Ε.Ο. Καλαμάτας – Σπάρτης: Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει πιθανότητα βαθιάς ολίσθησης σε άλλες θέσεις

Ε.Ο. Καλαμάτας – Σπάρτης: Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει πιθανότητα βαθιάς ολίσθησης σε άλλες θέσεις

Μελετητής: «Εν γένει ο δρόμος παρουσιάζει προβλήματα ασταθειών και σε άλλες θέσεις»

Ελαφρώς καθησυχαστικός και μέχρι ενός βαθμού είναι ο μελετητής του έργου «Αποκατάσταση κατολισθήσεων στην 82η Ε.Ο. Καλαμάτας- Σπάρτης από χ.θ. 24+00 έως όρια της Μεσσηνίας», μετά τις επισημάνσεις του αναδόχου για τις παρεμβάσεις στα σημεία των κατολισθήσεων του δρόμου που σημειώθηκαν το 2019. Προτείνει, δε, συγκεκριμένους τρόπους για παρακολούθηση του φαινομένου.

Υπενθυμίζεται ότι ο ανάδοχος ζήτησε και έλαβε παράταση ολοκλήρωσης του έργου, καθώς, όπως ανέφερε μεταξύ άλλων, κατά την εκτέλεση των εργασιών κατασκευής ανέκυψαν προβλήματα λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων και συγκεκριμένα εμφάνιση έντονης και απρόσμενης υδροφορίας στην περιοχή των κατολισθήσεων σε δύο θέσεις, εμφάνιση κατολισθητικών φαινομένων στα ανάντη πρανή της οδού στην πρώτη θέση του έργου, εμφάνιση υδροφορίας στο εγκατεστημένο πιεζόμετρο, καθώς και μετακινήσεων σε μεγάλο βάθος στο εγκατεστημένο κλισιόμετρο.

Για το λόγο αυτό ζητήθηκε η γνώμη των μελετητών και στις 16 Ιανουαρίου πραγματοποιήθηκε αυτοψία στο σημείο του έργου.

Παρακολούθηση του φαινομένου
Η εταιρεία που έχει αναλάβει τη μελέτη «GEOSYSTA ΕΠΕ» και πραγματοποίησε την αυτοψία, απέστειλε στις αρμόδιες υπηρεσίες της Μεσσηνίας τις απόψεις του μελετητή τους.

Αρχικά, ο μελετητής επισημαίνει ότι μετά τη συνάντηση που είχαν και την αυτοψία που έγινε, διαπιστώθηκε ότι οι εργασίες αποκατάστασης των τριών θέσεων (Θέση 1 Χ.Θ. 24+450, Θέση 2 Χ.Θ. 26+050 και Θέση 3 Χ.Θ. 26+400) είναι σε πλήρη εξέλιξη με σημαντικό βαθμό εκτέλεσης του αντικειμένου.

Για τη θέση 1, όπου ο ανάδοχος, μεταξύ άλλων, αναφέρει πιθανά φαινόμενα βαθιάς κατολίσθησης, καθώς και αστοχίες στα υφιστάμενα πρανή, αλλά και για την αναγκαιότητα διευθέτησης των ανάντη υδάτων με διάμηκες τεχνικό, ο μελετητής επισημαίνει ότι:

-Η πιθανότητα βαθιάς ολίσθησης στα υλικά και τη γεωλογία της περιοχής δεν μπορούν να αποκλειστούν, όμως επί τόπου στοιχεία, όπως ανοικτές εφελκυστικές ρωγμές, φουσκώματα στο ποδαρικό δεν παρατηρήθηκαν κατά την αυτοψία, ενώ κατά τη σύνταξη της μελέτης το κλισιόμετρο δεν είχε καταγράψει κάποια τέτοια κίνηση. Σημειώνει δε ότι το φαινόμενο αυτό, αν είναι σε εξέλιξη, εμφανίζει πολύ μικρό ρυθμό, δηλαδή τάξης λιγότερης του εκατοστού ανά έτος, ενώ το βάθος στο οποίο πιθανά εντοπίζεται είναι ιδιαίτερα μεγάλο.

«Το φαινόμενο θα πρέπει να παρακολουθηθεί μετά την ολοκλήρωση της ανάταξης της κατολίσθησης που εντοπιζόταν επί της οδού και σε μικρό βάθος και για την οποία είχε συνταχθεί και η μελέτη. Αν επιβεβαιωθεί μηχανισμός αυτής της κλίμακας, δηλαδή βάθος ολίσθησης άνω των 16m, τότε θα πρέπει να εκτιμηθεί εκ νέου η δυνατότητα παρέμβασης, καθώς η ολισθαίνουσα μάζα είναι ιδιαιτέρως μεγάλη και απαιτεί ιδιαίτερα δαπανηρά έργα.

Η επέμβαση που πραγματοποιείται στην παρούσα θέση θα έχει θετική επίδραση ακόμα και σε περίπτωση βαθιάς ολίσθησης. Στην υφιστάμενη μελέτη δεν είχε προταθεί η εγκατάσταση συστήματος παρακολούθησης εξαιτίας του μικρού βάθος της υπό ανάταξη κατολίσθησης. Προτείνεται μετά την ολοκλήρωση των εργασιών να τοποθετηθούν δύο κλισιομετρικοί σωλήνες βάθους 25m έκαστος, ένας ανάντη της οδοποιίας και ένας κατάντη του τοιχίου, ή στην περιοχή ακριβώς πίσω από τον κεφαλόδεσμο, ώστε να διαπιστωθεί ενόργανα αν υπάρχει βαθύς μηχανισμός στην περιοχή, αλλά και η ακριβής του γεωμετρία», υπογραμμίζεται χαρακτηριστικά.

Για την αστοχία στα πρανή, τονίζει ότι είναι μικρής κλίμακας και επιφανειακή, η οποία οφείλεται κυρίως στα έντονα καιρικά φαινόμενα και αποτελεί φαινόμενο ήσσονος σημασίας και δεν απαιτεί ιδιαίτερη παρέμβαση.

Ακολούθως συμφωνεί με την πρόταση του αναδόχου για αύξηση της διαμέτρου του πασσάλου, ενώ αναφέρει ότι η κατάλληλη διαχείριση των υδάτων και η κατάλληλη απομάκρυνση από περιοχές με ασθενή γεωυλικά και επιδεκτικά σε κατολισθήσεις αποτελεί ορθή πρακτική. Ωστόσο, σημειώνει ότι για την πρόταση του αναδόχου στο θέμα αυτό θα πρέπει να αποφανθεί ο υδραυλικός μελετητής, καθώς η επιφανειακή διευθέτηση δεν αποτελεί αντικείμενο του γεωτεχνικού μελετητή.

Αντιμετωπίζονται τα σοβαρότερα προβλήματα
Για τη 2η θέση, όπου γίνονται παρεμβάσεις, και για βαθιά μισγάγγεια που παρατηρήθηκε, ο μελετητής σημειώνει ότι το σημείο αυτό είναι εκτός του αντικειμένου της μελέτης για αποκατάσταση της «θέσης 2», αλλά υπογραμμίζει ότι η άποψη του αναδόχου για περαιτέρω έρευνα και λήψη κατάλληλων μέτρων, μετά την ολοκλήρωση της έρευνας, είναι προς τη θετική κατεύθυνση. Ωστόσο, αποτελεί ειδικό αντικείμενο που θα πρέπει να εξεταστεί ως νέα έρευνα και μελέτη από την Τεχνική Διεύθυνση. Επαναλαμβάνει και πάλι ότι η κίνηση επιφανειακών υδάτων και η κατάλληλη διευθέτηση αποτελεί αντικείμενο άλλου μελετητή.

Επίσης, επισημαίνει ότι εν γένει η οδός Καλαμάτας – Σπάρτης εμφανίζει προβλήματα ασταθειών και σε άλλες θέσεις, πέραν των τεσσάρων που μελετήθηκαν, όμως ήταν πρόθεση της Τεχνικής Διεύθυνσης να εξετάσει και να επιλύσει στο πλαίσιο των έκτακτων συνθηκών τις θέσεις με τα σοβαρότερα προβλήματα.

Επιπλέον, τονίζεται η τοποθέτηση αποστραγγιστικών οπών όπου εμφανίζεται η παρουσία ροής υδάτων.

Κατά τη σύνταξη της μελέτης για τη θέση 2, είχαν προταθεί δύο σειρές αποστραγγιστικές οπές στην περιοχή του επιχώματος. Ο μελετητής σημειώνει ότι, εφόσον εξαιτίας της γεωλογίας, εμφανίζονται περιοχές και ανάντη του σταθεροποιητικού αντιβάρου όπου εκφορτίζει νερό, τότε θα πρέπει και σε αυτές τις θέσεις να τοποθετούνται συμπληρωματικά αποστραγγιστικές οπές και όπου αλλού προκύπτει ανάγκη απομάκρυνσης μη αναμενόμενων υπόγειων υδάτων στην περιοχή της κατολίσθησης.

Μάλιστα, διευκρινίζει ότι κατά τη σύνταξη των μελετών δεν μπορεί να υπάρχει λεπτομερής γνώση των θέσεων εμφάνισης υδάτων, επομένως η εκ των υστέρων επιλογή θέσεων όπου εμφανίζονται απρόβλεπτες ποσότητες υδάτων θεωρείται πάγια τακτική σε αποκαταστάσεις κατολισθήσεων και ευστάθειες πρανών.

Της Βίκυς Βετουλάκη