«Για να σκοτώσω άνθρωπο, δεν είμαι καλά» – Υποστήριξε ο 45χρονος που σκότωσε το θείο του

«Για να σκοτώσω άνθρωπο, δεν είμαι καλά» – Υποστήριξε ο 45χρονος που σκότωσε το θείο του

Της Βίκυς Βετουλάκη

«Για να σκοτώσω άνθρωπο, δεν είμαι καλά». Αυτό έλεγε και ξανάλεγε χθες στους δικαστές, τον εισαγγελέα και τους ενόρκους του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Καλαμάτας ο 45χρονος ο οποίος πέρυσι τον Απρίλιο για μια θέση στάθμευσης μπροστά στο σπίτι του σκότωσε με κυνηγετική καραμπίνα τον 65χρονο θείο του και τραυμάτισε τα ξαδέλφια του.
Από την αρχή της δίκης ο συνήγορος υπεράσπισής του έχει ζητήσει να αναγνωρισθεί στον κατηγορούμενο μειωμένος καταλογισμός και ήδη κρατείται από το καλοκαίρι στις ψυχιατρικές φυλακές Κορυδαλλού.
Χθες απολογήθηκε για τις βαρύτατες κατηγορίες που αντιμετωπίζει, της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και της πρόκλησης επικίνδυνων σωματικών βλαβών με πρόθεση και κατά συρροή.
Η δίκη διεκόπη, προκειμένου ο εισαγγελέας να ετοιμάσει την αγόρευσή του και λόγω των τριπλών εκλογών που μεσολαβούν, θα συνεχισθεί στις 10 Ιουνίου.

Η δική του εκδοχή
Ο 45χρονος κατηγορούμενος, απολογούμενος χθες ενώπιον του Μεικτού Δικαστηρίου, ισχυρίσθηκε ότι πυροβόλησε κατά του θείου του, γιατί αυτός πήδηξε τα κάγκελα της περίφραξης και μπήκε στο χώρο του σπιτιού του με επιθετικές διαθέσεις.
Αφηγούμενος τα περιστατικά, μίλησε για γεγονότα που μέχρι χθες δεν είχαν παρουσιασθεί από κάποιο μάρτυρα.
Αν και σε διάφορα σημεία της απολογίας του είπε πως δεν είχε πρόβλημα με το θείο του και τα ξαδέλφια του, ούτε είχαν τσακωθεί ποτέ σοβαρά, για εκείνη την ημέρα κατέθεσε ότι από το πρωί τρεις φορές ο ξάδελφός του είχε κλείσει την είσοδο του σπιτιού του με το αυτοκίνητό του.
Μάλιστα, περιέγραψε ότι είχαν λογομαχήσει, γιατί του ζήτησε να το πάρει, καθώς αυτός ήθελε να μπαίνει και να βγαίνει με το δικό του αυτοκίνητο χωρίς να χρειάζεται να ειδοποιήσει τον ξαδελφό του για να πάρει το δικό του.
Επίσης, ανέφερε ότι κατά τη διάρκεια του επεισοδίου ο ένας ξάδελφός του είχε όπλο και «έκοβε βόλτες» στην αυλή του, ενώ πριν αυτός πάρει την καραμπίνα, τα ξαδέλφια του τον είχαν γρονθοκοπήσει και βρίσει.

«Έκλεισα 2 σπίτια»
Απαντώντας σε ερωτήσεις των δικαστών και του εισαγγελέα, είπε πως δεν πίστευε ότι έχει σκοτώσει το θείο του, αλλά ότι είναι τραυματισμένος. Δε θυμάται πώς ένιωθε τότε, αλλά ερμηνεύει ότι για να σκοτώσει άνθρωπο δεν ήταν καλά. Μάλιστα, σημείωσε ότι τώρα παίρνει ψυχοφάρμακα, ενώ τότε όχι, αλλά δεν ξέρει αν τα χρειαζόταν και τότε.
Ο κατηγορούμενος δέχτηκε από την Έδρα αρκετές ερωτήσεις για τον τρόπο που ζούσε και την προσωπική του ζωή.
Σε επανειλημμένες ερωτήσεις γιατί πυροβόλησε το θείο του, είπε ότι αισθάνθηκε φόβο όταν τον είδε να περνά τα κάγκελα και να μπαίνει στην αυλή του. Το δε όπλο ήταν δίπλα από την πόρτα του σπιτιού του, γιατί είχαν σημειωθεί κρούσματα ληστειών σε σπίτια της περιοχής.
Αρνήθηκε ότι έστρεψε όπλο κατά άλλων ατόμων που βρίσκονταν εκεί και ιδιαίτερα προς τα ανήλικα ανίψια του, χαρακτηρίζοντας γελοία όσα ανέφεραν οι γιατροί στις γνωματεύσεις τους για τραυματισμούς.
«Τα ξαδέλφια μου δημιούργησαν την κατάσταση. Μου επιτέθηκαν και με γρονθοκόπησαν, γιατί ήθελαν να είναι μάγκες αυτοί. Έκλειναν συνεχώς το δρόμο επίτηδες», τόνισε, ενώ σε ερώτηση του εισαγγελέα, αν τη στιγμή που πυροβόλησε το θείο του γιατί πέρασε τα κάγκελα, ήταν μαζί του και τα άλλα 5 άτομα της οικογένειας που βρίσκονταν στην αυλή, τι θα έκανε, απάντησε: «Εκείνη τη στιγμή, όπως ήμουν, όποιος κι αν ήταν, και η μάνα μου, θα πυροβολούσα. Ήμουν σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Δεν ήξερα τι έκανα».
Κλείνοντας την απολογία του ρωτήθηκε αν κρίνει πως πρέπει να τιμωρηθεί και απάντησε:
«Έκλεισα δύο σπίτια. Εγώ πάω φυλακή και ο θείος μου είναι στο χώμα. Πρέπει να τιμωρηθώ. Άνθρωπο σκότωσα. Έκανα ένα τραγικό λάθος στη ζωή μου και πρέπει να τιμωρηθώ γι’ αυτό».