Η τελευταία συνεδρίαση της Δημοτικής Επιτροπής Καλαμάτας άφησε για ακόμη μία φορά πικρή επίγευση ως προς το πώς αντιλαμβάνεται η Δημοτική Αρχή την κοινωνική πολιτική. Την ώρα που η ακρίβεια σφίγγει ασφυκτικά τα νοικοκυριά και η ανάγκη για ουσιαστική στήριξη είναι μεγαλύτερη από ποτέ, οι αποφάσεις που λαμβάνονται δείχνουν μια προτεραιοποίηση που προκαλεί εύλογα ερωτήματα.
Για τις άπορες οικογένειες της πόλης εγκρίθηκε ενίσχυση που μεταφράζεται σε περίπου 20 ευρώ ανά οικογένεια για την προμήθεια κρέατος εν όψει των εορτών. Ένα ποσό που δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί επαρκές, πόσο μάλλον αξιοπρεπές, μπροστά στις πραγματικές ανάγκες των συμπολιτών μας που παλεύουν καθημερινά να τα βγάλουν πέρα. Την ίδια στιγμή, για το καθιερωμένο εθιμοτυπικό γεύμα της Υπαπαντής εγκρίθηκε δαπάνη περίπου 42 ευρώ ανά άτομο για σχεδόν 300 επισήμους και συνοδούς, με το συνολικό κόστος να αγγίζει τα 15.000 ευρώ.
Η σύγκριση είναι αμείλικτη και το μήνυμα σαφές: άνεση και αφθονία για τη βιτρίνα, φειδώ για εκείνους που έχουν πραγματική ανάγκη. Αυτή η επιλογή δε συνιστά κοινωνική πολιτική. Αντιθέτως, παραπέμπει σε μια διαχείριση που δίνει έμφαση στις δημόσιες σχέσεις, στις εικόνες και στις φιέστες, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα την ουσία της κοινωνικής αλληλεγγύης.
Σε αυτό το πλαίσιο, η πρόταση να αντικατασταθούν οι «επίσημοι» του εθιμοτυπικού γεύματος με τις άπορες οικογένειες της πόλης δεν ήταν μια κίνηση εντυπωσιασμού. Ήταν μια πρόταση με βαθύ συμβολισμό και πραγματικό κοινωνικό περιεχόμενο. Ένα γεύμα που θα μπορούσε να αποκτήσει αληθινό νόημα, αναδεικνύοντας έμπρακτα την ευθύνη του Δήμου απέναντι στους πιο αδύναμους.
Η Υπαπαντή, ως γιορτή πίστης και ταπεινότητας, δύσκολα μπορεί να συμβαδίσει με τραπέζια εξουσίας και αποκλεισμούς. Η κοινωνική πολιτική δεν είναι εκδήλωση ούτε λογιστικό κονδύλι. Είναι στάση ζωής και καθαρή πολιτική επιλογή. Και σε αυτές τις επιλογές, κανείς δεν μπορεί να κρυφτεί.
Του Σπύρου Χανδρινού
Δημοτικού συμβούλου Καλαμάτας











