Στα έντεκα περίπου χρόνια που καλύπτω, κατά κύριο λόγο, το ρεπορτάζ για το δήμο Καλαμάτας, πρώτη φορά θα απαντήσω σε προσωπικό τόνο σε δημοτικό σύμβουλο. Κι αυτό γιατί εκτιμώ τον Παύλο Μπουζιάνη.
Αγαπητέ Παύλο, η απάντησή σου στο “Θάρρος” για το διαχρονικό έγκλημα ηθικής τάξης που συμβαίνει στο Δημοτικό Νεκροταφείο Καλαμάτας ήταν, τουλάχιστον, ατυχής. Κι αυτό όχι γιατί μετά τη δημοσίευσή του έγινα δέκτης δεκάδων τηλεφωνημάτων με καταγγελίες δημοτών. Αυτό που με στενοχώρησε είναι η ¨ξύλινη γλώσσα” του πολιτικού.
Γνωρίζεις πολύ καλά, ότι, παρά τα έργα που όντως έχουν γίνει από τη Δημοτική Αρχή, κι αυτά δεν τα έβαλε από την τσέπη της, υποχρέωσή της ήταν, η κατάσταση στο Νεκροταφείο είναι απαράδεκτη.
Τελευταίο παράδειγμα, μια κυρία που συνομιλήσαμε χθες το μεσημέρι. Όπως μας είπε εδώ και 1,5 χρόνο περίπου βρίσκεται κάθε ημέρα στο χώρο αυτό, λόγω ενός προσωπικού της δράματος. Σου μεταφέρω τα λεγόμενά της: “Η αντιμετώπιση που υπάρχει σ’ ένα τέτοιο χώρο δεν περιέχει ίχνος ευαισθησίας απέναντι στο δράμα που ζουν οι συνάνθρωποί μας. Γιατί, φυσικά, στο Νεκροταφείο δεν πας για διασκέδαση.
Αυτό που ζω εκεί σε καθημερινή βάση, με το μόνο τρόπο που μπορώ να τον περιγράψω είναι ως σκουπιδότοπος. Επειδή δε γνώριζα το καθεστώς λειτουργίας του Νεκροταφείου, στην αρχή δεν είχα βάλει κάποια γυναίκα, από αυτές που υπάρχουν, για να καθαρίζει το μνήμα του ανθρώπου μου. Αποτέλεσμα κάθε ημέρα όταν πήγαινα ο τάφος του ήταν γεμάτος σκουπίδια. Όταν ρώτησα, μου είπαν ότι αυτό γίνεται ως αντίποινα γιατί δεν προσέλαβα κάποια γυναίκα να καθαρίζει τον χώρο. Τελικά, μετά από τις αντιδράσεις μας η κατάσταση άρχισε να γίνεται ανεκτή.
Εκτός, όμως, από την καθαριότητα θλίψη μου προκαλεί και η αντιμετώπιση της Εκκλησίας. Στον λόγο του Θεού δεν υπάρχει η θέση ότι ο νεκρός είναι εμπόρευμα και κοστολογείται αναλόγως. Ούτε είναι δυνατόν να απέχει στο μετάχωμα του νεκρού. όσο, δε, για το ειδικό καρότσι μεταφοράς τους, που υποστηρίζει ο αρμόδιος δημοτικός σύμβουλος, αυτό μόνο ως ανέκδοτο μπορεί να εκληφθεί.
Αλήθεια, σε ποιον πολιτισμό η μνήμη του νεκρού δεν έχει καμία αξία; Φτάνει πια, με την κοροϊδία, τον εμπαιγμό των αρμοδίων”.
Α.Π.