«Της κερασιάς απέναντι, πείτε της πως τη θέλω»

«Της κερασιάς απέναντι,  πείτε της πως τη θέλω»

Έχω μια κερασιά απέναντι από το σπίτι μου. Χρόνια τώρα την καλημερίζω κάθε πρωί, παρακολουθώντας την ομορφάδα της, ειδικά την εποχή που ανθίζει, ενώ κατόπιν περιμένω με λαχτάρα να γευτώ τους κόκκινους καρπούς της.

Άλλαξαν οι εποχές… Πέρσι τέτοιον καιρό μού είχε προσφέρει απλόχερα τους καρπούς της, φέτος όμως τη βλέπω μαραζωμένη. Δυο-τρεις καρποί κρέμονταν στα κλαριά της έτσι σαν κόκκινα δάκρυα.

Την καθησύχασα. Θα πάω στην αγορά να βρω, της είπα, μην κλαις.

Μια και δυο πήγα στην αγορά (τι ήθελα και πήγα). Κοιτώντας τις τιμές μια ελαφριά ζαλάδα μού ήρθε. 18 ευρώ το κιλό. Δεν μπορεί, λέω, πήγα πιο δίπλα. 17, 99 έγραφε. Γέλασα, κοίταξα τον τραπεζικό μου λογαριασμό, πήρα ένα ντεπόν που είχα μαζί μου και έφυγα για το σπίτι. Χαιρέτησα την παραπονεμένη κερασιά απέναντι και ξέχασα τα κεράσια για φέτος.

Η ΕΙΔΗΣΗ: Μπορεί στην αγορά να βγήκαν τα πρώιμα κεράσια, ωστόσο η τιμή τους σε πολλές των περιπτώσεων προκαλεί ζάλη στους καταναλωτές.

Ο παγετός του Μαρτίου, λένε, κατέστρεψε σχεδόν το 60-70% της παραγωγής.

Η ΚΑΛΗ ΕΙΔΗΣΗ: Στον Γάζωρο Σερρών, όμως, που μάλλον δεν είχε παγετό, οι παραγωγοί πωλούν τα κεράσια τους 3 ως 3,5 ευρώ το κιλό, αν προλάβουμε, γιατί είναι και μακριά. Πάντως, στον Γάζωρο Σερρών θα φάνε κεράσια.

Όπως καταλαβαίνετε, αγαπητοί μου αναγνώστες, για φέτος δεν έχει κεράσια, οπότε για να είμαι σωστός, σας παραθέτω πιο κάτω λίγες πληροφορίες για τα κεράσια (δωρεάν), τουλάχιστον να έχουμε κάτι να ονειρευόμαστε.

Κεράσια, λοιπόν, ονομάζονται οι καρποί του δένδρου της κερασιάς (επιστημονική ονομασία: Prunus subg. Cerasus). Έχουν σχήμα σφαιρικό και ο φλοιός τους είναι λείος και γυαλιστερός. Είναι μικρά σε μέγεθος και το χρώμα τους ποικίλλει ανάλογα με την ποικιλία. Υπάρχουν δύο τύποι κερασιών και εκατοντάδες ποικιλίες: το γλυκό κεράσι – γνωστό και ως Prunus avium στους βοτανολόγους – και το ξινό κεράσι, γνωστό ως βύσσινο (επιστημονική ονομασία Prunus cerasus). Από τις γλυκές ποικιλίες, ιδιαίτερες προτιμήσεις συγκεντρώνει αυτή με τους μεγάλους, βαθυκόκκινους και χυμώδεις καρπούς.

Όσο για τον τόπο καταγωγής του φρούτου, κανείς δεν ξέρει να πει με σιγουριά. Ωστόσο, οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι προερχόταν από τη Μικρά Ασία και συγκεκριμένα από την πόλη της Κερασούντας (εξ ου και το όνομα) κοντά στον Εύξεινο Πόντο. Ο Ρωμαίος στρατηγός Λούκουλος τα ανακάλυψε και τα έφερε στην Ιταλία. Τα κεράσια είναι γλυκά, όξινα και στυφά και έχουν θερμαντική δράση στον οργανισμό. Στην Ελλάδα παράγονται στον Κολινδρό Πιερίας, στην Έδεσσα, στην Όρμα Πέλλας, όπου είναι και η μεγαλύτερη ποσότητα της Ελλάδας, στα Γρεβενά, στη βόρεια Χίο και σε αρκετές άλλες περιοχές, της Βόρειας κυρίως, Ελλάδας.

Διατροφικά δεδομένα: Η μέση σύσταση του εδώδιμου μέρους (δηλαδή χωρίς τα κουκούτσια) 100 gr φρέσκων κερασιών είναι: Νερό 82,25 gr, πρωτεΐνες 1 gr, λίπη 0,2 gr, διαιτητικές ίνες 2,1 gr, ολικά σάκχαρα 12,82, θερμίδες 63.

Μέταλλα και ιχνοστοιχεία: Ασβέστιο 13 mg, σίδηρος 0,36 mg, μαγνήσιο 11 mg, φωσφόρος 21 mg, κάλιο 22 mg, νάτριο 0 mg κ.ά.

Βιταμίνες Ασκορβικό 7 mg, νιασίνη 0,15 mg, φολικό 4 mg, β-καροτένιο 770 mg, βιταμίνη Α 64 IU, άλλες σε μικρότερες ποσότητες.

Αυτά τα λίγα για σήμερα, και του χρόνου εύχομαι να έχουμε πολλά κεράσια στην αγκαλιά μας και γεμάτες τις τσέπες μας.

Τα λέμε πάλι…                         

Του Κώστα Δεληγιάννη