Στην Μπούκα της Μεσσήνης, ένα τοπίο με σπάνια ισορροπία ανάμεσα στη θάλασσα, τη φύση και την ιστορία, παραμένει σήμερα σιωπηλό μπροστά σε ένα ανεκπλήρωτο όραμα. Το Παλαιό Τελωνείο, το Αλσύλλιο και η κάποτε συζητημένη Σχολή Εμπορικού Ναυτικού σχηματίζουν ένα τρίπτυχο που αποτυπώνει τόσο τις δυνατότητες όσο και τις παραλείψεις μιας πόλης που θα μπορούσε να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στην παράκτια ανάπτυξη της Μεσσηνίας.
Ένα Τελωνείο με μνήμη και προοπτική
Το Παλαιό Τελωνείο της Μπούκας, λιτό και επιβλητικό ταυτόχρονα, θυμίζει τις εποχές που η Μεσσήνη είχε ζωντανή θαλάσσια δραστηριότητα. Το κτίσμα, χαρακτηριστικό δείγμα αρχιτεκτονικής άλλων δεκαετιών, παραμένει σήμερα αναξιοποίητο, ένα κομμάτι τοπικής ιστορίας που περιμένει να ξαναβρεί το ρόλο του.
Το Αλσύλλιο, φυσικός πνεύμονας και σημείο συνάντησης
Δίπλα του, το Αλσύλλιο απλώνεται ήσυχο, ένας χώρος αναψυχής που διατηρεί την αίσθηση του φυσικού καταφυγίου. Με σωστό σχεδιασμό και σεβασμό στο περιβάλλον θα μπορούσε να αποτελέσει το συνδετικό κρίκο ανάμεσα στον πολιτισμό και τη φύση, ένα σημείο όπου κάτοικοι, μαθητές και επισκέπτες θα έρχονταν σε επαφή με την ιστορία και το τοπίο.
Η ανεκπλήρωτη ιδέα της ναυτικής σχολής
Στο ίδιο πλαίσιο, η ιδέα για τη δημιουργία Σχολής Εμπορικού Ναυτικού στην Μπούκα αποτέλεσε κάποτε ένα σχέδιο με φιλοδοξία. Η γεωγραφική θέση και η ναυτική παράδοση της περιοχής την καθιστούσαν ιδανική επιλογή. Ωστόσο, η πρωτοβουλία δεν προχώρησε ποτέ πέρα από τις συζητήσεις και τα χαρτιά.
Ένα όραμα που χρειάζεται συνέχεια
Τα τρία αυτά στοιχεία, το Τελωνείο, το Αλσύλλιο και η Σχολή Εμπορικού Ναυτικού, μπορούν ακόμη να συνδεθούν σε ένα ενιαίο σχέδιο. Ένα σχέδιο που θα ενώσει το παρελθόν με το μέλλον, με άξονες τον πολιτισμό, την εκπαίδευση και το περιβάλλον. Δεν απαιτούνται μεγάλα έργα· χρειάζεται συνέπεια, συνεργασία και πολιτική βούληση.
Η Μπούκα έχει όλα τα χαρακτηριστικά για να μετατραπεί σε σημείο αναφοράς για τη Μεσσήνη και τη Μεσσηνία συνολικά. Η πρόκληση είναι να μην παραμείνει το όραμα στη σιωπή των κτηρίων, αλλά να βρει φωνή μέσα από πράξεις.
Του Γιάννη Λάσκαρη










