Η κυβέρνηση προχωρά σε μία από τις πιο κρίσιμες ανατροπές στη λειτουργία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης: την αφαίρεση των Υπηρεσιών Δόμησης (ΥΔΟΜ) από τους δήμους και τη μεταφορά τους στο Κτηματολόγιο. Μια επιλογή που παρουσιάζεται ως «μεταρρυθμιστικό άλμα» από το Μέγαρο Μαξίμου, αλλά αντιμετωπίζεται από πολλούς δημάρχους και εργαζόμενους ως ένα ακόμη βήμα συγκεντρωτισμού και υποβάθμισης του ρόλου των ΟΤΑ – με καθόλου αμελητέες συνέπειες για την ίδια τη φυσιογνωμία των πόλεων.
«Χριστουγεννιάτικος μποναμάς, αλλά ανεπιθύμητος»
Πρώτος και πιο αιχμηρός στην κριτική του εμφανίστηκε ο δήμαρχος Αθηναίων, Χάρης Δούκας, ο οποίος μίλησε για ακόμη μία «επιθετική» κίνηση της κυβέρνησης απέναντι στους δήμους.
«Αφαιρούν από την Αυτοδιοίκηση το βασικό εργαλείο που διαθέτουμε για να οργανώνουμε τις πόλεις μας, να βάζουμε κόφτες στην τσιμεντοποίηση», υπογράμμισε ο δήμαρχος, αφήνοντας σαφείς αιχμές και για τον νέο Νέο Οικοδομικό Κανονισμό (ΝΟΚ), ο οποίος τα τελευταία χρόνια έχει δεχθεί έντονη κριτική για τα μπόνους δόμησης που εισάγει.
Η παρέμβασή του δεν περιορίστηκε σε πολιτική καταγγελία. Εστίασε στο ουσιαστικό διακύβευμα: την απώλεια του ελέγχου του πολεοδομικού σχεδιασμού από τις τοπικές κοινωνίες. «Οι πόλεις δεν μπορούν να σχεδιάζονται από το κέντρο, ούτε να μετατρέπονται σε πεδίο αδηφάγων επενδυτικών συμφερόντων», σημείωσε, καλώντας τα κόμματα να ανακόψουν τη ρύθμιση.
Ο ΝΟΚ και η κριτική για «έκρηξη» δόμησης
Ο Νέος Οικοδομικός Κανονισμός, από το 2012 μέχρι σήμερα, αποτέλεσε το όχημα μιας νέας γενιάς κινήτρων δόμησης: μη προσμέτρηση ημιυπαίθριων, πυλωτών, ενεργειακών χαρακτηριστικών, βοηθητικών χώρων, ακόμη και επιπλέον ύψος για «βιοκλιματικά» κτίρια. Όπως επισημαίνουν δεκάδες δήμοι, οι διατάξεις αυτές δημιουργούν περιθώριο για αύξηση της πραγματικής δόμησης έως και 80%, αλλοιώνοντας το ύψος, τον όγκο και τον χαρακτήρα ολόκληρων γειτονιών.
Οι προσφυγές των δήμων το 2024 κατά αδειών του ΝΟΚ κατέδειξαν την ένταση της αντιπαράθεσης. Το ΣτΕ μπορεί να «ξεπάγωσε» εργασίες που είχαν ξεκινήσει νόμιμα έως τον Δεκέμβριο του 2024, ωστόσο το ζήτημα μένει ανοιχτό: ποιος θα ελέγχει την αυθαιρεσία και την επέκταση των οικοδομικών κινήτρων;
«Διαφθορά» ή υποστελέχωση;
Η κυβερνητική επιχειρηματολογία επικεντρώνεται σε δύο σημεία: 1. Χαμηλές επιδόσεις των πολεοδομιών, «μόλις 3%» στην αξιολόγηση του δημοσίου, όπως επανέλαβε ο πρωθυπουργός. 2. Εστίες εξυπηρετήσεων και διαφθοράς, με τις οποίες, όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση, πρέπει να τελειώνει οριστικά μέσω της συγκέντρωσης των αρμοδιοτήτων στο Κτηματολόγιο.
Ωστόσο, τα στοιχεία που παρουσίασαν οι εργαζόμενοι στις ΥΔΟΜ αλλά και η Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α. αποτυπώνουν μια διαφορετική εικόνα: Μόλις 179 από τους 325 δήμους διαθέτουν ενεργή ΥΔΟΜ, πολλές λειτουργούν με 1 έως 3 μηχανικούς, υπάλληλοι καλούνται συχνά να εξυπηρετούν πολλαπλούς δήμους, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την ΥΔΟΜ Πειραιά που εξυπηρετεί δέκα. Η υποστελέχωση φαίνεται να αποτελεί το πραγματικό πρόβλημα – ένα πρόβλημα που τώρα μεταφέρεται αυτούσιο στο Κτηματολόγιο.
Ποιος σχεδιάζει πλέον τις πόλεις;
Οι δήμοι διατηρούν την αρμοδιότητα των σχεδίων πόλης, των ρυμοτομικών σχεδίων και των πράξεων εφαρμογής. Πρόκειται για κρίσιμες αρμοδιότητες που καθορίζουν την οργάνωση των οικοδομικών τετραγώνων, τους κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους, τις εισφορές και τις τελικές ιδιοκτησίες.
Όμως ο πυρήνας της καθημερινής πολεοδομικής λειτουργίας –η εξέταση και έγκριση των οικοδομικών αδειών, ο έλεγχος νομιμότητας και η διασφάλιση της τήρησης του ΝΟΚ– περνά πλέον σε ένα νέο, κεντρικό σχήμα. Ένα σχήμα που υπόσχεται «one stop shop» για κάθε ακίνητο μέσα στο 2026 αλλά χωρίς ξεκάθαρη απάντηση στο πώς θα στελεχωθεί και πώς θα ασκεί αποτελεσματικούς ελέγχους.
Το διακύβευμα
Η συζήτηση για τις πολεοδομίες δεν είναι τεχνική λεπτομέρεια. Είναι το πεδίο όπου καθορίζεται τι είδους πόλεις θα έχουμε: πόλεις ανθρώπινες, με δημόσιο χώρο και κανόνες, ή πόλεις υψηλής δόμησης όπου κυριαρχούν τα επενδυτικά συμφέροντα.
Η «μεταρρύθμιση» της κυβέρνησης υπόσχεται ταχύτητα και αποτελεσματικότητα.
Οι δήμοι και οι εργαζόμενοι προειδοποιούν για συγκεντρωτισμό, αποδυνάμωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και ένα ακόμη βήμα προς την άναρχη ανάπτυξη. Το μόνο βέβαιο είναι ότι η μάχη γύρω από το ποιος σχεδιάζει τον χώρο και για ποιον λόγο μόλις ξεκίνησε.
Α.Π.










