Φόροι επί φόρων, κατασχέσεις σπιτιών, εργασιακής ευελιξίας, λιτότητας και ύφεσης συνέχεια, δεύτερη αξιολόγηση, μεταναστευτικό/προσφυγικό ξανά σε έξαρση με τις συνθήκες σε πολλά «κέντρα φιλοξενίας» να είναι οριακές.
Δυσοίωνος o Σεπτέμβρης για έβδομη σερί χρονιά, δίχως ωστόσο το γεγονός αυτό να εντυπωσιάζει ιδιαίτερα πια κανέναν μας. Εντάξει, δεν είμαστε όλοι σαΐνια – αρκετοί εξακολουθούν να πιστεύουν ότι όλο και κάποιος αυτόκλητος Μεσσίας ή ο διαχρονικός από μηχανής «καλός θεός της Ελλάδος» θα σπεύσει να μας απαλλάξει από τα βάσανά μας, για τα οποία φυσικά ευθύνονται αποκλειστικά «οι ξένοι», από την Αλάσκα μέχρι το Αφγανιστάν.
«Μάθαμε», βλέπεις, πια –όσοι δεν μπορέσαμε να μεταναστεύσουμε επιτυχώς, με τη σειρά μας– να ζούμε με όλο αυτό, ακόμα και να το διασκεδάζουμε, γιατί, άντε, κατάπιε το διαφορετικά.
Συνηθίσαμε ότι στο εξής θα έχουμε την εφορία «δεύτερο σπίτι», ότι θα είμαστε χρεωμένοι εσαεί εμείς και τα δισέγγονά μας, ότι στο πλαίσιο του ελέω μνημονίων ιστορικού κοινωνικού πειράματος που διεξάγεται στη χώρα αυτή ο μεταμοντέρνος εργασιακός μεσαίωνας θα είναι ο κανόνας (όταν δεν είναι η ανεργία), ότι αλίμονο αν τολμήσουμε να… αρρωστήσουμε ή να οραματιστούμε κάτι παραπάνω από το μεροδούλι-μεροφάι, ότι μας απαγορεύτηκε μέχρι και η προοπτική να γίνουμε, τρόπον τινά, «αφεντικό του εαυτού μας» – όχι, βέβαια, γιατί ο επελαύνων σοσιαλισμός πρόκειται να καταργήσει εντελώς τα αφεντικά, αλλά επειδή η διεθνής συστημική τάση είναι «όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πίτα για όσο γίνεται λιγότερους», εκείνο το περίφημο «1%» του οποίου όλοι οι υπόλοιποι προοριζόμαστε για ορντινάντσες.
Α.Π.