Δις ισόβια στον 32χρονο Αλβανό για την άγρια δολοφονία της 89χρονης στο Μοναστήρι Αετού

Δις ισόβια στον 32χρονο Αλβανό για την άγρια δολοφονία της 89χρονης στο Μοναστήρι Αετού

Κατά πλειοψηφία ένοχο τον έκρινε χθες βράδυ το μεικτό ορκωτό δικαστήριο
 
 
Ένοχο με ψήφους 4-3 (μειοψήφησαν τρεις ένορκοι) έκρινε κατά πλειοψηφία αργά χθες βράδυ το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Καλαμάτας τον 32χρονο Αλβανό που είχε κατηγορηθεί ως ένας από τους δράστες της δολοφονίας της 89χρονης στο χωριό Μοναστήρι Αετού το Φεβρουάριο του 2008.
Το δικαστήριο του επέβαλε δις ισόβια για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως και ληστεία με ιδιαίτερη σκληρότητα.
Για τη ληστεία της υπερήλικης και την άγρια δολοφονία της έχει δικασθεί ερήμην κι ένας ανήλικος, σε 28 χρόνια κάθειρξης, ενώ ένας 25χρονος Αλβανός πέρυσι αθωώθηκε λόγω αμφιβολιών.
Χθες, στη δίκη που συνεχίσθηκε έπειτα από διακοπή, κατέθεσε πρώην αλλοδαπή φίλη του κατηγορουμένου, η οποία ανέφερε πως της είχε εκμυστηρευτεί πως μαζί με άλλους θα έκαναν μια καλή δουλειά, ενώ στην απολογία του ο 32χρονος Αλβανός υποστήριξε πως όσα λέει η κοπέλα είναι ψέματα και αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή στην υπόθεση.
Να σημειωθεί πως την αθώωσή του λόγω αμφιβολιών ζήτησε ο εισαγγελέας της Έδρας, Δημήτρης Σταύρου, τονίζοντας πως μπορεί να υπήρχαν στοιχεία για παραπομπή του σε δίκη, αλλά όχι και για καταδίκη του. Ιδιαίτερα, δε, σημείωσε πως στη δικογραφία υπήρξαν σημαντικές ελλείψεις με ευθύνη των διωκτικών Αρχών.
 
Η φίλη του
Η διαδικασία χθες ξεκίνησε με την κατάθεση νεαρής Αλβανίδας που εκείνη την περίοδο διατηρούσε σχέση με τον κατηγορούμενο.
Μεταξύ άλλων, η κοπέλα, που τότε ήταν 18 ετών, κατέθεσε ότι ο κατηγορούμενος της είχε πει ότι ο άλλος Αλβανός, ο 25χρονος που είχε κατηγορηθεί, του είχε αναφέρει ότι βρήκε 25.000 δολάρια, ενώ ο ίδιος της είχε δείξει ένα δολάριο.
Επίσης, υποστήριξε ότι μία μέρα που κάθονταν με παρέα στην πλατεία της Καλαμάτας, είδαν μια γυναίκα που περνούσε συνέχεια και έλεγαν ότι είναι πλούσια και σχεδίαζαν να της αρπάξουν την τσάντα.
Τέλος, κατέθεσε ότι της είχε κάνει ακριβό δώρο την άλλη ημέρα από το έγκλημα, ότι της είχε πει ότι θα κάνει κάποια κλοπή κι αυτός θα έχει το ρόλο οδηγού, ενώ όταν έφυγε από το Κοπανάκι, τον είχε πάρει τηλέφωνο και τον ρώτησε αν σκότωσε τη γιαγιά.
 
Απολογία
Κατά την απολογία του ο κατηγορούμενος αρνήθηκε οποιαδήποτε συμμετοχή με το έγκλημα και περιέγραψε ότι ο άσχημος τσακωμός που είχε την ημέρα των γενεθλίων του με τον πατέρα του, ο οποίος τον χτύπησε, τον έκανε να αποφασίσει να φύγει δια παντός από το Κοπανάκι. Είπε, δε, πως σκεφτόταν καιρό να φύγει από εκεί και να πάει σε μεγάλη πόλη να βρει δουλειά.
Απαντώντας και σε ερωτήσεις, ανέφερε ότι πήγε για κανά δύο εβδομάδες στην Αθήνα και επειδή ένας φίλος του δεν μπόρεσε να του βρει δουλειά, έφυγε τελικά για την Αλβανία. Εκεί έμεινε με τη γιαγιά και τον παππού του και σημείωσε ότι κανείς δεν τον ενημέρωσε ότι στην Ελλάδα τον έψαχναν για το έγκλημα αυτό.
Πέρυσι στα γενέθλιά του και πάλι, όπως είπε, πήγαινε σε ένα φίλο του στο Μαυροβούνιο και στα σύνορα τον συνέλαβαν, λόγω του εντάλματος που είχε εκδοθεί.
Για τους άλλους δύο Αλβανούς, υποστήριξε ότι τον 25χρονο που είχε κατηγορηθεί και αθωώθηκε τον γνώριζε και έκαναν λίγο παρέα, αλλά τον ανήλικο που έχει καταδικασθεί, δεν τον ξέρει.
Αρνήθηκε όλα τα περιστατικά που περιέγραψε η κοπέλα, ενώ για το ότι έλεγαν στην πλατεία της Καλαμάτας να κλέψουν την τσάντα μιας γυναίκας, είπε ότι αυτό το ανέφεραν οι φίλοι της κοπέλας και όχι ο ίδιος.
Μάλιστα, ο εισαγγελέας ζήτησε κατ’ αντιπαράσταση εξέταση με την κοπέλα, η οποία επανέλαβε ότι μίλησε μαζί του μετά το έγκλημα. Κάποια στιγμή, δε, δημιουργήθηκε ένταση με τον αδελφό της κοπέλας.
Σε ερωτήσεις γιατί έφυγε, είπε ότι τότε ήταν παράνομος στην Ελλάδα και όλοι οι ξένοι από το Κοπανάκι που ήταν παράνομοι έφυγαν, γιατί μετά το έγκλημα είχε πολλή Αστυνομία. Επίσης, είπε ότι τον κάλεσε η Αστυνομία, έδωσε κατάθεση και τον άφησαν να φύγει, χωρίς να του πουν ότι πρέπει να παραμείνει.
 
Εισαγγελέας: «Δεν υπάρχουν στοιχεία»
Ο εισαγγελέας Δημ. Σταύρου στην αγόρευσή του ανέλυσε επί μακρόν την υπόθεση, επισημαίνοντας τα σημεία και τα στοιχεία που προέκυψαν κατά την εξέταση και την εκδίκαση.
Ιδιαίτερα στάθηκε στο εξής σημείο: ενώ υπήρξε βασικός μάρτυρας στην υπόθεση αυτή, μία γυναίκα, αυτή δεν αξιοποιήθηκε από τις διωκτικές Αρχές όπως έπρεπε ούτε της έδειξαν υπόπτους για να βοηθήσει τις έρευνες. Επίσης, χαρακτήρισε παράλειψη της Αστυνομίας, ότι θα μπορούσε να κρατήσει τους παράνομους αλλοδαπούς που είχε προσαγάγει και να κερδηθεί χρόνος για την προανάκριση της υπόθεσης και όχι να τους αφήσει ελεύθερους μετά την κατάθεσή τους και αυτοί να εξαφανιστούν.
Τόνισε πως ούτε από την αυτοψία ταυτοποιήθηκε δράστης, ούτε από βιολογικό υλικό, ούτε από αποτυπώματα.
Καταλήγοντας είπε ότι μπορεί να υπάρχουν περισσότερες ενδείξεις για παραπομπή του σε δίκη, απ’ ό,τι του 25χρονου Αλβανού που αθωώθηκε πέρυσι, αλλά δεν υπάρχουν στοιχεία, ώστε να κριθεί ένοχος και να καταδικασθεί. Ζήτησε, λοιπόν, την αθώωσή του λόγω αμφιβολιών.
 
Της Βίκυς Βετουλάκη