Βαγγ. Λαμπρόπουλος: «Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, χρειάζεται να μελετήσουμε την πλούσια παράδοσή μας»

Βαγγ. Λαμπρόπουλος: «Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, χρειάζεται  να μελετήσουμε την πλούσια παράδοσή μας»

Παρουσιάζεται σήμερα ο συλλεκτικός τόμος «Ριζωμένα Λόγια – Μεσσηνιακά Παραμύθια» στην Καλαμάτα

Χρονιά ορόσημο αποτελεί η φετινή για το Μορφωτικό Σύλλογο Μεσσηνίας, καθώς συμπληρώνονται πενήντα χρόνια από όταν ξεκίνησε να δραστηριοποιείται στην Καλαμάτα και την ευρύτερη περιοχή. Μάλιστα, παρότι το καταστατικό του αναφέρει ως έτος ίδρυσης το 1976, η δράση του είχε αρχίσει ήδη έναν χρόνο νωρίτερα, όπως αναφέρουν τα παλιότερα μέλη του συλλόγου. Στόχος ήταν πάντοτε η διατήρηση και μεταλαμπάδευση της λαϊκής παράδοσης στις επόμενες γενιές, εξ ου και η φετινή επέτειος αποτέλεσε την ιδανική αφορμή για την έκδοση του συλλεκτικού τόμου «Ριζωμένα Λόγια – Μεσσηνιακά Παραμύθια», το οποίο υπογράφει ο χοροδιδάσκαλος του συλλόγου και βιωματικός ερευνητής της παράδοσης, Βαγγέλης Λαμπρόπουλος.

Σε αυτό το πλαίσιο το «Θ» μίλησε με τον κ. Λαμπρόπουλο για την τριαντακονταετή σύνδεσή του με το Μορφωτικό Σύλλογο Μεσσηνίας ως χοροδιδάσκαλος, αλλά και για τα «Ριζωμένα Λόγια – Μεσσηνιακά Παραμύθια», τα οποία θα παρουσιαστούν σήμερα Τετάρτη, 29 Οκτωβρίου, στις 8.30 το βράδυ, στο αμφιθέατρο του Πνευματικού Κέντρου Καλαμάτας.

-Τι σας ενέπνευσε να γράψετε ένα βιβλίο με λαογραφικό χαρακτήρα, βασισμένο στην Καλαμάτα και ευρύτερα την περιοχή της Μεσσηνίας;

Ασχολούμαι από μικρό παιδί γενικότερα με την ελληνική παράδοση και τη λαογραφία. Ιδιαίτερα δε για τη μεσσηνιακή παράδοση, τα πρώτα ερεθίσματα και οι καταγραφές προέρχονται από το στενό και ευρύτερο οικογενειακό μου κύκλο, από τα μαθητικά μου ακόμα χρόνια. Προσπαθούσα να καταγράψω σε χαρτί ό,τι άκουγα, κυρίως τραγούδια και ιστορίες, μύθους και παραμύθια που μου άρεσαν, όπως και ό,τι άλλο σχετικό μου τραβούσε το ενδιαφέρον. Έχω και στο παρελθόν συντάξει διάφορες εργασίες που σχετίζονται με τη Λαογραφία της Μεσσηνίας, όπως, για παράδειγμα, για τις παλαιές φορεσιές, τους χορούς της περιοχής και τα τραγούδια. Τα παραμύθια ήταν κάτι που είχα αρχίσει να γράφω πριν από χρόνια, απλά τώρα ήταν η κατάλληλη στιγμή για να βγουν από το συρτάρι και να παραδοθούν στο αναγνωστικό κοινό.

-Πώς έγινε η επιλογή των παραμυθιών που περιλαμβάνονται στο βιβλίο; Είναι όλα από προφορική παράδοση;

Τα 80 παραμύθια που περιλαμβάνονται στο βιβλίο αποτελούν ένα μόνο μέρος από τα παραμύθια που άκουγα ως παιδί, κυρίως από τη μητέρα μου, θείους και θείες του πατέρα μου, αλλά και από πολλούς άλλους σε διάφορες στιγμές, ακόμα και ως ενήλικας. Πάντοτε, όταν μου δίνεται η ευκαιρία, προσπαθώ να μάθω και να καταγράψω πράγματα που με ενδιαφέρουν σχετικά με την παράδοση, ακόμη και σήμερα. Έτσι, για παράδειγμα, στο βιβλίο περιέχονται παραμύθια που άκουσα και από ανθρώπους που συνάντησα τυχαία, στο τρένο, στο νοσοκομείο κ.α. Έχω επιλέξει κυρίως παραμύθια από τα πιο γνωστά μου, γιατί τα άκουγα από οικεία και αγαπημένα πρόσωπα, όπως και άλλα που μου είχαν κάνει μεγάλη εντύπωση όταν τα πρωτοάκουσα. Όλα είναι παλιά παραμύθια που έλεγαν οι γονείς, οι παππούδες και οι γιαγιάδες μας, παραμύθια που μας έρχονται από τα βάθη του χρόνου.

-Ποιος ήταν ο ρόλος του Μορφωτικού Συλλόγου Μεσσηνίας στην έκδοση του βιβλίου;

Όταν μου ζητήθηκε από το Δ.Σ. του Μορφωτικού Συλλόγου Μεσσηνίας να εκδώσουν στο πλαίσιο των δράσεων για τα 50 χρόνια της λειτουργίας του μία από τις εργασίες μου, πρότεινα την έκδοση των μεσσηνιακών παραμυθιών. Πέραν της μεγάλης αγάπης που έχω για το συγκεκριμένο είδος της λαϊκής προφορικής λογοτεχνίας, δεν υπάρχει – απ’ όσο γνωρίζω – άλλη αντίστοιχη έκδοση με παραμύθια τέτοιου μεγέθους και ποικιλίας θεμάτων. Δυστυχώς, στη σημερινή εποχή το παραδοσιακό λαϊκό παραμύθι έχει εκπέσει από τη θέση που είχε κάποτε και τείνει να πέσει στη λήθη, μέχρι τελικά να χαθεί. Με την έκδοση αυτή συμβάλλουμε στη διάσωση και προβολή ενός σημαντικού κεφαλαίου της μεσσηνιακής λαϊκής προφορικής λογοτεχνίας.

-Πόσο σημαντικό είναι να διασωθούν οι προφορικές παραδόσεις στην ψηφιακή εποχή;

Θεωρώ ότι σήμερα, ακόμα περισσότερο από ποτέ, χρειάζεται να σκύψουμε και να μελετήσουμε την πλούσια και πολύπλευρη παράδοσή μας. Η προφορική μας παράδοση έχει ρίζες αιώνων, μας μεταφέρει ιστορία και αξίες του έθνους πανάρχαιες. Την ίδια ώρα, η σημερινή ψηφιακή τεχνολογία μάς δίνει τη δυνατότητα να καταγράψουμε ό,τι έχει επιβιώσει, ώστε να διασωθεί κι επιπλέον να μπορέσουμε να επεξεργαστούμε αυτό το υλικό, να το προβάλλουμε, να το κάνουμε κτήμα των πολλών, να μάθουμε και να χρησιμοποιήσουμε αυτή την παράδοση προς όφελός μας.

-Τι ρόλο έχει παίξει ο χορός στην προσωπική σας διαδρομή και στην επαφή σας με την ιστορία της Μεσσηνίας;

Ο παραδοσιακός χορός είναι μέρος της ζωής μου. Δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου πέρα και έξω από αυτόν. Ο χορός δεν είναι μόνο βήματα. Είναι τραγούδι, μουσική, ήθη και έθιμα, ιστορία, λαογραφία και πόσα άλλα. Για τη Μεσσηνία ειδικότερα, μέσα από τους ιδιαίτερους χορούς που χορεύονταν παλαιότερα στην περιοχή, τα τραγούδια που τους συνόδευαν, το εθιμοτυπικό που τους πλαισίωνε, την ιστορία που τους συνόδευε, μπόρεσα μέσα από την ενασχόλησή μου στο πέρασμα του χρόνου να καταλάβω και να μάθω –θεωρώ- λίγο καλύτερα τον τόπο μου και την ξεχωριστή του θέση στην ελληνική ιστορία και πραγματικότητα.

-Πώς βλέπετε τη σχέση των νεότερων γενιών με την τοπική πολιτιστική κληρονομιά; Υπάρχει ενδιαφέρον;

Παρατηρώ τα τελευταία χρόνια ότι υπάρχει ενδιαφέρον για την τοπική μας παράδοση και ιστορία από ανθρώπους όλων των ηλικιών και, κυρίως, από νέους. Μπορεί να μην είναι μεγάλο το ποσοστό σε σχέση με παλαιότερες εποχές, αλλά δεν παύει να δίνει δυναμικό «παρών» στα πολιτιστικά δρώμενα της Μεσσηνίας. Αυτό που θεωρώ ότι πρέπει να προσέξουμε όλοι μας, είναι να μην είναι αυτή η συμμετοχή μας στείρα και άγονη, αλλά καρποφόρα και δυναμική. Αντλώντας από το πλούσιο πολιτιστικό μας παρελθόν να πορευθούμε σε ένα μέλλον γόνιμο και δημιουργικό.

-Πείτε μας λίγα λόγια για τα 50 χρόνια του Μορφωτικού Συλλόγου Μεσσηνίας. Τι σημαίνει για εσάς αυτή η επέτειος;

Ο Μορφωτικός Σύλλογος Μεσσηνίας άγει φέτος 50 χρόνια δημιουργικής προσφοράς στα πολιτιστικά δρώμενα της Μεσσηνίας και γενικότερα της Ελλάδας, θα τολμούσα να πω, μέσα από όλες τις δράσεις του αυτά τα χρόνια. Έχω τη χαρά να συμπορεύομαι μαζί του για 30 χρόνια, από το 1995, και μπορώ να καταλάβω τι έχει προσφέρει στην κοινωνία της Καλαμάτας σε όλη αυτήν τη μακροχρόνια πορεία του. Είναι ένας σύλλογος ζωντανός, και παρ’ όλες τις δυσκολίες που κατά καιρούς αντιμετώπισε, στέκεται ακέραιος και δυναμικός, δίνοντας το «παρών» στο σήμερα και αντιμετωπίζοντας το αύριο με αισιοδοξία. Όλα αυτά τα χρόνια στο Μορφωτικό Σύλλογο Μεσσηνίας γνώρισα και συνεργάστηκα με πολλούς ανθρώπους. Μέλημα όλων ήταν η διασφάλιση ότι ο σύλλογος, με τους σκοπούς και τις αξίες που πρεσβεύει, θα συνεχίσει την πορεία του στο μέλλον με όραμα. Εμείς κάποια στιγμή θα αποχωρήσουμε, αλλά ο σύλλογος ευχόμαστε όλοι να συνεχίσει δυναμικά και δημιουργικά την πορεία του για άλλα πενήντα κι εκατό και χίλια χρόνια ακόμα!

-Πώς ήταν η συμμετοχή σας στο σύλλογο ως χοροδιδάσκαλος όλα αυτά τα χρόνια; Υπάρχουν κάποιες ιδιαίτερες στιγμές που θυμάστε;

Στο Μορφωτικό Σύλλογο Μεσσηνίας, όπως προανέφερα, βρίσκομαι 30 χρόνια. Είμαι χοροδιδάσκαλος από τον Νοέμβριο του 1995 έως και σήμερα, με μια ενδιάμεση διακοπή περίπου 4 χρόνων. Όλα αυτά τα χρόνια η συνεργασία με τα εκάστοτε Δ.Σ. του συλλόγου ήταν άριστη και εποικοδομητική. Μέσα σε αυτό το μεγάλο χρονικό διάστημα έχω διδάξει σε μικρά παιδιά, εφήβους και ενήλικες, που χωρίς υπερβολές είναι αρκετές εκατοντάδες. Σίγουρα όλα αυτά τα χρόνια υπήρχαν στιγμές έντονης συγκίνησης, σε παραστάσεις, σε εκδηλώσεις, εικόνες και καταστάσεις που παραμένουν ανεξίτηλες στη μνήμη. Έχουμε περάσει μαζί ευχάριστα και δύσκολα. Έχουν στα τόσα χρόνια φύγει και από τη ζωή άνθρωποι που σφράγισαν με την παρουσία και το έργο τους την ιστορία του συλλόγου. Αυτό που προσωπικά με συγκινεί και με ικανοποιεί περισσότερο, είναι όταν έρχονται παλιοί μαθητές και μας χαιρετούν έπειτα από πολλά χρόνια, όταν φέρνουν τα παιδιά τους στην ίδια αίθουσα που χόρευαν κι αυτοί. Είναι μεγάλη η ηθική ικανοποίηση όταν νιώθεις ότι έκανες κάτι σωστά για εκείνα τα παιδιά με τον τρόπο σου, με τη συμβουλή σου, την παραίνεσή σου ή και απλά με την παρουσία σου.

Κι όλα αυτά, βέβαια, δε θα γίνονταν αν δεν υπήρχε η μεγάλη οικογένεια του Μορφωτικού, που αγκαλιάζει τους πάντες.

-Σκέφτεστε να συνεχίσετε τη συγγραφική δραστηριότητα; Ίσως με μια συνέχεια του νεοεκδοθέντος βιβλίου;

Πάντοτε γράφω, λιγότερο ή περισσότερο, αναλόγως το διαθέσιμο χρόνο που κατά καιρούς έχω. Αυτή την περίοδο προσπαθώ να διορθώσω και να συστηματοποιήσω καλύτερα τα παλιά μεσσηνιακά τραγούδια που έχω καταγράψει. Με την ευκαιρία της έκδοσης αυτής των μεσσηνιακών παραμυθιών, θέλω να συγκεντρώσω σε έναν άλλο τόμο και ό,τι άλλα παραμύθια έχω αφήσει κατά μέρος, όπως και θρύλους, μύθους και παραδόσεις που έχω συγκεντρώσει κατά καιρούς.

-Τι μήνυμα θα θέλατε να στείλετε στους αναγνώστες του βιβλίου σας, αλλά και στους κατοίκους της Μεσσηνίας ευρύτερα;

Η πολιτιστική παράδοσή μας είναι πολύ πλούσια σε όλες της τις πλευρές. Δυστυχώς, ο σύγχρονος τρόπος ζωής μάς αποξενώνει από αυτήν. Αποκομμένοι, όμως, από την παράδοση και τον πολιτισμό μας κινδυνεύουμε να χάσουμε τον εαυτό μας και την πορεία μας στο μέλλον. Δεν μπορούμε να βαδίσουμε με ξένα δεκανίκια, παρά μόνο με τα δικά μας πόδια. Έχουμε έναν πλούσιο πολιτισμό, μια υπέροχη παράδοση. Μπορούμε από μέσα τους να αντλήσουμε σημαντικά εφόδια για το μέλλον. Οι αξίες που κράτησαν τους προγόνους μας μέσα σε δύσκολες καταστάσεις και τους βοήθησαν να σηκώσουν ανάστημα και να ορθοποδήσουν, εκεί βρίσκονται και μας περιμένουν να τις αγκαλιάσουμε ξανά.

Μέσα στα παραμύθια του τόπου μας, που σας παραδίδουμε με αυτήν την έκδοση, θα διακρίνουμε την αδάμαστη ψυχή των προγόνων μας, την ιδιοσυγκρασία τους, τη δίψα τους για ζωή και δημιουργία. Ας εμβαθύνουμε κι ας αναλογιστούμε τα λόγια του πατέρα της Ελληνικής Λαογραφίας και Καλαματιανού στην καταγωγή, Νικολάου Πολίτη, για τα παραμύθια: «Απανθίσματα εκλεκτών μνημείων της δημώδους λογοτεχνίας, καθιστάμενα κοινόν ανάγνωσμα, συντελούν εις την συντήρησιν των καλλίστων κληροδοτημάτων της πατρίου κληρονομίας, αποκαλύπτοντα τρόπον τινά εις τον λαόν τους παρ’ αυτώ εγκρυπτομένους θησαυρούς και μεταδίδοντα αυτούς εις όλον το έθνος».

Της Χριστίνας Μανδρώνη