Άλλο ένα μεγάλο σκάνδαλο, εκείνο του ΟΠΕΚΕΠΕ, ξέσπασε στη χώρα. Για μια ακόμη φορά μετά τις υποκλοπές και την υπόθεση των Τεμπών η κυβέρνηση βρίσκεται στριμωγμένη για τα καλά και αναζητά τρόπους αντίδρασης. Μόνο που αυτή τη φορά τα πράγματα δεν είναι καθόλου εύκολα για εκείνη, επειδή στην υπόθεση έχει αναμειχθεί και Ευρωπαία εισαγγελέας. Η αντιπολίτευση ζήτησε μετ’ επιτάσεως πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Δημοσιογραφικές πληροφορίες επιμένουν ότι ο πρωθυπουργός τίποτα δεν αποκλείει και όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά.
Η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ έχει βάθος και πολλή δυσωδία. Για πολύ καιρό ο οργανισμός φαίνεται ότι έκλεινε τα μάτια σε παρανομίες μικρότερες ή μεγαλύτερες. Άραγε, δε γνώριζαν οι διοικήσεις του ΟΠΕΚΕΠΕ ότι δίνονταν φουσκωμένες επιδοτήσεις σε παραγωγούς ή μη σε όλη την Ελλάδα και σε μια σειρά από δραστηριότητες; Γενιές και γενιές αγροτών και κτηνοτρόφων έπαιρναν πολύ χρήμα, το οποίο διέθεταν σε κατανάλωση και επίδειξη. Τρανό παράδειγμα η Κρήτη, η οποία στην παρούσα φάση βρίσκεται στο επίκεντρο του σκανδάλου. Δεν είχαν ακούσει τίποτα οι αρμόδιοι; Δεν είχαν διαβάσει για τα στρέμματα και τα αιγοπρόβατα τα οποία δηλώνονταν και τα οποία για να χωρέσουν χρειάζονταν τρεις φορές την έκταση του νησιού;
Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, εκτός από την οικονομική, έχει πολιτική και ηθική διάσταση. Για πολλά χρόνια οι αγροτοκτηνοτροφικές κοινωνίες εθίστηκαν στο τζάμπα χρήμα, που ερχόταν από την Ευρώπη, και περίμεναν κάθε χρόνο τις επιδοτήσεις για να συνεχίσουν τον πολυτελή τρόπο ζωής που είχαν διαμορφώσει με τη βοήθεια του εύκολου χρήματος. Το αντάλλαγμα βέβαια ήταν η ψήφος σε όποιον κάλυπτε αυτές τις παρανομίες, σε όσους αποδέσμευαν ύποπτα ΑΦΜ, σε κάθε πολιτευτή που μεσολαβούσε για να δοθούν τα ευρωπαϊκά κονδύλια, τα οποία δε δικαιούνταν. Όλο αυτό το διάστημα οι ηγεσίες του ΟΠΕΚΕΠΕ, οι υπουργοί Γεωργίας, κυβερνητικοί αξιωματούχοι και πιθανόν και κάποιοι πρωθυπουργοί να είχαν γνώση, αλλά σιωπούσαν. Γιατί; Τα ψηφαλάκια, όπως λέμε στα μέρη μου, στο Ρέθυμνο, να είναι καλά. Και κάπως έτσι η Κρήτη βάφτηκε μπλε στις τελευταίες εκλογές. Το σκάνδαλο, λοιπόν, του ΟΠΕΚΕΠΕ, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, είναι και διαχρονικό.
Η σημερινή, ωστόσο, κυβέρνηση φέρει ακέραιη την ευθύνη για το τελευταίο και πολύ σοβαρό μέρος του σκανδάλου το οποίο σχετίζεται αποκλειστικά με τη δική της περίοδο διακυβέρνησης. Η παραίτηση ενός εμπλεκόμενου υπουργού, του κ. Βορίδη (ας σημειωθεί εδώ ότι πολλοί αγροτοκτηνοτρόφοι στην Κρήτη έπιναν νερό στο όνομά του την εποχή που ήταν υπουργός Γεωργίας. Γιατί άραγε;), τριών υφυπουργών, ενός γενικού γραμματέα, στελεχών του κομματικού μηχανισμού και ό,τι άλλο θα ακολουθήσει, δείχνει από τη μια την έκταση του σκανδάλου και από την άλλη την απέλπιδα προσπάθεια του κ. Μητσοτάκη να βγει και πάλι έξω από το πλαίσιο των ευθυνών, να ενισχύσει το προφίλ του και να προβάλλει τη βούλησή του για ρήξη με παλαιοκομματικές νοοτροπίες που στηρίζονται στα πελατειακά δίκτυα.
Ο πρωθυπουργός των υποκλοπών, της συγκάλυψης στην υπόθεση των Τεμπών, ο άνθρωπος των υποχωρήσεων σε ζητήματα κυριαρχίας της χώρας, ο «δεν ξέρω, δεν είδα, δεν άκουσα» επικεφαλής της κυβέρνησης, ο οποίος έδειχνε απολύτως ικανοποιημένος από την αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ και ζητιάνευε μια φωτογραφία, μια κουβέντα και ένα βλέμμα του κ. Τραμπ στην πρόσφατη σύνοδο του ΝΑΤΟ, ξέρει ότι αυτή τη φορά τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα λόγω της εμπλοκής των ευρωπαϊκών θεσμών. Το βέβαιο είναι ότι θα επιχειρήσει να έχει αυτή η υπόθεση το λιγότερο δυνατό κόστος πρωτίστως για τον ίδιο και δευτερευόντως για την κυβέρνησή του. Θα τα καταφέρει ξανά;
Οι λύσεις που έχει μπροστά του ο κ. Μητσοτάκης είναι ελάχιστες. Μία από αυτές είναι οι πρόωρες εκλογές, τις οποίες ζητά με επιμονή και η αντιπολίτευση. Ίσως ο πρωθυπουργός προσφύγει στις κάλπες το γρηγορότερο δυνατόν, πριν αποκαλυφθεί το σκάνδαλο σε όλες του τις διαστάσεις. Πλεονέκτημά του η άνευρη κεντροαριστερή και αριστερή αντιπολίτευση, η οποία, ανέτοιμη, κατακερματισμένη και σπαρασσόμενη, αδυνατεί να πείσει την ελληνική κοινωνία ότι έχει εναλλακτικό κυβερνητικό πρόγραμμα. Κανένα από τα κόμματα της λεγόμενης προοδευτικής αντιπολίτευσης δεν μπορεί σήμερα να κερδίσει τον κ. Μητσοτάκη. Επομένως, μήπως οι ηγεσίες αυτών των κομμάτων θα πρέπει να σκεφτούν ότι το αίτημα για εκλογές είναι, ίσως, το σωσίβιο το οποίο προσφέρουν στον πρωθυπουργό;
Του Γιάννη Ανδρουλιδάκη
Εκπαιδευτικού στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας