Η Μαρία Μπαλτουμά γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καλαμάτα, από όπου έφυγε για να σπουδάσει Αρχιτεκτονική στο Πανεπιστήμιο Πατρών. Λίγο πριν τελειώσει τις σπουδές της εκεί, μπήκε στη ζωή της η ραπτική. Κάπου εκεί κόλλησε, κι όταν βρέθηκε στην Αθήνα για να εργαστεί, γράφτηκε σε μια ιδιωτική σχολή για σχέδιο μόδας και πατρόν.
Έτσι, λοιπόν, ξεκίνησε το brand Mairis, το οποίο έχει καταφέρει να αποκτήσει το κοινό του, συνεχίζοντας δυναμικά.
Το «Θάρρος» μίλησε με τη νεαρή σχεδιάστρια για την πορεία της, τα ρούχα της και, φυσικά, τα σχέδια της. Ο λόγος στην ίδια:

Πώς ξεκινήσατε να σχεδιάζετε ρούχα;
Ενώ σπούδαζα στην Πάτρα και συγκεκριμένα στο 4ο έτος παρακολούθησα κάποια σεμινάρια ραπτικής. Εκεί αντιλήφθηκα ότι ήταν κάτι που μου ταιριάζει και έβαλα στόχο, μόλις ολοκληρώσω τις σπουδές μου στην Αρχιτεκτονική, να σπουδάσω και Σχέδιο Μόδας.
Βρέθηκα, λοιπόν, στην Αθήνα για να εργαστώ, ενώ παράλληλα τελείωσα ιδιωτική σχολή πάνω στο αντικείμενο. Ξεκίνησα, δε, να ράβω για φίλες μου ρούχα, δημιουργώντας όμως από δικά μου σχέδια.
Οι σπουδές στην Αρχιτεκτονική έχουν κάποια σχέση με το σχεδιασμό ρούχων;
Είναι κάτι διαφορετικό, αφού το σχέδιο στην Αρχιτεκτονική είναι γραμμικό, ενώ το άλλο αφορά στο σώμα και τις καμπύλες. Βέβαια, το κοινό τους είναι το λευκό χαρτί στο οποίο θα αρχίσεις να σχεδιάζεις. Το άγχος της αρχής, δηλαδή, που στη συνέχεια κάπως εξελίσσεται.
Μιλήστε μας για το ξεκίνημα του Mairis…
Μόλις άρχισε η καραντίνα, αποφάσισα να δημιουργήσω το δικό μου brand, με τη δική μου πρώτη συλλογή. Ήθελα τα υφάσματα να μην είναι έτοιμα, οπότε πέραν των ρούχων, σχεδίαζα και τα υφάσματα. Εκείνα τα ρούχα είχαν πολυμορφικό χαρακτήρα. Δηλαδή, ήταν μια φούστα που θα μπορούσε να γίνει και φόρεμα, ένα τοπάκι που θα μπορούσε να δεθεί με πολλούς τρόπους κ.λπ.
Επέλεξα αυτό το χαρακτήρα, αφού ήθελα να καλύψω όλες τις ανάγκες μιας γυναίκας που δουλεύει όλη την ημέρα. Έτσι, θα μπορούσε με διάφορους τρόπους να εναλλάσσει κάθε ρούχο. Για παράδειγμα, μετά τη δουλειά της να μπορεί να βγει για ένα ποτό.

Πόσο δύσκολο ήταν να μπείτε σε αυτό το χώρο;
Δεν είναι τόσο δύσκολο. Καλώς ή κακώς, μέσα από τα Social Media, αν η δουλειά σου είναι καλή, θα σε βρουν οι στιλίστες μόνοι τους, όπως και ο κόσμος.
Γενικότερα. για να το πετύχεις πρέπει να πάρεις το ρίσκο να ξεκινήσεις, όπως και να βρεις τους κατάλληλους συνεργάτες, αφού δε γίνεται να τα κάνεις όλα μόνος σου. Εγώ συνεργάζομαι με μια βιοτεχνία που ράβει την παραγωγή, αφού και να θέλω, είναι ανέφικτο να την κάνω όλη μόνη μου.
Επίσης, πρέπει να βρεις τον κατάλληλο πατρονίστ, που να σου ταιριάζει, τα κατάλληλα υφάσματα, τις κατάλληλες πρώτες ύλες, καθώς η ποιότητα είναι κάτι πολύ σημαντικό, τόσο των χρωμάτων όσο και των υφασμάτων.
Πώς προκύπτει το θέμα για μια κολεξιόν και πώς δημιουργείται ένα ρούχο;
Για την κάθε κολεξιόν βρίσκω ένα θέμα. Το θέμα της τρέχουσας κολεξιόν είναι το al fresco. Για μένα είναι αναμνήσεις από ένα καλοκαίρι. Αναμνήσεις όχι μόνο σχετικά με τη θάλασσα, μπορεί να συσχετίζονται με το χωριό, με ένα πικ νικ, με μια βόλτα… Έτσι προκύπτουν και τα σχέδια στα υφάσματα. Για παράδειγμα, μπορεί να είναι επηρεασμένα από υφές ζώων ή τα πατήματά τους, από κάποιο λουλούδι. Μέσα από μια φωτογραφία και πολλή επεξεργασία, κι αφού τροποποιήσω και πειράξω τα χρώματα, προκύπτει το σχέδιο του υφάσματος.
Σε κάθε συλλογή θέλω να έχω δημιουργήσει τέσσερα με έξι νέα σχέδια υφασμάτων, για να μη βαριέται η γυναίκα που θέλει να το αγοράσει.
Αφού δημιουργηθεί το ύφασμα, προχωράμε στο πατρόν και ακολουθεί το ράψιμο.
Δημιουργείτε ρούχα με έντονα χρώματα. Τα ρούχα σας είναι για όλες;
Θεωρώ ότι αυτό είναι υποκειμενικό. Μπορεί τα έντονα χρώματα να αρέσουν σε όλους, αλλά αρκετοί θεωρούν ότι δεν ταιριάζουν στο γούστο τους ή στην προσωπικότητά τους. Από άποψη μεγεθών δε, ναι, είναι για όλους.

Υπάρχει μια στροφή του κόσμου προς τους Έλληνες σχεδιαστές είτε ρούχων είτε κοσμημάτων;
Ναι, αυτό ισχύει, καθώς οι περισσότεροι Έλληνες σχεδιαστές έχουν, μεταξύ άλλων, περιορισμένες παραγωγές. Όποιος, δε, αγοράζει, θέλει να αισθάνεται ότι αυτό που φορά είναι πιο ιδιαίτερο, πιο μοναδικό. Τα ελληνικά brand έχουν αρκετά μεγάλη απήχηση και στους ξένους, ειδικά τα έντονα σχέδια σε πιο μεσογειακές χώρες, όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία. Δείχνουν, δε, έντονη προτίμηση στα ρούχα μου, αγοράζοντάς τα από μπουτίκ που λειτουργούν σε νησιά στα οποία πηγαίνουν για διακοπές.
Βέβαια, ένα ελληνικό brand, και μάλιστα γυναικείο, έχει πολύ μεγάλο ανταγωνισμό στη χώρα μας, διότι υπάρχουν πολλά ανάλογα, οπότε αυτό με κάνει να θέλω να ξεχωρίζω τόσο με τα δικά μου υφάσματα όσο και με τον καλό τρόπο ραψίματος και την εφαρμογή.
Μιλάμε για περιορισμένη παραγωγή;
Ναι, τα τεμάχια είναι περιορισμένα, αφού προσπαθώ να υπάρχει και αποκλειστικότητα σε κάθε περιοχή που πωλούνται τα ρούχα. Και σίγουρα δε μιλάμε για μαζική παραγωγή, αφού όλα κατασκευάζονται στην Ελλάδα.

Το ρίσκο που πήρατε και η πορεία μέχρι σήμερα;
Τον επόμενο μήνα συμπληρώνει 4 χρόνια ζωής το Mairis. Είμαι πολύ ευχαριστημένη, αφού δίνω και σε κάποια καταστήματα χονδρική. Επίσης, υπάρχει το e-shop, αλλά και το show room που διατηρώ στο Παγκράτι.
Όταν ξεκίνησα ήταν σίγουρα ένα ρίσκο, αφού άφησα την Αρχιτεκτονική για να ασχοληθώ με το σχέδιο μόδας. Ήταν ανέφικτο να κάνω και τα δύο παράλληλα, αφού το καθένα θέλει το χρόνο του.
Προφανώς, έχω το άγχος για την εξέλιξη της εταιρείας, αλλά μέχρι σήμερα είμαι ικανοποιημένη.
Ποια τα σχέδιά σας;
Στόχος μου είναι να κάνω κάποιες συνεργασίες με το εξωτερικό και να ανοίξω ένα φυσικό κατάστημα, εκτός από το showroom που ήδη λειτουργεί.
Του Παναγιώτη Μπαμπαρούτση