Με ιδιαίτερη επιτυχία και αξιοσημείωτη προσέλευση ολοκληρώθηκε το 31ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, αφήνοντας πίσω του έντονα καλλιτεχνικά αποτυπώματα και ανανεώνοντας το ρόλο της Καλαμάτας ως σταθερό σημείο αναφοράς για το σύγχρονο χορό στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Από τις 18 έως τις 27 Ιουλίου, η πόλη μεταμορφώθηκε σε ένα ζωντανό πολιτιστικό κόμβο, φιλοξενώντας 19 παραστάσεις διεθνούς εμβέλειας, που απέσπασαν εξαιρετικά σχόλια και γέμισαν ασφυκτικά τις αίθουσες.
Η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια Τζένη Αργυρίου έδωσε εξαρχής το στίγμα της, προτείνοντας ένα φεστιβάλ με φρέσκο προγραμματισμό, πολυεπίπεδη θεματολογία και έντονη διάθεση κοινωνικού διαλόγου. Το φετινό πρόγραμμα κινήθηκε με επιτυχία ανάμεσα στην καινοτομία και την ιστορική μνήμη, με αποκορύφωμα την επετειακή έκθεση “Καλαμάτα, η πόλη του χορού / 1995-2025”, που συγκίνησε με τη χρονική αφήγηση των τριών δεκαετιών παρουσίας του θεσμού.
Σημαντικές στιγμές αποτέλεσαν η πρεμιέρα του “Mellowing” του Χρήστου Παπαδόπουλου, η πολυαναμενόμενη επιστροφή της θρυλικής Maguy Marin με το έργο May B, η έντονα βιωματική εμπειρία του Beytna από τον Omar Rajeh, και οι προβολές της ενότητας “Dancing on Screen”, οι οποίες άνοιξαν ένα νέο οπτικό διάλογο μεταξύ χορού και κινηματογράφου. Παράλληλα, οι δράσεις “Συναντήσεις εκτός Σκηνής” και “Χορός στην Πόλη” επαναπροσδιόρισαν τη σχέση του θεατή με τον καλλιτέχνη και με τον δημόσιο χώρο.
Ελπίδα για έναν πιο ζωντανό πολιτισμό
Το φετινό 31ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας δεν ήταν απλώς μια επιτυχής διοργάνωση. Ήταν μια ηχηρή απόδειξη ότι, όταν ο πολιτισμός υποστηρίζεται με σοβαρότητα και όραμα, μπορεί να ξεπεράσει κάθε προσδοκία – ακόμα και σε έναν τόπο που δεν θεωρείται «μητροπολιτικό» κέντρο.
Από τις sold out παραστάσεις και την ουσιαστική ανταπόκριση του κοινού, μέχρι την καλλιτεχνική πολυφωνία του προγράμματος και τη γενναία είσοδο σε νέες θεματικές περιοχές – όπως η σωματική ωριμότητα, η γήρανση, η διάδραση με το δημόσιο χώρο – η φετινή διοργάνωση έδειξε πως η τέχνη του χορού δεν είναι αποστειρωμένη ή περιθωριακή, αλλά ζωντανή, διεισδυτική και απίστευτα επίκαιρη.
Η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια Τζένη Αργυρίου πέτυχε κάτι που σπάνια βλέπουμε σε θεσμούς με τέτοια ιστορία: σεβάστηκε το παρελθόν του Φεστιβάλ, αλλά δε φοβήθηκε να το προκαλέσει. Με φρέσκιες ιδέες, ανοιχτή ματιά και έμφαση στο διάλογο – όχι μόνο μεταξύ καλλιτεχνών, αλλά και μεταξύ κοινού και δημιουργών – επανακαθόρισε τι σημαίνει «φεστιβάλ» στον 21ο αιώνα. Όχι απλώς σειρά παραστάσεων, αλλά μια πλατφόρμα κριτικής σκέψης, έκφρασης και ουσιαστικής συμμετοχής.
Η Καλαμάτα δε φιλοξένησε απλώς καλλιτέχνες. Τους άκουσε. Τους ακούμπησε. Κι αυτοί ανταπέδωσαν. Το “Mellowing” του Παπαδόπουλου μάς μίλησε με τρυφερότητα για το σώμα που ωριμάζει. Το “Beytna” του Rajeh μετέτρεψε το δείπνο σε τελετουργία μνήμης και συνύπαρξης. Η παρουσία της Maguy Marin – σαν να επέστρεφε ένα κομμάτι της ιστορίας – δεν ήταν απλώς συγκινητική· ήταν πολιτική. Και οι προβολές, τα σεμινάρια, τα εκπαιδευτικά προγράμματα, οι δράσεις στην πόλη, όλα συνέθεσαν ένα οικοσύστημα πολιτισμού που ανέπνεε αληθινά.
Κι όμως, τέτοιες επιτυχίες δεν είναι αυτονόητες. Σε μια χώρα όπου ο πολιτισμός συχνά αντιμετωπίζεται ως «κόστος» και όχι ως επένδυση, η περίπτωση της Καλαμάτας είναι φωτεινή εξαίρεση. Όχι μόνο γιατί άντεξε στο χρόνο – 31 χρόνια δεν είναι λίγα – αλλά γιατί εξελίχθηκε, χωρίς να χάσει τον πυρήνα της.
Το ζητούμενο πλέον είναι σαφές: να μη μείνει το φετινό φεστιβάλ μια φωτογραφία της στιγμής. Να γίνει οδηγός για το πώς μπορεί να συνδυαστεί η παράδοση με την τόλμη, η καλλιτεχνική ποιότητα με την κοινωνική σημασία. Να δείξει ότι η περιφέρεια μπορεί να καινοτομεί, να καθορίζει το πολιτιστικό αφήγημα – όχι να το ακολουθεί παθητικά.
Η Καλαμάτα δε χόρεψε απλώς φέτος. Έδειξε το δρόμο. Και αν υπάρχει έμπνευση και πολιτική βούληση, αυτός ο δρόμος μπορεί να οδηγήσει ακόμα μακρύτερα.
Α.Π.