Μετά οκτώ χρόνια κλείνει το Κοινωνικό Ιατρείο Αλληλεγγύης

Μετά οκτώ χρόνια κλείνει το Κοινωνικό Ιατρείο Αλληλεγγύης

Πρόσφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες σε πολίτες της Καλαμάτας

Το Κοινωνικό Ιατρείο Αλληλεγγύης για οκτώ συναπτά έτη πρόσφερε πολύτιμες υπηρεσίες στους πολίτες – και όχι μόνο- της Καλαμάτας, πολλοί από τους οποίους, “ζαλισμένοι” από τις μνημονιακές πολιτικές, βρέθηκαν εκτός των δημόσιων δομών Υγείας και Πρόνοιας.

Η πρώτη ημέρα λειτουργίας του ήταν τελείως διαφορετική από αυτή που είναι σήμερα. Τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε να είναι, αφού η χώρα μας είναι πλέον “εκτός” μνημονίων.

Η ύπαρξη του Κοινωνικού Ιατρείου Αλληλεγγύης αντί να γίνει, όμως, η αναγκαία και ικανή συνθήκη για αλλαγή του τρόπου σκέψης των πολιτών, τουλάχιστον, απέναντι στις υποχρεώσεις των κυβερνήσεων για την επάρκεια των δομών υγείας στην παροχή υπηρεσιών προς τους ίδιους, λειτούργησε, τελικά, ως ένα ακόμα “δεκανίκι” υγείας.

Υπό αυτή την αδυσώπητη πραγματικότητα τα μέλη του αποφάσισαν να βάλουν ένα τέλος στο Κοινωνικό Ιατρείο Αλληλεγγύης.

Ακολουθεί η σχετική ανακοίνωση που δόθηκε στη δημοσιότητα:

“Τα μέλη του Συλλόγου Φίλων του Κοινωνικού Ιατρείου σε πρόσφατη συνέλευσή τους κατέληξαν ότι το Ιατρείο Κοινωνικής Αλληλεγγύης Καλαμάτας έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του και αποφάσισαν να διακόψουν οριστικά τη λειτουργία του, μετά οκτώ συναπτά έτη και να διαλύσουν το σύλλογο που συντηρούσε τις υπηρεσίες του Ιατρείου.

Η απόφαση αυτή δε λήφθηκε αβασάνιστα και δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία. Ήδη από το 2016, με το νόμο που πρόσφερε πρωτοβάθμια υγειονομική κάλυψη στους ανασφάλιστους, έγινε επίμονη προσπάθεια από τους εθελοντές του ιατρείου να κατευθύνουμε όλους όσοι είχαν ΑΜΚΑ στα Κέντρα Υγείας, το Νοσοκομείο, το ΠΕΔΥ, σ’ αυτά που ονομάζουμε – και οφείλουν να είναι – οργανωμένες δομές Υγείας και Πρόνοιας, τις οποίες οι πολίτες έχουν στήσει με τον ιδρώτα τους και πολλάκις με το αίμα τους.

Οι κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες δημιουργίας του Κοινωνικού Ιατρείου ήταν τελείως διαφορετικές από αυτές που επικρατούν τώρα. Τότε, το Δεκέμβρη του ’11, στη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ιατρικής Εταιρείας Μεσσηνίας πάρθηκε η απόφαση να ξεκινήσουμε τις διαδικασίες να βοηθήσουμε οι γιατροί της πόλης εθελοντικά το λαό της πόλης και της περιοχής από την οποία ζούσαμε και ζούμε, είχαμε στο νου μας να μην έχουμε καμιά απώλεια υγείας και ζωής επειδή οι πολίτες δε θα μπορούσαν να ανταποκριθούν στις οικονομικές τους υποχρεώσεις. Η απόφαση ήταν ομόφωνη.

Φέραμε την απόφασή μας στους φορείς της πόλης, η ανταπόκριση ήταν τεράστια, γιατί ο κίνδυνος ήταν πλέον από ορατός και η αντίδραση στην εξαθλίωση του λαού ήταν καθολική, «πλην Λακεδαιμονίων» (και ειλώτων, θα προσθέταμε, ξέρουν αυτοί, ξέρουμε και μείς).

Το κίνημα ήταν πάνδημο, δε χωρούσαν ιδεολογικές διαφορές σε ζητήματα επιβίωσης. Το εγκαταλελειμμένο κτήριο της Σχολής Νοσηλευτριών του παλιού νοσοκομείου επισκευάστηκε, βάφτηκε, οργανώθηκε από εθελοντές όλων των ειδικοτήτων και των φορέων της πόλης. Παρά τα σοβαρά προβλήματα ο λαός σκεφτόταν καθαρά και ο φόβος έσβησε μπροστά στο κοινωνικό δέσιμο που καλλιέργησε την ελπίδα και την αισιοδοξία. Η στάση του λαού και οι δράσεις του ήταν αυτό που λέμε εποποιία. Το εγχείρημα δούλεψε, με ψυχή και αισιοδοξία και πρόσφερε, μαζί με όλο το λαό σε όλο το λαό.

Από τότε ο λαός μας δέχτηκε απανωτά χτυπήματα στην ψυχή, στη συνείδησή του και στην αξιοπρέπειά του. Δεν προλαβαίναμε να πάρουμε ανάσα, δεν προλαβαίναμε να τα επεξεργαστούμε λογικά και συναισθηματικά. Η σύγχυση του λαού και η παραίτησή του μέσα από τη συνεχή «προδοσία» των προσδοκιών του από τις αλλεπάλληλες κυβερνήσεις που μεσολάβησαν τα τελευταία χρόνια, από την έλλειψη καθοδήγησης από τους «πνευματικούς» ανθρώπους και τη «διανόηση» και από τον Τύπο και τα ΜΜΕ που στη συντριπτική τους πλειοψηφία ξεπλένουν καθημερινά κάθε προδοσία και κλοπή του δημόσιου πλούτου και της ευτυχίας, των ονείρων και της επιβίωσης του λαού, δεν έχει προηγούμενο.

Μέσα από αυτόν τον κατασκευασμένο και παρατεταμένο πολιτικό και οικονομικό κυκλώνα που κατακρεούργησε την χώρα μας και την κοινωνία όλα αυτά τα χρόνια, οι πολίτες δυστυχώς «εκπαιδεύτηκαν» να ζουν στη φτώχεια και στην αναζήτηση επιδομάτων, να επιβιώνουν με τα ψίχουλα που πέφτουν προς το μέρος τους, ενώ γίνονται τεράστια φαγοπότια των επικυρίαρχων και των λακέδων τους. Θεμελιακά στοιχεία αυτής της «εκπαίδευσης», (κοινωνικής μηχανικής) είναι η ιδεολογική και πολιτική σύγχυση και ο φόβος.

Η σύγχυση αυτή και η παραίτηση επιδεινώθηκε ραγδαία τον τελευταίο χρόνο με τον αμφιλεγόμενο πανικό του κορωνοϊού και τον επιστημονικό, λογικό και πολιτικό αχταρμά που ακολούθησε και εξακολουθεί. Ο φόβος και ο τρόμος για την υγεία και τη ζωή είναι τόσο μεγάλος, που οι συγχυσμένοι πολίτες πρόθυμα εκχωρούν και τις τελευταίες ικμάδες της οικονομικής, ηθικής, πολιτικής ισχύος τους και κάθε ανθρώπινο και νομικό τους δικαίωμα.

Σε αυτές τις συνθήκες το ιατρείο δεν έχει περιεχόμενο. Δεν έχει νόημα να εξυπηρετούμε πάγιες ανάγκες των πολιτών, οι οποίες πιστεύουμε ότι πρέπει να καλύπτονται από την πολιτεία. Τα εμβόλια, τα φάρμακα, η ασφάλιση η επάρκεια γιατρών είναι ευθύνη της πολιτείας, η οποία μετά 10 χρόνια κρίσης όφειλε να έχει προβεί στις απαραίτητες διορθωτικές ενέργειες για να τα παρέχει. Η συστηματική διάλυση του κράτους πρόνοιας δεν μπορεί να καταγραφεί σαν αμέλεια, αλλά σαν συνειδητή και συστηματική εγκληματική ενέργεια εις βάρος του λαού. Η επίλυση των προβλημάτων πλέον είναι καθήκον όλου του λαού.

Εμείς ξεκινήσαμε ένα κίνημα αλληλεγγύης στις αιφνιδιαστικές και θλιβερά καταστροφικές ώρες που πέρναγε η χώρα μας. Τις ώρες εκείνες που το σοκ και το δέος παραλύουν τον νου και την ψυχή, τις πιο δύσκολες ώρες κάθε κρίσης, Ο καθένας με την πίστη του, ο καθένας με το Θεό του, ο καθένας με την ιδεολογία του. Περιφρουρήσαμε τις αρχές μας από εξωγενείς παρεμβάσεις, πολιτικάντικες και άλλες, και τις κρατήσαμε, όσο και όσοι μπορέσαμε ζωντανές στην συνείδησή μας και στην ψυχή μας.

Από το ξεκίνημά μας λέγαμε ότι όλη αυτή η προσπάθεια θέλουμε να έχει ημερομηνία λήξης. Προτιμούσαμε βέβαια και σκεφτόμαστε την ώρα και τη στιγμή που θα βοηθούσαμε να λυθούν τα προβλήματα και να επιστρέψουμε σε κανονικές για τη χώρα και το λαό μας συνθήκες. Όμως, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι, έστω και έτσι όπως συμβαίνει, η ώρα να αποχωρήσουμε αξιοπρεπώς είναι τώρα. Αυτοί που ξέρουν να δημιουργούν, ξέρουν και να σταματούν όταν χρειάζεται.

Ευχαριστούμε όλους όσοι πορευτήκανε μαζί μας σε αυτόν το δρόμο για όσο χρόνο και δρόμο μπορέσανε. Τους σκεφτόμαστε όλους με αγάπη και βαθειά εκτίμηση. Η πολύτιμη φλόγα της Αλληλεγγύης ας είναι καλά φυλαγμένη στο βωμό της ψυχής μας και ας μας οδηγεί πάντα, για το αν και πότε μπορεί και πρέπει να ξαναφουντώσει. Άλλωστε, για μας τους εθελοντές του Συλλόγου και του Κοινωνικού Ιατρείου η εμπειρία που αποκομίσαμε είναι πολύτιμη.

Τα αρχεία του συλλόγου είναι όλα στη διάθεση κάθε καλόπιστου και σοβαρού ερευνητή της ιστορίας και των κινημάτων. Θα φροντίσουμε να βρούμε τόπο και χώρο μόνιμης παρουσίας τους.

Τα περιουσιακά στοιχεία του συλλόγου θα διατεθούν σε δομές αλληλεγγύης, σύμφωνα με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Συλλόγου”.

Α.Π.