Επιτραπέζια ελιά: Ένας «εθνικός θησαυρός» που ψάχνει για νέες αγορές


Το διαβατήριο εξωστρέφειας, που διαθέτει ήδη από το 1930, ανανεώνει αυτή την περίοδο η ελληνική επιτραπέζια ελιά. Το «βαρύ πυροβολικό» των ελληνικών εξαγωγών, το οποίο ήδη προσθέτει ετησίως στο ΑΕΠ 450 εκατομμύρια ευρώ, ανοίγει αυτή την περίοδο νέους ορίζοντες εξωστρέφειας, στοχεύοντας σε διπλασιασμό των εξαγωγών στα 900 εκατομμύρια εντός της δεκαετίας.
Ο στόχος κάθε άλλο παρά ανέφικτος είναι, καθώς η ελληνική επιτραπέζια ελιά ήδη έχει καταφέρει την τελευταία δεκαετία να διπλασιάσει τις εξαγωγικές της επιδόσεις. Το στόχο αυτό, καθώς και τη συνολική στρατηγική για την εγχώρια επιτραπέζια ελιά, έχει αναλάβει να φέρει σε πέρας η Διεπαγγελματική Οργάνωση Επιτραπέζιας Ελιάς (ΔΟΕΠΕΛ), κρατώντας τα ηνία της εξωστρέφειας του ιστορικού ελληνικού προϊόντος.
Στόχος της Διεπαγγελματικής, που μετρά πλέον ένα χρόνο ζωής, είναι η δυναμική προάσπιση των συμφερόντων ενός από τους πλέον εξωστρεφείς κλάδους του πρωτογενούς τομέα, με το 85% της εγχώριας παραγωγής να εξάγεται σε περισσότερες από 100 χώρες.
«Ο κλάδος της επιτραπέζιας ελιάς, ένας από τους ισχυρότερους κλάδους της εξαγωγικής οικονομίας στην Ελλάδα σήμερα, ενισχύει την εκπροσώπησή του σε εθνικό και διεθνές επίπεδο με τη δημιουργία της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Επιτραπέζιας Ελιάς» ανέφερε η διοίκηση της Διεπαγγελματικής σε συνάντησή της με εκπροσώπους του Τύπου.
 
Νέες αγορές
Η στρατηγική της Διεπαγγελματικής δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει την αναβάθμιση της εικόνας της επιτραπέζιας ελιάς στο εξωτερικό, με εδραίωση του brand στις υφιστάμενες αγορές, και επέκτασή του σε νέες, αλλά και το εσωτερικό, με το λανσάρισμα νέων προϊόντων, που θα αξιοποιούν στο μέγιστο δυνατό βαθμό τα εξαιρετικά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του.
Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, ο κλάδος της επιτραπέζιας ελιάς εξάγει το 85% της εγχώριας παραγωγής στις διεθνείς αγορές, με την Ελλάδα να αποτελεί τη δεύτερη εξαγωγική χώρα παγκοσμίως. Αθροίζει δε στους κόλπους του περισσότερους από 60.000 ελαιοπαραγωγούς και αντιστοίχως περισσότερες από 100 επιχειρήσεις.
 
Η Διεπαγγελματική
Στην Οργάνωση, που έχει ήδη υποβάλει το φάκελο αναγνώρισής της ως «Εθνική» από το ΥπΑΑΤ και επιδιώκει να εξελιχθεί σε έναν εξειδικευμένο θεσμικό φορέα για τις επιτραπέζιες ελιές, συμμετέχουν τόσο ο τομέας της παραγωγής, με ομάδες παραγωγών και συνεταιρισμούς, όσο και η μεταποίηση (οργανωμένες μονάδες επεξεργασίας, μεταποίησης, τυποποίησης, συσκευασίας και εμπορίας του έτοιμου προϊόντος).
 
Το «στενό» ΠΟΠ Καλαμάτας εμπόδιο στις εξαγωγές
Οι δυσχέρειες που δημιουργεί στις εξαγωγικές επιχειρήσεις επιτραπέζιας ελιάς και, κατ’ επέκταση, σε χιλιάδες ελαιοπαραγωγούς της χώρας με έδρα άλλες, πλην της Μεσσηνίας περιοχές, ο κανονισμός που διέπει από το 1993 το ΠΟΠ προϊόν ελιάς «ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ», την επιτραπέζια ποικιλία δηλαδή Καλαμών, κυριάρχησαν, επίσης, στο «μενού» συνάντησης γνωριμίας που οργάνωσε η Διεπαγγελματική Οργάνωση Επιτραπέζιας Ελιάς (ΔΟΕΠΕΛ), προχθές, στο ξενοδοχείο Χίλτον.
Χαρακτηριστική ως προς το κλίμα ήταν η τοποθέτηση του Γιώργου Ντούτσια, προέδρου της ΔΟΕΠΕΛ, ο οποίος σημείωσε πως λόγω του κανονισμού που δεν αλλάζει και μικροσυμφερόντων, που αντιπροσωπεύουν μια παραγωγή μόλις 200-300 τόνων ετησίως, «πάνε χαμένοι» ουσιαστικά πάνω από 50.000 τόνοι επιτραπέζιας ελιάς, από άλλες περιοχές της χώρας, οι οποίες θα μπορούσαν να εξαχθούν ως Kalamata Olives.
«Το ΠΟΠ στη Μεσσηνία με το όνομα “Ελιές Καλαμάτας” έγινε το 1993. Όμως, οι ελιές της ποικιλίας Καλαμάτας εξάγονταν εδώ και πολλά χρόνια στο εξωτερικό με το όνομα Kalamata olives. Οι ξένοι καταναλωτές έμαθαν εδώ και 80 χρόνια τις ελιές με την ονομασία Καλαμάτα και σήμερα έχει μεγάλη δυναμική στις εξαγωγές. Η παραγωγή ΠΟΠ, όμως, δεν μπορεί να ξεπεράσει τους 2.000 τόνους και οι εξαγωγές είναι περίπου 200 – 300 τόνοι με την ξένη ονομασία “PDO Elies Kalamatas”», δήλωσε ο ίδιος, για να προσθέσει, ότι «αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχουν προβλήματα με αυτές τις ονομασίες. Δεν επιτρεπόταν να δοθεί ένα όνομα που να δημιουργεί πρόβλημα στο ΠΟΠ».

Επιμέλεια: Αντώνης Πετρόγιαννης