Μεταξύ 3,10 και 3,20 ευρώ η τιμή του ελαιολάδου στη Μεσσηνία


Σε πτωτική τάση βρίσκονται οι τιμές ελαιόλαδου στη Μεσσηνία. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πωλήσεις γίνονται μεταξύ 3,10 – 3,20 ευρώ. Αντίθετα, ελαφρώς αυξημένες είναι οι τιμές για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο στους παραγωγούς της Λακωνίας, που το τελευταίο διάστημα έχουν ξεπεράσει τα 3,30 ευρώ το κιλό, με το συνεταιρισμό των Αγ. Αποστόλων να έχει κλείσει ένα βυτίο στα 3,35 ευρώ το κιλό.
Μάλιστα, αρκετοί είναι οι συντελεστές του κλάδου που εκτιμούν ότι τα επίπεδα των 3,35 ευρώ το κιλό απηχούν τα θεμελιώδη στοιχεία της αγοράς και θα διατηρηθούν όλο το Μάιο, σύμφωνα με ρεπορτάζ της Μαρίας Κρόκου στην εφημερίδα Agrenda.
«Και πέρυσι οι τιμές παραγωγού ήταν σε αυτά τα επίπεδα, 3,30-3,35 ευρώ το κιλό, με ανοδική, ωστόσο, τάση», λέει στην Agrenda ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Αγ. Αποστόλων, Γιώργος Μπατσάκης, σημειώνοντας ότι η αγοραστική ζήτηση τώρα δεν είναι καλή. Από την άλλη, και οι παραγωγοί δεν πουλάνε, με «το απούλητο ελαιόλαδο στη Λακωνία να ανέρχεται στο 70% της παραγωγής της», εκτιμά ο κ. Μπατσάκης. Όπως λέει χαρακτηριστικά, 1η φορά έχουμε μείνει τόσο πίσω.
Σημειωτέον ότι το απούλητο τονάζ του συνεταιρισμού ανέρχεται στους 310 τόνους, ενώ άλλες χρονιές αυτό ήταν 80-90 τόνοι και τη χρονιά του ’12-’13 δεν υπήρχε καθόλου αδιάθετο ελαιόλαδο τέτοια εποχή, διευκρινίζει ο κ. Μπατσάκης. «Πρώτη φορά είναι τόσο πολύ διστακτικός ο κόσμος να πουλήσει», λένε εργαζόμενοι σε συνεταιρισμούς της Λακωνίας και αποδίδουν την τάση αυτή στην επιθυμία των παραγωγών να πουλήσουν σε υψηλότερες τιμές, μετά τα επίπεδα τιμών του καλοκαιριού που έφτασαν τα 4,20 ευρώ το κιλό.
Βέβαια, σε συνεταιριστές και γνώστες της αγοράς εγείρει ανησυχία το ενδεχόμενο να βγουν να πουλήσουν πολλοί παραγωγοί μόλις παρατηρηθεί αύξηση στις τιμές και να επέλθει απότομη πτώση.
Αξίζει να αναφερθεί ότι στην τελευταία δημοπρασία που έγινε στην περιοχή, πριν από δύο βδομάδες, στα Καλύβια Σοχάς, πουλήθηκαν 30 τόνοι ελαιόλαδο με τιμή στον παραγωγό τα 3,31 ευρώ το κιλό.
Σύμφωνα με συντελεστές της αγοράς, η ζήτηση τόσο για το τυποποιημένο όσο και για το χύμα, δεν είναι ικανοποιητική και οι αγοραστές εμφανίζονται κουμπωμένοι.