερωτάσθε: πού έχει εγκατασταθή αυτό το «Δημοτικό Ιατρείο;». Και δικαιολογημένα, αφού δεν μπορεί να χωρέση ανθρώπινος νους πως σ’ ένα μικρό – πολύ μικρό δωμάτιο μπορεί να λειτουργή Ιατρείο και μάλιστα Δημαρχιακό, που οι ανάγκες του είναι τόσο μεγάλες για την εξυπηρέτηση της φτωχολογιάς.

Α, ίσως να βρίσκεται εγκατεστημένο σε μέρος που δεν είναι ορατό. Ας επιχειρήσουμε λοιπόν να το γνωρίσουμε σαν πολίται Καλάμιοι και ας φροντίσουμε με κάθε δυνατό τρόπο να μεταδώσουμε και εις τους λοιπούς συμπολίτας μας Καλαματιανούς μια αμυδρή εικόνα του φιλανθρωπικού αυτού ιδρύματος, για να ξέρουν και αυτοί – σαν φορολογούμενοι – ποίο είναι το μοναδικό δημοτικό μέρος που βρίσκει άσυλο και ανακούφιση ο φτωχός, ο δυστυχής, ο άμοιρος κόσμος της πόλεώς μας.

Αίθουσα… αναμονής
Η ώρα είναι 11 πρωινή. Εισερχόμεθα και αρχίζουμε να ανεβαίνουμε μια σιδηρά κλίμακα, από εκείνες ακριβώς που τοποθετούν εις τις πανύψηλες ταράτσες των πλουσιοσπιτιών και τους μιναρέδες των τουρκικών τζαμιών. Δεν έχει σημασία αν οι τελευταίες είναι πέτρινες, το γεγονός είναι ότι αι διαστάσεις της είναι τέτοιες, ώστε να είναι κάπως δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να τις ανέβει πυρέσσων συνάνθρωπος ή ασθενής φτωχός.

Ας είναι, προχωρούμε. Τελειώνουμε το σκαλοανέβασμα και βρισκόμαστε μπρος σ’ έναν ξύλινο ερειπωμένο καναπέ τοποθετημένο σ’ έναν μικρό – ανεπαίσθητο – χώρο, που χρησιμεύει για την αναμονή των ασθενών δυστυχών. Ρίχνουμε ένα βλέμμα γύρω μας και αισθανόμεθα τη αληθεία αποτροπιασμόν για την πρώτη εντύπωση που μας προξενεί το ίδρυμα εκείνο που λέγεται «Δημοτικό Ιατρείο».

Αίσχος, εντροπή, μία πόλις με σεβαστόν αριθμόν κατοίκων, με τόσους δημοτικούς πόρους, με τόσα κέντρα διασκεδάσεως και χαρωπής ζωής, να μην έχει ένα μέρος, μια υποφερτή αίθουσα αναμονής για τους αποκλήρους της τύχης, για τους φτωχούς τους αξίους πάσης συμπαθείας συνανθρώπους μας. Περιμένουν οι άμοιροι καθισμένοι στα σιδηρόσκαλα, τρεμουλιαστοί και αξιολύπητοι, ελεεινοί και δυστυχισμένοι να έρθη η σειρά τους, να μπουν στο μοναδικό δωμάτιο που βρίσκεται το Ιατρείο, να πουν στο γιατρό τον πόνον τους, το πάθημά τους, την αρρώστειά τους.

… Δυστυχείς φτωχοί…

Αποφασίζουμε, μπαίνουμε στο Ιατρείο.

-Γιατρέ μου, τα σέβη μας…

-Καλώς ήλθατε. Πού οφείλεται η επίσκεψίς σας; Εις τι μπορώ να σας εξυπηρετήσω; Είμαι εις την διάθεσίν σας. Περιμένετε μόνον λίγο να εξετάσω τον ασθενή.

-Δεν θα σας απασχολήσουμε εις τίποτε. Απλώς επίσκεψη του Δημοτικού Ιατρείου κάνομε.

Εν τω μεταξύ μας δίδεται η ποθητή ευκαιρία να περιεργασθούμε λεπτομερώς το Δημοτικό Ιατρείο. Δεν πρέπει να αφήσουμε να μας διαφύγη η στιγμή αυτή.

Το μονάκριβο δωμάτιο
Ρίπτουμε μετά προσοχής τα βλέμματά μας γύρω μας και εξετάζουμε τα πάντα. Ατυχώς παρ’ όλες τις δυνατές επιείκειες δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε πως βρισκόμαστε σε ιατρείο. Μόλις και μετά βίας χωρούσε εις το δωμάτιο αυτό ο ιατρός, ο ασθενής και εμείς. Τι φρίκη! Τι απελπισία! Ένας πάγκος στο βορεινό μέρος του δωματίου χρησιμεύει για κρεββάτι, που πέφτουν και εξετάζονται οι ασθενείς. Ένα γραφειάκι που κάθεται ο ιατρός και γράφει τις συνταγές, και ένα γυάλινο τραπεζάκι, που εναποτίθενται τα εργαλεία του ιατρού, αποτελούν το όλον των επίπλων του… μεγάλου Δημοτικού Ιατρείου. Τίποτε, απολύτως τίποτε άλλο δεν βρίσκεται μέσα. Εις το δωματιάκι  αυτό πρέπει να γδυθή ο ασθενής, να τον εξετάση ο γιατρός, να του δώση τις απαιτούμενες οδηγίες, να πάρη την συνταγή του και να απέλθη. Οι λοιποί ασθενείς ή πρέπει να βρίσκονται όρθιοι εκεί, ή να αναμένουν πυρέσσοντες στον ξύλινο καναπέ που βρίσκεται έξω ή να κάθωνται στα σιδηρόσκαλα της κλίμακος χλωμοί και αξιολύπητοι, που σας προκαλούν τον οίκτο, τη συμπάθεια.

Καταφύγιο φτωχολογιάς
Εκεί είναι το καταφύγιο των φτωχών, των ανθρώπων εκείνων που παρ’ όλη την έντιμη ζωή τους, την ολοήμερη βαρειά εργασία τους, δεν μπορούν, δεν αντέχουν να κάμουν διαφορετικά. Τα έσοδά τους δεν το επιτρέπουν να προσφεύγουν αλλού, για να βρουν αληθινή, ειλικρινή προστασία και υποστήριξη. 

Αλλά γιατί να περιορισθούμε μόνον στους ανθρώπους αυτούς που έχουν επί τέλους ένα στήριγμα – την εργασία τους – και να μην αναφέρουμε και τους άλλους ασθενείς επισκέπτας του ιατρείου, οι οποίοι εντελώς έρημοι και απροστάτευτοι στον κόσμο; Ναι! Μην θεωρηθή υπερβολή. Στο Δημοτικό Ιατρείο – αν παρακολουθήση κανείς – βλέπει να ανεβαίνουν γυναικούλες φτωχές χωρίς προστασία, χωρίς κηδεμονία στον κόσμο, που η τύχη έτσι τώθελε να τις κάμη μητέρες, φέρνουν τα παιδάκια τους στο γιατρό με δάκρυα στα μάτια, με κάποιον δυνατό πόνο στην ψυχή, να τις παρηγορήση, να τους δώση ελπίδα για την τύχη του μονάκριβου ίσως παιδιού τους. Ο άνδρας τους; Μέθυσος και ακάματος έρμαιον της αθλίας ζωής του, δεν πονή, δεν ενδιαφέρεται για το παιδί πώφερε στον κόσμο.

Και άνδρες, που ο άμυαλος βίος τους, με άσκοπα γλέντια, με τις εφήμερες επιδείξεις, με την τρελλή ζωή, τους κατήντησε ραμολίδες και αρρωστιάρηδες, ανέρχονται βραδυκίνητα τις κλίμακες του ιατρείου ζητώντας έστω στιγμιαία ανακούφιση, πρόσκαιρη γιατρειά.

Ο γιατρός του ιατρείου κ. Βασιλάκης, ένας αληθινός προστάτης της φτώχειας, πιστός κέρβερος του καθήκοντος, όρθιος επί ολόκληρες ώρες, εργάζεται για την περίθαλψη, για τη θεραπεία των φτωχών, δυστυχών, αξιολυπήτων πελατών του. Όλους τους εξετάζει με ένα ειλικρινές ενδιαφέρον, με μια εξαιρετική προσπάθεια. Φροντίζει να ευχαριστήση, να ικανοποιήση τις τόσες αναρίθμητες απαιτήσεις. Τους τόσους φτωχούς πελάτας του, και το κατορθώνει.

Είναι άξιος θαυμασμού και παντός επαίνου, τον συγχαίρομεν δε ολοψύχως.

Τι πρέπει να γίνη
Δεν επιθυμούμεν να χαρακτηρισθώμεν πως από πάθος έναντι της Δημοτικής μας Αρχής χαράσσωμεν τις θλιβερές αυτές γραμμές, και εκφράζουμε την λύπην μας για το κατάντημα αυτό που βρίσκεται το Δημοτικό μας Ιατρείο. Όχι! Είναι μια αλήθεια, την οποίαν οφείλομεν να διακηρύξωμεν όσον δήποτε θλιβερή και να είναι. Ίσως τούτο συντελέση για την καλλιτέρευση της ελεεινής αυτής καταστάσεως που στιγματίζει τον πολιτισμό μας, και μας παρουσιάζει εις πάντα ξένον ως υστερούντες εις φιλάνθρωπα αισθήματα, εις αισθήματα φιλαλληλίας.

Η κατάστασις αυτή πρέπει να διορθωθή και μάλιστα ταχέως, άνευ ουδεμιάς αναβολής. Πάσα αναβολή θα είναι εγκληματική. Ο Δήμος έχει υποχρέωσιν ιεράν να ενδιαφερθή ειλικρινώς για την τύχη των φτωχών ανθρώπων του. Ο φτωχός κόσμος υποφέρει, οι ασθενείς πρέπει να βρίσκουν άσυλο, περιποίηση, σε ένα ίδρυμα φιλανθρωπικό εις την πραγματικότητα.

Επί της ταράτσας της λαχαναγοράς με μικρήν δαπάνην μπορεί να ανεγερθούν δύο – τρία δωμάτια, τα οποία να χρησιμεύουν για την αναμονή των ασθενών και την λοιπήν άνετον λειτουργίαν του ιατρείου. Μία νοσοκόμος, καλώς κατηρτισμένη είναι απαραίτητος δια τας ανάγκας του ιατρείου. Δεν μπορεί να εννοηθή ιατρείον άνευ νοσοκόμου. Μία καθαρίστρια δια την καθαριότητά του, είναι όπως δήποτε ανάγκη να προσληφθή.

Εν πάση περιπτώσει πιστεύωμεν πως αι ανάγκαι του Δημοτικού μας Ιατρείου θα θεραπευθούν ταχέως, ελπίζομεν δε πως το Δημοτικόν Συμβούλιον θα διορθώση μίαν κατάστασιν αδικαιολόγητον και λυπηράν.

ΜΙΧ. ΣΑΡ.