«ΘΑΡΡΟΣ» 4 Σεπτεμβρίου 1942: Με τη βάρκα

«ΘΑΡΡΟΣ» 4 Σεπτεμβρίου 1942: Με τη βάρκα

Το κάτασπρο μεγάλο πανί φούσκωσε απ’ τον ούριο και η βαρκούλα με το ευάριθμο κι εκλεκτό ανθρώπινο φορτίο της, γλίστρησε στα γαλάζια νερά του Μεσσηνιακού. Ατρόμητη και άφοβη έσχιζε τα κύματα και τραβούσε στ’ ανοιχτά.

Μετά το μπάνιο μια βόλτα με βάρκα ως το τετράγωνο και κατά μήκος της ακτής που βουίζει και ταράζεται από λουομένους, είναι το γευστικώτερο συμπλήρωμα της επαφής μας με τη θάλασσα, τη θάλασσα των πιο εξωτικών γλυκασμών και συνένοχο των πιο συγκινητικών ειδυλλίων.

Και η βαρκούλα προχωρούσε. Τα κυμματάκια έσπαζαν στα πλευρά της χαϊδευτικά, απαλά, σαν ένας ενδόμυχος χαιρετισμός του απέραντου υγρού στοιχείου, στις ώρες που έχει τις καλές του, το κέφι του.

Και είχε το κέφι της αληθινά η θάλασσα εκείνη την ημέρα. Κέφι που έσμιγε με το δικό μας, με το ανώτερο εκείνο του διαλεχτού και τρυφερού έμψυχου φορτίου της βάρκας, που με τις γλυκές και μελωδικές φωνίτσες του, έστησε το παθητικό τραγούδι και κερνούσε ακέραιη τη δέηση της χαράς προς τον ύψιστο θεό της αρμονίας και της νειότης!

Απλό, σχεδόν αδαμιαίο περιβάλλον, διάχυτο ομιλητικό. Η δυσκολία και σοβαρή γκριμάτσα με τα σημάδια των αβεβαίων ημερών είχε αντικατασταθή. Και στη θέση της βασίλευε ένα άρωμα, ένα κομμάτι ζωής με χαρωπές φάτσες και ψυχή σφύζουσα από ακατάσχετη ορμή. Είναι στιγμές που οι ευγενικές προσπάθειες της συντροφιάς συντονίζονται και αναζητούν κάτι καινούριο, κάτι το αναπόσπαστο, που καιρό έχει λιποταχτήσει από τη ζωή μας.

Η προσφορά του καθένα γίνεται κι ένα βήμα κι ένα φως και μια ανίχνευση προς τον αντικειμενικό σκοπό.

Και πάνω απ’ όλα η κοινή θρησκευτική ευλάβεια και ανάταση που πλαισίωνε στην εντέλεια την υπέροχη συμφωνία που δίνει το ελληνικό ακρογιάλι, όταν τ’ ατίθασα στοιχεία της φύσεως ησυχάζουν, ομονοούν, ήταν το φόρτε, η δυνατώτερη έκφραση της θαλασσινής πορείας μας με τη βάρκα.

Επίσκεψη στο τετράγωνο, μερικά μακροβούτια οι ιδικοί, που τα έβλεπα και μ‘ έπιανε ίλιγγος, και τέλος με το ίδιο εισιτήριο επιστροφή στα ρούχα που εφύλαγε καραούλι ένας γνωστός μας πιτσιρίκος. Βγήκαμε από τη βάρκα κατάμεστοι εντυπώσεων του μικρού μας περιπάτου. Και στα πρόσωπα, στα καλλίγραμμα σώματα όλων, που ο «διφρηλάτης» είχε αποθέσει τη μαύρη σφραγίδα του, είδα το άνθισμα, την κυριαρχία μιας δροσιάς. Δροσιά ανοιξιάτικη, που πότιζε, που εισχωρούσε ως την τελευταία ίνα, και μας ξανάνιωσε, έδιωχνε τα βάθη των σκέψεων, των ζωικών συλλογισμών. Ήταν το ζωντανό ξεχείλισμα μιας πανίσχυρης ψυχαγωγίας. Ψυχαγωγίας που πρέπει πάντοτε να την καταδιώκουμε, να την κάνουμε δική μας, γιατί η κατοχή της είναι το πιο γενναίο κέρδος, αυτό το πλήρωμα της ζωής.

Ας αναζητάμε λοιπόν την θαυματουργή ένεση της ψυχαγωγίας. Δόξα τω Θεώ τα μέσα τα έχουμε. Οι φυσικές ωμορφιές, η θάλασσα, ο ουρανός μας, τα τόσα και τόσα κάλλη μας τα προσφέρουν άπειρα. Να τα αφήσουμε νεκρά, αχρησιμοποίητα; Δεν υπάρχει, Έλληνες, μεγαλύτερο έγκλημα!
Γεώργιος Α. Παπαχρ.