Εριστικός ο 45χρονος που πυροβόλησε το θείο του και τα ξαδέλφια του για μια θέση πάρκινγκ!

Εριστικός ο 45χρονος που πυροβόλησε το θείο του  και τα ξαδέλφια του για μια θέση πάρκινγκ!

Με αλεξίσφαιρο γιλέκο και σε αστυνομικό κλοιό
Προκαλώντας διαρκώς τους μάρτυρες της οικογένειας των θυμάτων και ταυτόχρονα ξαδέλφια του, ξεκίνησε χθες στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Καλαμάτας η δίκη του 45χρονου από τη Λακωνική Μάνη, σε χωριό έξω από το Γερολιμένα, ο οποίος πέρυσι τον Απρίλιο για μια θέση στάθμευσης, σκότωσε με κυνηγετική καραμπίνα τον 65χρονο θείο του και τραυμάτισε τα ξαδέλφια του.
Η δίκη ξεκίνησε χθες σε αίθουσα του Δικαστικού Μεγάρου Καλαμάτας, σε ιδιαίτερα φορτισμένο κλίμα, με τον κατηγορούμενο να φορά αλεξίσφαιρο γιλέκο και να βρίσκεται διαρκώς περιτριγυρισμένος από αστυνομικούς, ώστε να προλάβουν δικές του αντιδράσεις, είτε των συγγενών του θύματος.
Χθες κατέθεσαν οι δύο γιοί του θύματος και η γυναίκα του ενός, εναντίον των οποίων ο κατηγορούμενος, είχε στρέψει το όπλο και τραυμάτισε ελαφρά.
Ο 45χρονος, που κρατείται στις Ψυχιατρικές  Φυλακές Κορυδαλλού, αντιμετωπίζει τις βαριές κατηγορίες της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και της πρόκλησης επικίνδυνων σωματικών βλαβών με πρόθεση και κατά συρροή. Κατά τη γραμμή υπεράσπισης που αναπτύχθηκε χθες, ο κατηγορούμενος ισχυρίζεται πως δεν είχε συνείδηση του τι έκανε και διεκδικεί την ειδική περίσταση του μειωμένου καταλογισμού.
 
Εν ψυχρώ
Ο πρώτος γιος του θύματος και ξάδερφος του κατηγορούμενου, περιέγραψε ότι εκείνο το βράδυ  γύρισε από δουλειά με το μικρό αυτοκίνητο της γυναίκας του. Καθώς στο χωριό είχε πάει κόσμος και δεν είχε χώρο να το σταθμεύσει έξω, το έβαλε μπροστά στο σπίτι του κατηγορούμενου, καθώς ήθελε να πάει τουαλέτα και μόλις άδειαζε θέση θα μετακινούσε το αυτοκίνητο. Στην αυλή, όπως είπε, βρισκόταν η μητέρα του, η μητέρα του κατηγορουμένου, η γυναίκα του, ενώ στο σπίτι ο πατέρας του, ο αδελφός του, καθώς και τα 4 παιδιά τους. Κάποια στιγμή άκουσε φασαρία, βγήκε έξω και είδε τον ξάδελφό του να φωνάζει και να βρίζει για το αυτοκίνητο. Μάλιστα, ισχυρίστηκε ότι αρχικά δεν κατάλαβε ότι ήταν για το αυτοκίνητο και του είπε ότι θα το πάρει. Στο σημείο αυτό ο κατηγορούμενος αντιδρώντας, αποκάλεσε ψεύτη τον ξάδελφό του, προκαλώντας την παρέμβαση της έδρας.
Συνεχίζοντας την αφήγηση, ο μάρτυρας κατέθεσε ότι ακούγοντας τη φασαρία βγήκε και ο πατέρας του έξω, ενώ ήδη ο κατηγορούμενος είχε μπει στο σπίτι και είχε πάρει την καραμπίνα. Περιέγραψε ότι ο πατέρας του ήταν ήρεμος άνθρωπος και κινήθηκε προς τα κάγκελα που χώριζαν τα σπίτια τους για να ηρεμήσει τον κατηγορούμενο, ο οποίος είχε ήδη πυροβολήσει μια φορά στον αέρα. Τότε πυροβόλησε για πρώτη φορά τον 65χρονο, πλήττοντάς τον στο πόδι, ακολούθως στην κοιλιακή χώρα και την τρίτη  φορά σχεδόν εξ επαφής στο θώρακα.
Ο μάρτυρας, ιδιαίτερα φορτισμένος, είπε ότι τότε επικράτησε πανικός. Τα παιδιά έκλαιγαν και λιποθυμούσαν και προς στιγμή δεν μπορούσε να καταλάβει τι συνέβαινε και πως ο πατέρας του ήταν νεκρός.
«Ο πατέρας μου τον είχε καλύτερα από παιδί του. Πρώτα αυτόν φρόντιζε και μετά εμάς. Ο πατέρας του που ήταν άρρωστος έμεινε στα χέρια μου και αυτός μου τον εκτέλεσε. Ο πατέρας μου μέσα σε μια λίμνη αίματος… Δεν πρόλαβα να του πω τίποτα», είπε και ξέσπασε σε λυγμούς.
Συνεχίζοντας είπε ότι φώναξε στη γυναίκα του και τα παιδιά να μπουν στο σπίτι και τότε άκουσε άλλο ένα μπαμ: «Πάγωσα. Ένιωσα τον αέρα από τα σκάγια και μετά είδα αίματα. Νόμιζα ότι με σκότωσε». Ευτυχώς όμως τον πήραν τα σκάγια μόνο στο χέρι και στο βλέφαρο, προκαλώντας του εκδορές.
Κλείνοντας, ανέφερε πως η θεία του (μητέρα του κατηγορουμένου) έδειχνε σαν να ευχαριστιόταν για ό,τι έγινε, καθώς την άκουσε να λέει «βάρα του άλλες δύο», ενώ όταν άνοιξε την πόρτα για να περάσει, έσπρωξε με το πόδι της το άψυχο σώμα του 65χρονου, αποκαλώντας τον «σκατόψυχο».
Στο σημείο αυτό υπήρξαν πάλι αντιδράσεις από τον κατηγορούμενο, αποκαλώντας τον  μάρτυρα «καραγκιόζη» και λέγοντας «έπρεπε… έχε χάρη», ενώ λίγο αργότερα φώναξε πως «έπρεπε να υπάρχει ορός αληθείας όπως στην Αμερική».
 
Καταθέσεις μαρτύρων
Η γυναίκα του προηγούμενου μάρτυρα περιέγραψε τα περιστατικά όπως τα έζησε, λέγοντας πως δεν είχαν διαφορές με τον κατηγορούμενο, ούτε είχε προηγηθεί κανένα σοβαρό επεισόδιο. Αντίθετα, είπε ότι η οικογένειά της είχε πολύ καλές σχέσεις μαζί του και τόσο το παιδί της, όσο και του κουνιάδου της, ήταν καθημερινά μαζί του και τον αγάπαγαν, ενώ αυτός τα φρόντιζε. «Δεν τους χάλαγε χατίρι. Γι’ αυτό δεν μπορώ να καταλάβω πως το έκανε αυτό μπροστά σε 4 παιδιά», είπε χαρακτηριστικά.
Αναφέρθηκε στη λογομαχία που έγινε για το αυτοκίνητο, σημειώνοντας πως όταν ο κατηγορούμενος πήγαινε να μπει στο σπίτι, από όπου βγήκε αμέσως μετά κρατώντας τη καραμπίνα, είχε «πολύ κακό βλέμμα».
Πρόσθεσε δε, πως ακόμα κι όταν ήρθε το ασθενοφόρο, οι τραυματιοφορείς δεν μπορούσαν να πλησιάσουν και τράβηξαν το σώμα του πεθερού της «σαν να ήταν ζώο», καθώς ο κατηγορούμενος συνέχισε να μπαινοβγαίνει στο σπίτι κρατώντας το όπλο. Για τη μητέρα του κατηγορουμένου, είπε ότι δεν έκανε τίποτα να αποτρέψει το γιό της και πως ακόμα κι όταν ήταν νεκρός στα πόδια της ο 65χρονος, έβριζε τις νύφες του.
Απέδωσε τις πράξεις του σε ζήλια, επισημαίνοντας ότι η μητέρα του τον πίεζε ψυχολογικά και τον έβριζε, επειδή δεν είχε δική του οικογένεια. Σε ερωτήσεις της έδρας αν είχε καταλάβει κάτι περίεργο στη συμπεριφορά του 45χρονου, η μάρτυρας απάντησε πως αν συνέβαινε κάτι τέτοιο δεν θα άφηνε το παιδί της μαζί του. Τέλος, είπε πως και τα 4 παιδιά που ήταν μπροστά στο έγκλημα, ακόμα αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα με την ψυχολογία τους να έχει αλλάξει από τη στιγμή που είδαν αιμόφυρτο στο έδαφος τον παππού τους. Και κατά τη διάρκεια αυτής της κατάθεσης, υπήρξαν αντιδράσεις από τον κατηγορούμενο, λέγοντας προς την μάρτυρα: «Πολλά παραμύθια λές».
Η χθεσινή ημέρα έκλεισε με την κατάθεση και του δεύτερου γιου του θύματος, ενώ η δίκη διεκόπη λόγω του προχωρημένου της ώρας και θα συνεχισθεί στις 28 Απριλίου.

Της Βίκυς Βετουλάκη