Μαρία Πρωτόπαππα: «Αν δεν προστατεύεις τον αδύναμο, όταν έρθει η ώρα σου δε θα βρεις πουθενά παρηγοριά»

Μαρία Πρωτόπαππα: «Αν δεν προστατεύεις τον αδύναμο, όταν έρθει  η ώρα σου δε θα βρεις πουθενά παρηγοριά»

Η μοναδική γυναίκα σκηνοθέτις της Επιδαύρου για το 2025 μιλάει στο «Θ» για την «Ανδρομάχη» του Ευριπίδη και την προσεχή παρουσίασή της στην Καλαμάτα

Η φετινή συμπλήρωση 70 χρόνων του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου αποτέλεσε την ιδανική αφορμή για να παρουσιαστούν ενώπιον του κοινού πολλά και μεγάλα σκηνοθετικά στοιχήματα. Ίσως το πιο ενδιαφέρον εξ αυτών να είναι η «Ανδρομάχη» του Ευριπίδη, ένα έργο το οποίο χάρη στη Μαρία Πρωτόπαππα θα παρουσιαστεί ξανά έπειτα από 21 ολόκληρα χρόνια.

Έχοντας μια μακρά διαδρομή στην υποκριτική, τα τελευταία δώδεκα χρόνια με αργά και σταθερά βήματα η κα Πρωτόπαππα μετρά μερικές από τις πιο επιτυχημένες σκηνοθετικές δουλειές που έχουν παρουσιαστεί επί σκηνής.

Βάζοντας ψηλότερα τον πήχη, μεταφράζει εκ νέου τον Ευριπίδη και γίνεται η μόνη γυναίκα σκηνοθέτις της Επιδαύρου για τη φετινή χρονιά.  

Σταθμός της «Ανδρομάχης» λίγο πριν παρουσιαστεί στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου θα είναι και η Καλαμάτα στις 3 Αυγούστου. Με αυτή τη αφορμή, η Μαρία Πρωτόπαππα μιλά για το σκηνοθετικό της εγχείρημα, τα μηνύματα που περνά στη σημερινή εποχή ο Ευριπίδης και τα επόμενα καλλιτεχνικά της βήματα.

Ο λόγος στην ίδια:

-Πώς αποφασίσατε από την υποκριτική να καταπιαστείτε με τη σκηνοθεσία;

Κοιτάξτε, όπως συνέβη και με τη διδασκαλία, έτσι και τη σκηνοθεσία δεν την ξεκίνησα με δική μου πρωτοβουλία. Μου το πρότειναν, και στην αρχή φοβήθηκα! Υπήρξαν, όμως, άνθρωποι που κάτι έβλεπαν σε εμένα και με ενθάρρυναν να το κάνω. Έτσι, όταν ήρθε η κατάλληλη στιγμή, πήρα μια βαθιά ανάσα και είπα ότι θα το δοκιμάσω. Έκτοτε το ένα έφερε το άλλο, νομίζω, και πια θεωρώ ότι γενικά είναι ένα ενδιαφέρον πεδίο.

Εμένα, η δουλειά και ο χώρος μου είναι το θέατρο από 14 περίπου χρόνων, που ξεκίνησε να είναι το πρώτο και βασικό μου ενδιαφέρον, και πάνω σε αυτό ψάχνω και μελετάω όσο μπορώ. Ταυτόχρονα, εργάζομαι και βιοπορίζομαι από αυτό. Συνεπώς, δε μου είναι ακριβώς «ξένο» το να σκηνοθετήσω, ούτε το φοβάμαι πλέον. Επίσης, δεν είμαι μόνη μου σε όλο αυτό, μιας και έχω πάντα ανθρώπους, συνεργάτες και συνεργάτιδες, γύρω μου που καλύπτουν τα κενά μου, εάν υπάρχουν, κι έτσι είμαι κάπως ήσυχη.

Προσωπικά, αγαπώ πάρα πολύ τα κείμενα, και το να σου δίνεται η δυνατότητα να μην παίζεις και να φτιάχνεις κάτι, σου δίνει πάντα την ευκαιρία να το ψάξεις και να πεις αυτά που θέλεις εσύ ο ίδιος. Αυτό είναι μια ελευθερία που δε σου δίνεται ακριβώς παίζοντας. Έτσι, αν μπορείς να μεταφέρεις και να φτιάξεις με άλλους ανθρώπους αυτά που ονειρεύεσαι, είναι πολύ ωραίο. Αυτό μου αρέσει πιο πολύ από όλα. Η ενασχόληση με τα κείμενα και αυτή η ενσάρκωση μέσα από πολλούς ηθοποιούς.

-Οι δουλειές που έχετε επιμεληθεί μέχρι σήμερα παρουσιάζουν ένα ποιοτικό αποτέλεσμα. Προσωπικά, θεωρείτε ότι έχετε βρει αυτό το «κάτι» που ενδεχομένως ψάχνατε ξεκινώντας το 2013;

Για να είμαι ειλικρινής, περισσότερο στη δραματουργία παρά στη σκηνοθεσία έχω κάνει τις μεγαλύτερες ανακαλύψεις σε σχέση με αυτά που περίμενα ή με αυτά που έβλεπα πριν μπροστά μου. Η πρώτη πολύ δυνατή τέτοια εμπειρία ήταν με το «Ρίττερ, Ντένε, Φος» του Μπέρνχαρντ που κάναμε στο υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης. Εκεί είχα αφιερώσει πολύ χρόνο και μεγάλη έρευνα. Σε εκείνη την περίπτωση μου αποκαλύφθηκαν τελείως πράγματα. Νομίζω, δε, ότι η σχέση μου με τον Μπέρνχαρντ μου έμαθε πάρα πολλά πράγματα.

Η επόμενη ήταν κάπως μια ισχυρή έκπληξη και ως προσωπική μου ανακάλυψη. Συνέβη με «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα» του Λόρκα, ασχέτως του εάν ήμουν ευχαριστημένη σκηνοθετικά με αυτό που κατάφερα.

Τώρα, η τελευταία ανακάλυψή μου είναι αυτή με την Ανδρομάχη, καθώς είναι μια προσπάθεια στην οποία έδωσα πολύ χρόνο. Αυτό συνέβη γιατί η ενασχόλησή μου με τη σκηνοθεσία δε γίνεται για βιοπορισμό, μιας και αυτός προέρχεται από το να είμαι ηθοποιός. Όσο μπορώ κρατάω κι εκεί την τέχνη μου, όσο γίνεται, αναλλοίωτη. Στο σκηνοθετικό κομμάτι, όμως, δεν έχω φιλοδοξία να βιοποριστώ από αυτό. Οπότε όταν μπορώ το κάνω – όταν μου δίνονται οι ευκαιρίες, ο χρόνος και ο χώρος ή όταν έχω καταφέρει να οργανώσω έτσι τη ζωή μου ή, εάν θέλετε, τα οικονομικά μου, για να μπορώ να δώσω χρόνο, μιας και αυτά τα πράγματα δε γίνονται γρήγορα.


“Υπάρχουν πολλές στιχουργικές προσθήκες που δεν είναι του Ευριπίδη, οι οποίες ηθικολογούσαν περίεργα, κι αυτές είναι που πρόσθεταν τη «μισογύνικη» στάση που κάποιοι προσάπτουν στον Ευριπίδη”


-Πώς επιλέξατε την «Ανδρομάχη» που είναι ένα ιδιαίτερο έργο του Ευριπίδη;

Νομίζω ότι δεν είναι τόσο ιδιαίτερο εν τέλει. Είναι ένα πολύ παρεξηγημένο έργο, και ίσως επειδή κάποιοι είχαν αποφανθεί έτσι, με αποτέλεσμα «να του μπει η ταμπέλα».

Ταυτόχρονα, το γεγονός ότι κάποια πράγματα ήταν μεταφρασμένα περίεργα και κάπως όχι τόσο κολακευτικά για τις γυναίκες. Σε τέτοιο βαθμό που δύσκολα γυναίκες ηθοποιοί θα ήθελαν να το παίξουν με τις προηγούμενες μεταφράσεις. Γενικά, μετά το “MeToo” θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο, αλλά τελικά βρήκαμε με τις συνεργάτιδές μου ότι υπάρχουν πολλές στιχουργικές προσθήκες που δεν είναι του Ευριπίδη, οι οποίες ηθικολογούσαν περίεργα, κι αυτές είναι που πρόσθεταν τη «μισογύνικη» στάση που κάποιοι προσάπτουν στον Ευριπίδη (σε ό,τι αφορά αυστηρά το συγκεκριμένο έργο του Ευριπίδη τουλάχιστον).

Τελικά, πολλοί τέτοιοι στίχοι δεν ήταν δικοί του. Προσπαθώντας να ερευνήσουμε όσο το δυνατόν πιο «φαρδιά» τις λέξεις του, διαλέξαμε ερμηνείες που είναι αληθινές, αλλά που ερμηνεύουν κάτι παραπάνω από ένα κρεβάτι ή που δεν ερμηνεύουν τις γυναίκες ως ζηλιάρες, πονηρές και ως τέτοιες που σκοτώνονται μεταξύ τους για έναν άνδρα.

Τα θέματα με τα οποία ασχολείται ο Ευριπίδης είναι πολύ πιο σοβαρά. Οι γυναίκες είναι σύμβολα χωρών και ιδεολογιών, όπως συμβαίνει και στην τέχνη γενικώς. Η πολιτική διαχείριση της οικογένειας και της πολιτείας γίνεται από άνδρες, κι αυτό με το οποίο ασχολείται είναι το ήθος του πώς κάποιος κρατάει την κοινωνική συνοχή μιας πολιτείας με τη βοήθεια της δικαιοσύνης, με το αίσθημα δικαίου με το οποίο γαλουχούνται οι άνθρωποι και το σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή, και με τα σωστά παιδιά.

Άλλωστε, αυτό είναι το θέμα μέσα από την Ανδρομάχη: η μάχη των ανδρών πάνω στα σώματα αμάχων.

Φωτογραφία: Ρούλα Ρέβη

-Ποιες είναι εκείνες οι αξίες που φέρνει στην επιφάνεια ο Ευριπίδης και οι οποίες (θα έπρεπε να) παραμένουν επίκαιρες;

Το πρώτο και κύριο είναι αυτό που υπάρχει μέσα στους λόγους της Ανδρομάχης και που την κάνει να ξεχωρίζει παρόλο που είναι ξένη, εχθρός, αιχμάλωτη πολέμου και εξευτελισμένη, ας πούμε, ενώ βρίσκεται στην Ελλάδα, ως σώμα, ως γυναίκα και ως υπόσταση: Οτιδήποτε και να της έχει συμβεί, αυτή υπερασπίζεται το στέργειν, δηλαδή την προστασία της ανθρώπινης ζωής. Το πόσο αγκαλιάζει, αποφασίζει, όχι από τη φύση της, αλλά από επιλογή να πάρει κάποιες αποφάσεις, μιας και ο Ευριπίδης της βάζει ένα τρομερό δίλλημα: να διαλέξει τη ζωή της ή τη ζωή ενός παιδιού που προέρχεται από ένα βιασμό από το χειρότερό της εχθρό. Η ίδια διαλέγει την ελπίδα, και την προσδοκία που δίνει το μέλλον. Είναι μια επιλογή που ο ποιητής βάζει την ηρωίδα να πάρει μπροστά στα μάτια του κοινού. Εγώ με αυτό ένιωσα ότι είναι πολύ πιο κοντά σε μια αληθινή γυναικεία ψυχολογία και ηθική στάση.

Το έργο διαδραματίζεται σε ένα πολύ μικρό χωριό της Θεσσαλίας, όπου κάποτε προστάτιδα ήταν μια θεά του νερού, η Θέτις, η οποία ήταν πάντοτε προστάτιδα των έκθετων παιδιών. Όπως η θάλασσα τρέφει τους ανθρώπους, έτσι και η Θέτιδα δεχόταν και τα ανεπιθύμητα παιδιά μέσα στα νερά της, αλλά τα προστάτευε κιόλας. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, μιας και μέσα στο Αιγαίο, και όχι μόνο, στα νερά, έχουν χαθεί αντιφρονούντες, παιδιά – και προφανώς αυτό γινόταν από πολύ παλιά, δεν είναι τωρινά αυτά που παρακολουθούμε. Είναι η ιστορία που επαναλαμβάνεται: έχουν πνιγεί πάρα πολλοί άνθρωποι, πολλές οικογένειες και πολλά γυναικόπαιδα σε αυτές τις θάλασσες. Αυτή η θεότητα στο σπίτι της οποίας ζητάει άσυλο αυτή η ξένη γυναίκα με το παιδί της, είναι μια τέτοια θεότητα, που η ίδια με τον τρόπο της προστάτευε ό,τι δε σέβονταν και δεν προστάτευαν οι άνθρωποι. Αυτό για μένα είναι το κυριότερο.


“Οι αρχαίοι έκαναν μέσω της αρχαίας τραγωδίας μια κάθαρση και αυτοκριτική ταυτόχρονα. Είχαν τέσσερα σε ένα: απολάμβαναν, θεραπεύονταν, έκαναν αυτοκριτική και, βέβαια, έκαναν προπαγάνδα, εννοείται”


-Ποιο ήταν το σκεπτικό πίσω από το εγχείρημά σας να επιλέξετε άνδρες για γυναικείους ρόλους στην Ανδρομάχη;

Η τέχνη του Ευριπίδη, η σκέψη του με όλη τη συμπύκνωση της ποίησής του και το μήνυμα που θέλει να δώσει, θα δινόταν καλύτερα –κατά τη γνώμη μου- εάν και εφόσον κρατούσα την «παλιά συνταγή». Δηλαδή, εκείνη την εποχή, όταν παίζονταν οι τραγωδίες, συμμετείχαν μόνο άνδρες. Οι φωνές, δε, ήταν πάντα ανδρικές, είτε μιλούσε παιδί, είτε μιλούσε γυναίκα, είτε μιλούσε κάποιος/α ηλικιωμένος/η. Αυτό, όμως, επειδή τότε στην κατασκευή του κάτι σήμαινε, μιας και είχε σημασία ότι ο Ευριπίδης έβαλε σε πολλά έργα του άνδρες να υποδύονται αυτές τις πολύπαθες γυναίκες – με τα καλά τους και τα στραβά τους, με τα άκρα και τα όρια που (ξε)πέρασαν, έτσι εισακούγονταν καλύτερα από τους θεατές από τους άνδρες πολίτες. Κι αυτό, γιατί οι αρχαίοι έκαναν μέσω της αρχαίας τραγωδίας μια κάθαρση και αυτοκριτική ταυτόχρονα. Είχαν τέσσερα σε ένα: απολάμβαναν, θεραπεύονταν, έκαναν αυτοκριτική και, βέβαια, έκαναν προπαγάνδα, εννοείται.

-Η Ανδρομάχη είναι θύμα, μητέρα κι αιχμάλωτη. Τι μηνύματα έχει να περάσει στο σύγχρονο θεατή;

Νομίζω ότι δεν είναι δικό της. Το μήνυμα έρχεται σχεδόν από όλες τις γυναίκες του έργου, γιατί όλες, ακόμη κι αυτή που παρασύρεται και πάει να αδικήσει με αυθαίρετο φόνο, αντιλαμβάνεται τι σημαίνει δίκαιο και άδικο, και μετανοεί. Καταλαβαίνει ποιοι ήταν οι παράγοντες που την επηρέασαν, ποιες γλώσσες την επηρέασαν και για ποιους λόγους. Νομίζω είναι η θεότητα, ο χορός που είναι γυναίκες.

Όλοι μιλούν για το δίκαιο και την ακεραιότητα που διέκρινε τον Αιακό, που είναι ο πρόγονος του βασιλιά της περιοχής, του Πηλέα, που είναι σαν να λέει ότι αυτό το αίσθημα δικαίου, εάν το καταστρατηγήσεις, πέφτει επάνω σου το λάθος. Είναι αυτή η «νεοπτολέμειος τίσις»: εάν κάνεις κάτι χωρίς σεβασμό, κάτι τόσο ανίερο, εάν δε σεβαστείς την ανθρώπινη ζωή, τότε αυτό το πράγμα θα γυρίσει επάνω σου με τον ίδιο ή με παρόμοιο τρόπο. Πάλι θα χάσεις, δεν υπάρχει νικητής και νικημένος σε αυτές τις περιπτώσεις.

Κι εμείς χρειάζεται να κοιτάξουμε λίγο πίσω, γιατί νομίζω ότι είτε αυτές είναι οι πλατωνικές αρετές είτε είναι η φιλία, η φιλοξενία ή ο σεβασμός στον άμαχο πληθυσμό, στα παιδιά, στις γυναίκες, στους ανθρώπους που δεν έχουν πολιτική υπόσταση, τότε αν δεν προστατεύεις τον αδύναμο, όταν έρθει η ώρα σου δε θα βρεις πουθενά παρηγοριά, κι αυτό, βέβαια, δεν είναι προς όφελος κανενός.

-Οι αρχαίες τραγωδίες γνωρίζουν ιδιαίτερη απήχηση κι αυτό το μαρτυρά τόσο το κατάμεστο θέατρο της Επιδαύρου όσο και πολλά άλλα θέατρα που φιλοξενούν τις παραστάσεις πανελλαδικά. Γιατί θεωρείτε ότι παρ’ όλα αυτά δε διδασκόμαστε από αυτές;

Το θέατρο δε νομίζω ότι αρκεί. Εάν σκεφτείτε το πόσος κόσμος παρακολουθεί αυτά τα κομμάτια του πολιτισμού ή πόσος κόσμος διαβάζει, μάλλον είναι ελάχιστος μπροστά στην πλειοψηφία των Ελλήνων, οι οποίοι δεν έχουν και πρόσβαση σε αυτά τα πράγματα. Αυτό έχει να κάνει με το πώς αναθρέφεται ο κόσμος, με το πώς μεγαλώνουμε τα παιδιά μας. Βλέπουμε ότι πολιτισμικά κάπως ξεπουλιόμαστε και φθηναίνουμε. Αυτό νομίζω ότι έχει να κάνει με το εμπόριο μέσα στο πράγμα: αυτό – όπως και πολλά άλλα πράγματα- έχουν ξεφύγει από την αιγίδα της πολιτείας κι έχουν πάει σε χέρια εμπορικά, που σκέφτονται μόνο το κέρδος και πιθανότατα υποτιμούν τον κόσμο, βλέποντάς τους ως καταναλωτές φθηνής διασκέδασης. Ο κόσμος έτσι μαθαίνει, και έτσι συνηθίζει. Αντί να γίνεται το ανάποδο.

-Πώς βιώσατε όλο αυτό το ταξίδι από την πρώτη σας επαφή με το κείμενο μέχρι και σήμερα που δρέπετε τους καρπούς των προσπαθειών σας; Μιας και πρόκειται για την πρώτη σας σκηνοθετική δουλειά που θα παρουσιαστεί στην Επίδαυρο, βιώσατε ότι επρόκειτο για ένα καλλιτεχνικό άλμα;

Κοιτάξτε, εάν το έβλεπα ως άλμα, θα φοβόμουν μάλλον. Εγώ προσπαθώ να έχω σεβασμό και όσο μπορώ περισσότερο να δουλέψω και να σκύψω πάνω στο αντικείμενο. Μετά αφήνω να κριθεί από τον κόσμο, αλλά και από μένα την ίδια. Κι αυτό, γιατί από τη θεωρία στην πράξη η απόσταση είναι μεγάλη, και είναι τόσο πολυπαραγοντικό ένα πράγμα μέχρι να φτιαχτεί.

Δε δρέπω τίποτα, προς το παρόν είμαι στη διαδικασία να καταλάβω πόσα πράγματα φτάνουν στους ανθρώπους. Νομίζω ότι είναι πολύ καθαρό, αν μη τι άλλο, αυτό που έχουμε φτιάξει, και αναδεικνύει ένα κείμενο που δεν παιζόταν για 21 χρόνια, ενώ τώρα φαίνεται πεντακάθαρο και ρηξικέλευθο. Από εκεί και πέρα, αυτό θα κριθεί από τους θεατές.

Τη συγκεκριμένη μετάβαση την παίρνω ως δώρο, αλλά προσπαθώ να μην τη σκέφτομαι για να μη μουδιάζω! Η Επίδαυρος είναι ένα υπέροχο πράγμα. Μπορεί να σου μεγεθύνει την έμπνευση, και εάν φοβηθείς ή δεν είσαι πολύ καλά προετοιμασμένος, μπορεί να νιώσεις ότι σε ρουφάει και σε διαλύει. Εγώ τα έχω νιώσει ως ηθοποιός και τα δύο. 

-Έχετε κάποιες σκέψεις για το πώς θα εξελιχθεί το φετινό φθινόπωρο και ο χειμώνας για εσάς καλλιτεχνικά;

Για το χειμώνα έχω προγραμματίσει γύρω στον Δεκέμβρη να κάνω μια παράσταση στο υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης μαζί με τον Γιάννο Περλέγκα, τα στοιχεία της οποίας θα αποκαλυφθούν το επόμενο διάστημα!


Πληροφορίες παράστασης

«Ανδρομάχη» του Ευριπίδη, Ανοιχτό Θέατρο Καλαμάτας, στις 3 Αυγούστου.

Παίζουν οι ηθοποιοί: Αργύρης Ξάφης, Δημήτρης Γεωργιάδης, Τάσος Λέκκας, Γιάννης Νταλιάνης, Δημήτρης Πιατάς, Κωνσταντίνος Πασσάς, Δημήτρης Μαμιός, Γιάννης Μάνθος, Στέλλα Γκίκα

Της Χριστίνας Μανδρώνη