«Κάτω από τα σπίτια που γεννηθήκαμε, γύρω από τους δρόμους που παίξαμε, δίπλα στη θάλασσα που κολυμπήσαμε, με τους ανθρώπους που μεγαλώσαμε, θα τραγουδήσουμε και θα χορέψουμε, για μια χρονιά, ικανοποιώντας την πιο βαθιά μας ανάγκη να διασώσουμε και να διαδώσουμε την άυλη κληρονομιά μας κρατώντας ζωντανές τις ρίζες μας. Καλώς να Ανταμωθούμε»…
Διαβάζοντας το πιο πάνω κάλεσμα και πριν «Ανταμωθούμε» να χορέψουμε, σκέφτηκα να αναφερθώ λίγο στην ιστορία και ιδιαίτερα στα πρώτα χρόνια της άφιξης των Μικρασιατών στη μαμά Ελλάδα. Μια περίοδος που δεν ήταν και πολύ «ρόδινη» για αυτούς, θα έλεγα.
Οι Μικρασιάτες Έλληνες πρόσφυγες, λοιπόν, παρουσίασαν μεγάλη κινητικότητα στις μετακινήσεις τους, περιφερόμενοι σε αναζήτηση μόνιμης εγκατάστασης από τις αστικές προς τις αγροτικές περιοχές και τανάπαλιν, παρά τις επιδιώξεις των διαδοχικών κυβερνήσεων για αύξηση της αγροτικής παραγωγής.
Η ίδια η ΕΑΠ φρόντισε ώστε οι αστοί στην πλειοψηφία τους πρόσφυγες, που προέρχονταν από τον ίδιο οικισμό ή ευρύτερη περιοχή, να εγκαθίστανται μαζί στο ελληνικό έδαφος ως μικροϊδιοκτήτες και, συνεπώς, αρνητές του κομμουνιστικού κινδύνου, έτσι όπως τον έβλεπε ο παρεμβατισμός της Κοινωνίας των Εθνών στο έργο της ΕΑΠ και της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος. Η προσπάθεια μαζικής μετακίνησης προσφυγικών πληθυσμών στη μακεδονική γη, πέραν της αναπτυξιακής αγροτικής πολιτικής, εξυπηρέτησε και τον πολιτικό στόχο της αντικατάστασης των σλαβόφωνων, που μετανάστευαν αναγκαστικά είτε προς τη Βουλγαρία και τη Σερβία είτε προς τις χώρες του Νέου Κόσμου.
Η προσωρινή στέγαση Μικρασιατών προσφύγων έγινε καταρχάς σε γήπεδα, θέατρα, αυλές εκκλησιών, δημόσια κτήρια, παράγκες, σκηνές, καθώς και σε χαμόσπιτα και καλύβες που βρίσκονταν σε εγκαταλελειμμένα χωριά, δημιουργώντας οικισμούς αμιγώς προσφυγικούς (σας θυμίζει κάτι;).
Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν άθλιες. Δεν υπήρχαν έργα υποδοχής, ούτε δίκτυα ύδρευσης, ηλεκτροφωτισμού και αποχέτευσης. Έλειπαν παντελώς οι χώροι αναψυχής, ενώ μεταδίδονταν εύκολα επιδημικές ασθένειες, όπως ο εξανθηματικός τύφος, η γρίπη, η ελονοσία, η φυματίωση και η ευλογιά, παρούσες ήδη στην Ελλάδα και πριν από την άφιξη των προσφύγων. Φαίνεται λογικό, λοιπόν, το γεγονός ότι δόθηκε προτεραιότητα στην αντιμετώπιση στοιχειωδών και πιεστικών αναγκών, όπως ήταν η διατροφή, που αντιμετωπίστηκε με την οργάνωση συσσιτίων και την παροχή τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης, όπως και η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Δεδομένης της προσμονής εκμετάλλευσης των γαιών από τους ντόπιους πληθυσμούς, της υπερπροσφοράς εργασίας και των προσπαθειών του κεφαλαίου να την εκμεταλλευτεί, όπως και των συχνών επιτάξεων κατοικιών, οι πρόσφυγες αντιμετωπίστηκαν εχθρικά τόσο στις αστικές όσο και στις αγροτικές περιοχές.
Στον αντίποδα πιθανώς βρίσκεται η βοήθεια μερίδας ντόπιων κατοίκων και πολλών ιδιωτών, οι οποίοι προσέφεραν, ατομικά ή οργανωμένα με τη διενέργεια εράνων, την οργάνωση πρόχειρων συσσιτίων, τη διανομή ψωμιού, την παροχή ρουχισμού, φαρμάκων κ.ά.
Εγκατάσταση Μικρασιατών στην Καλαμάτα
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, κάποιες καραβιές ανθρώπων έπιασαν εδώ στο Νότο της Ελλάδας, στην Καλαμάτα. Εγκαταστάθηκαν, λοιπόν, πολλές οικογένειες Μικρασιατών. Συγκεκριμένα, η Δυτική Παραλία της πόλης αποτέλεσε τόπο εγκατάστασης για περίπου τέσσερις χιλιάδες Μικρασιάτες. Σήμερα, για τη διατήρηση της μνήμης, έχει εγκατασταθεί στον αύλειο χώρο του Ιερού Ναού Αναλήψεως, στη Δυτική Παραλία Καλαμάτας, Μνημείο Μικρασιατών, που αποτελείται από δύο μεγάλα κομμάτια μαρμάρου. Στο ένα απεικονίζονται οι πρόσφυγες, ενώ στο άλλο ο χάρτης της Μικράς Ασίας, με τα ελληνικά ονόματα δεκάδων πόλεών της. Μια πολύ καλή πρωτοβουλία των απογόνων, πλέον, των Μικρασιατών.
Αύριο Σάββατο, 26 Ιουλίου στις 8.30 το βράδυ, στη Μαρίνα Καλαμάτας, για 3η χρονιά, απόγονοι μας καλούν να ανταμώσουμε, να χορέψουμε, να τραγουδήσουμε και να θυμηθούμε. Μιλάμε πάλι…
Του Κώστα Δεληγιάννη