Το ζεϊμπέκικο… «o χορός του αετού»

Το ζεϊμπέκικο… «o χορός του αετού»

Δεν είμαι δάσκαλος χορού και ούτε καν χορεύω, κι όταν χορεύω (σπάνια), έρχεται μόνο του, κάτι με σπρώχνει.

Χωρίς βήματα, τα βήματα τα πάει η ψυχή, τα χέρια αγκαλιάζουν τον ουρανό και εσύ γυρνάς γύρω από τον εαυτό σου σε ένα τετραγωνικό μέτρο. Σκάβεις τη γη με τα πόδια σου και πετάς σαν αετός ελεύθερος με τα χέρια σου, μόνος, για όση ώρα κρατά αυτό.

Ο παππούς μου το έλεγε αυτό «ζεϊμπέκικο». Έτσι το έλεγα κι εγώ, μέχρι που είδα να διδάσκεται σε διάφορες σχόλες χορού – συλλόγους εδώ στην Καλαμάτα. Με όλο το σεβασμό που τρέφω στους χοροδιδασκάλους και χωρίς να παρεξηγηθώ, θα πω ότι το ζεϊμπέκικο δε διδάσκεται, το έχει ο καθένας μέσα του. Ούτε καλαματιανός, ούτε τσάμικος, ούτε μπαλέτο είναι. Είναι η ψυχή και τα βιώματα του καθενός μας που ψάχνουν δρόμους να βγουν, είτε πετώντας είτε σκάβοντας τη γη, χωρίς «βήματα».

Αυτό λένε και τα γραμμένα που υπάρχουν, κι αυτά σας μεταφέρω, για να με καταλάβετε.

Διαβάστε: Το ζεϊμπέκικο (ή ζεϊμπέκικος) είναι ελληνικός λαϊκός χορός. Το όνομά του οφείλεται στον πληθυσμό των Ζεϊμπέκων. Αναφέρεται ότι διαδόθηκε στα ελλαδικά αστικά κέντρα στα τέλη του 19ου αιώνα. Ωστόσο, η εμφάνισή του ανάγεται στα τέλη του 17ου αιώνα σε αστικά κέντρα όπως η Κωνσταντινούπολη και η Σμύρνη. Ο Εβλιγιά Τσελεμπή αναφέρει ότι χορευόταν στη Μαγνησία και το Αϊδίνιο σε τοπικές γιορτές. Όντας αρχικά αντικριστός χορός δύο ατόμων που έφεραν οπλισμό, εξελίχθηκε σε «μονήρη αυτοσχεδιαστικό ανδρικό χορό».

Ο χορός αντλεί την καταγωγή του από το τάγμα των Ζεϊμπέκων. Οι Ζεϊμπέκοι, ως ιδιαίτερη μειονότητα του πληθυσμού της Προύσας, του Αϊδινίου και της Ερυθραίας της Μικράς Ασίας, επονομαζόμενοι και «ιππότες των ορέων», ήσαν υπό διωγμό εξαιτίας της παραβατικής συμπεριφοράς τους. Η ετυμολογία του τουρκικού “Zeybek” δεν είναι σαφής.

Ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης, σε μια συνομιλία του με το ρεμπέτη Τάκη Μπίνη, έχει υποστηρίξει ότι «οι Ζεϊμπέκηδες ήταν Έλληνες κυρίως από τη Μακεδονία και αλλού, και Θρακιώτες, που ακολούθησαν τον Μέγα Αλέξανδρο στην εκστρατεία του στα βάθη της Ασίας. Τους ονόμαζαν Ζεϊμπέκια, δηλαδή ζωεμπόρους και Μακελάρηδες, γιατί έσφαζαν ζώα και τα πουλούσαν. Στο πέρασμα των χρόνων θέλησαν να απαθανατίσουν τον ηρωισμό τους και να διατηρήσουν τις παραδόσεις τους, κι έτσι δημιούργησαν αυτόν το χορό, το ζεϊμπέκικο, τον οποίο χόρευαν ένας ένας με σπαθιά στα χέρια, πότε πότε και στο στόμα, βγάζοντας μουγκρητά ή αλαλαγμούς, σαν τα σημερινά όπα, άλα, γιάλα και διάφορα άλλα.

Σύμφωνα με άλλες θεωρίες, ο χορός πρόκειται για κατεξοχήν αρχαίο ελληνικό – θρακικό που μετέφεραν και διέδωσαν στην Ασία οι αρχαίοι Αργείοι-Θράκες, όταν ίδρυσαν αποικία στις Τράλλεις (σημερινό Αϊδίνιο) της Μικράς Ασίας. Ο Σίμων Καράς υποστήριζε πως ο χορός είχε κληρονομιά αρχαιοελληνική (ρυθμική – χορευτική), αφού το ρυθμικό του σχήμα των 9 χρόνων διαφαίνεται στις ωδές της Λεσβίας Σαπφούς.

Ο ζεϊμπέκικος, ως παλιός χορός, είναι αυστηρά ανδρικός, γι’ αυτό και ορισμένες φορές αποκαλείται, εξαιτίας των χορευτικών του κινήσεων από άνδρες, ως «χορός του αετού». Είναι χορός που δεν έχει βήματα, αλλά μόνο φιγούρες και μία συγκεκριμένη κυκλική κίνηση. Εκτελείται σε χώρο που δεν ξεπερνά το τετραγωνικό μέτρο και κυριαρχείται από αυτοσχεδιαστικές κινήσεις.

Ως ιδιόρρυθμος εννεάσημος χορός έχει διαφορετικές μουσικές οργανώσεις και ποικίλλει ανάλογα με το θεματικό περιεχόμενο, το χώρο προέλευσης και τη χρονική περίοδο που δημιουργήθηκε.

Παρ’ όλα αυτά, «χορέψετε – χορέψετε, παπούτσια μη λυπάστε». Μιλάμε πάλι…           

Του Κώστα Δεληγιάννη