Κωνσταντίνος Ρήγος: «Κάθε φορά συνθέτω έργα που ταιριάζουν στο μήνυμα που θέλω να επικοινωνήσω»

Κωνσταντίνος Ρήγος: «Κάθε φορά συνθέτω έργα που ταιριάζουν  στο μήνυμα που θέλω να επικοινωνήσω»

Λίγο πριν από την παρουσίαση της αποψινής παράστασης “Return of the Summer” από το Μπαλέτο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, ο διευθυντής του μιλά στο «Θ»

Μια σειρά από «μικρά θαύματα» βιώνει το τελευταίο διάστημα η Καλαμάτα με την ολοχρονίς δραστηριοποίηση του Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού, κάτι το οποίο επετεύχθη με την ανάληψη καθηκόντων της νέας καλλιτεχνικής του διευθύντριας, Τζένης Αργυρίου.

Σε αυτή την προσπάθεια εξωστρέφειάς του οφείλεται, άλλωστε, και η σημερινή… απόβαση του Μπαλέτου της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στη μεσσηνιακή πρωτεύουσα, γεγονός που δημιουργεί ακόμα περισσότερες προσδοκίες για όσα πρόκειται να δούμε το επόμενο διάστημα στην πόλη με επίκεντρο το χορό.

Η ανταπόκριση του κοινού στην αποψινή παράσταση “Return of the Summer” θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως «παροιμιώδης», αν λάβει κανείς υπόψη το μόλις σε λίγα λεπτά από την έναρξη διάθεσης των εισιτηρίων sold-out.

Το αποψινό θέαμα, που θα λάβει χώρα στην κεντρική σκηνή του Μεγάρου Χορού Καλαμάτας, αφορά σε ένα τρίπτυχο. Το «Μπολερό» του Ραβέλ σε χορογραφία Κωνσταντίνου Ρήγου, συνομιλεί με τη χορογραφία “Point of No Return” του Γιάννη Μανταφούνη πάνω σε μουσική του Γιώργου Κουμεντάκη, καθώς και με τη χορογραφία “Les Nuits d’ ete” του Κωνσταντίνου Ρήγου σε μουσική του Εκτόρ Μπερλιόζ.  

Η σύνθεση των τριών έργων παρουσιάζει στο κοινό ένα εντυπωσιακό πρόγραμμα σύγχρονου χορού που ξεχειλίζει από δυναμισμό και ενέργεια.

Με αφορμή την αποψινή παράσταση στην Καλαμάτα, ο διευθυντής του Μπαλέτου της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, Κωνσταντίνος Ρήγος, μιλά στο «Θάρρος». Μεταξύ άλλων, κάνει λόγο για το “Return of the Summer”, την εξωστρέφεια την οποία επιχειρεί η ΕΛΣ, αλλά και τη στήριξη της Πολιτείας στο σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό.

-Με την ανάληψη των καθηκόντων σας ως διευθυντής του Μπαλέτου της ΕΛΣ επιχειρείτε ένα άνοιγμα στην κοινωνία. Ποια είναι τα «δείγματα γραφής» αυτής της προσπάθειας, την οποία συνυπογράφει και ο κ. Κουμεντάκης, μέχρι σήμερα;

Από την πρώτη στιγμή πρόθεσή μας ήταν να ανατρέψουμε τον παραδοσιακό τρόπο λειτουργίας του Μπαλέτου της ΕΛΣ. Ο στόχος μας δεν περιοριζόταν μόνο στην καλλιτεχνική αρτιότητα των παραστάσεων. Θέλαμε να δημιουργήσουμε ένα άνοιγμα προς ένα ευρύτερο, πολυπρόσωπο κοινό, τόσο εντός όσο και εκτός των θεσμικών «τειχών». Με συναρπάζει βαθιά η επαφή με διαφορετικές ομάδες ανθρώπων και η μεταφορά της τέχνης σε απρόσμενους χώρους – είναι μια διαδικασία που μεταμορφώνει την εμπειρία και για το κοινό και για τους ίδιους τους χορευτές.

Έτσι ταξιδέψαμε και παρουσιάσαμε έργα σε μνημεία, πάρκα, κάμπους, πλατείες, λιμάνια, ακόμη και σε αεροδρόμια, αλλάζοντας ουσιαστικά τον τρόπο με τον οποίο ο κόσμος προσεγγίζει το χορό. Παράλληλα, οι δημόσιες αυτές εμφανίσεις άνοιξαν την τέχνη μας και σε νεότερες ηλικίες, δίνοντας την ευκαιρία και σε μικρά παιδιά να έρθουν σε άμεση επαφή με τη μαγεία της κίνησης.

-Η «γέννηση» και δραστηριοποίηση του Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, έχοντας ως βάση του μια επαρχιακή πόλη της Ελλάδας, αντικατοπτρίζει μια άνθιση στη συγκεκριμένη τέχνη σε εγχώριο επίπεδο. Θα λέγατε ότι μέσα σε αυτά τα χρόνια ο κόσμος έχει «αγκαλιάσει» τον κλασικό και σύγχρονο χορό ή ο θεσμός τείνει να αποτελέσει πόλο έλξης για το μυημένο κοινό;

Από το πρώτο φεστιβάλ μέχρι σήμερα, η πορεία του θεσμού υπήρξε εντυπωσιακά πλούσια, δημιουργική και ουσιαστική. Θυμάμαι ακόμη ζωντανά την πρώτη εμφάνιση του χοροθεάτρου «Οκτάνα» στο πρώτο φεστιβάλ – μια εμπειρία που άφησε ανεξίτηλο αποτύπωμα. Γι’ αυτό χαίρομαι ιδιαίτερα που επιστρέφουμε και πάλι στην Καλαμάτα, σε μια νέα δημιουργική περίοδο, υποστηρίζοντας την ιδέα της Τζένης Αργύριου για ένα φεστιβάλ που ανοίγει τη δράση του και πέρα από το θερινό κύκλο, επεκτείνοντας τις δραστηριότητές του καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς.

-Πώς επιλέξατε να καταπιαστείτε με το “Return of the Summer” και τι σημαίνει για εσάς;

Το “Return of the Summer” είναι μια παράσταση «μικρών στιγμών». Αποτελείται από σύντομα κομμάτια, σχεδιασμένα έτσι ώστε να μπορούν να παρουσιαστούν με διαφορετικούς τρόπους και σε διαφορετικές συνθήκες. Η παράσταση μπορεί να φωτιστεί από φυσικό φως σε ανοιχτούς χώρους ή να στηθεί ως ολοκληρωμένο θέαμα σε κλειστή αίθουσα – δύο εκδοχές που μεταβάλλουν πλήρως την εμπειρία θέασης. Ήταν ένα δημιουργικό πείραμα που τελικά λειτούργησε εξαιρετικά, προσφέροντας στο κοινό, αλλά και στους χορευτές, δύο εντελώς διαφορετικές, αλλά εξίσου ζωντανές διαστάσεις της ίδιας δουλειάς.

-Ποιοι είναι οι ορίζοντες που έχουν ανοίξει μπροστά σας μέσω του χορού από την πρώτη απόπειρά σας, το 1988, στο διαγωνισμό της Ραλλούς Μάνου;

Όσο για τα πρώτα μου βήματα… Εκείνη η αρχική εμπειρία ήταν τόσο αγνή και άγρια, που ούτε γνώριζα ακόμη πού βρίσκομαι ούτε τι επιδιώκω να πω. Από τότε, όμως, συνειδητοποίησα τα πραγματικά μου θέλω, διαμόρφωσα πεποιθήσεις, είδα τον κόσμο και την τέχνη του χορού με νέο βλέμμα και χτίστηκε σταδιακά ένας προσωπικός, αναγνωρίσιμος δημιουργικός κόσμος.

-Πώς θα περιγράφατε τη χορογραφική σας ταυτότητα και με ποιον τρόπο αυτή επηρεάζει το ρεπερτόριο του Μπαλέτου της ΕΛΣ;

Το ύφος μου μεταβάλλεται ανάλογα με το περιεχόμενο, τη δημιουργική περίοδο, τις αναζητήσεις και τα δεδομένα της στιγμής. Στο Μπαλέτο της Λυρικής συνθέτω έργα που ταιριάζουν κάθε φορά στους χορευτές μας, στο κοινό μας, αλλά και στο μήνυμα που θέλω να επικοινωνήσω.

-Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις στη διεύθυνση ενός μεγάλου συνόλου όπως το Μπαλέτο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής;

Το να είσαι ταυτόχρονα χορογράφος και διευθυντής μπορεί να δημιουργήσει εσωτερικές συγκρούσεις. Σε αναγκάζει να βγεις από τα στενά όρια της προσωπικής σου καλλιτεχνικής οπτικής και να δεις το σύνολο, τη μεγάλη εικόνα…

-Εκτιμάτε ότι η Πολιτεία στηρίζει αρκούντως το σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό και τα προϊόντα του ή έχει δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην πολιτιστική κληρονομιά που φέρει η χώρα από το παρελθόν της;

Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, είναι αναγκαίο να αναπτύσσονται και τα δύο. Γίνονται σημαντικά βήματα, αλλά υπάρχει ακόμη μεγάλο περιθώριο εξέλιξης – ειδικά στο χώρο του χορού, που παραμένει μία από τις πιο απαιτητικές τέχνες.

-Ποιο είναι το όραμά σας για την επόμενη δεκαετία του Μπαλέτου της ΕΛΣ;

Η δική μου προσωπική επιθυμία; Δημιουργία – και ακόμη περισσότερα ανοίγματα. Νέα μονοπάτια, νέες συνεργασίες, νέοι τρόποι να συναντάμε το κοινό και να το προσκαλούμε σε έναν κόσμο κίνησης, ενέργειας και συγκίνησης.

Της Χριστίνας Μανδρώνη