Με εντάσεις και σοκαριστικές δηλώσεις συνεχίζεται η δίκη για τη δολοφονία του Σπ. Ιωάννου

Με εντάσεις και σοκαριστικές δηλώσεις συνεχίζεται η δίκη για τη δολοφονία του Σπ. Ιωάννου

Με ενδιαφέρον αναμένονται αύριο οι απολογίες των κατηγορούμενων
 
Με τις απολογίες των δύο κατηγορουμένων για την άγρια δολοφονία του δικηγόρου Σπύρου Ιωάννου στο γραφείο του στην Κυπαρισσία, στις 26 Ιανουαρίου 2009, θα συνεχισθεί  αύριο το πρωί η επανεκδίκαση, έπειτα από εντολή του Αρείου Πάγου, της υπόθεσης στο Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Καλαμάτας.
Χθες η υπόθεση συνεχίσθηκε μέχρι πολύ αργά το απόγευμα με την ολοκλήρωση των καταθέσεων όλων των μαρτύρων, ενώ σημειώθηκαν αρκετές στιγμές έντασης, τόσο μεταξύ των δικηγόρων και των δύο πλευρών όσο και με ξέσπασμα του κατηγορούμενου Βορειοηπειρώτη Ορέστη Ντούτσι, που, όταν άκουσε το συνήγορο Πολιτικής Αγωγής να τον αποκαλεί δολοφόνο, φώναξε: «Ξέρετε ποιος είναι ο δολοφόνος και τον καλύπτετε».
Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κατατέθηκαν από τους συνηγόρους αιτήματα για εξέταση επιπλέον μαρτύρων, αλλά και για κατ’ αντιπαράσταση εξέταση μαρτύρων, τα οποία όμως έπειτα και από πρόταση του εισαγγελέα απορρίφθηκαν από το δικαστήριο.
Οι εντάσεις που επικράτησαν έφεραν δηλώσεις για μηνύσεις κατά μαρτύρων, αλλά και για αίτημα ενεργοποίησης του αντιρατσιστικού νόμου κατά της χήρας του άτυχου δικηγόρου, η οποία είναι δικαστικός εν ενεργεία και ολοκλήρωσε την κατάθεσή της λέγοντας: «Καλός Αλβανός είναι ο νεκρός Αλβανός».
 
«Καλός Αλβανός, ο νεκρός…»
Από νωρίς το πρωί η διαδικασία ξεκίνησε με τις καταθέσεις των υπολοίπων μαρτύρων κατηγορίας, αλλά και υπεράσπισης, ενώ ύστερα από μικρή διακοπή η δίκη συνεχίσθηκε και το απόγευμα.
Κατά τη διάρκεια της χθεσινής μέρας υπήρξαν έντονες αντιπαραθέσεις μεταξύ πολιτικής αγωγής και υπεράσπισης, σε σημείο που χρειάσθηκε να διακόψει κάποια στιγμή το δικαστήριο για να ηρεμήσουν τα πνεύματα.
Από την άλλη πλευρά, σοκαριστική ήταν η δήλωση της χήρας του δικηγόρου, η οποία είναι εν ενεργεία δικαστικός, ότι «καλός Αλβανός είναι ο νεκρός Αλβανός», κάνοντας την υπεράσπιση του Βορειοηπειρώτη να δηλώνει επίσημα στο δικαστήριο ότι θα ζητήσει τα πρακτικά της δίκης, όπου έχει καταγραφεί η δήλωσή της, με αίτημα την εφαρμογή του αντιρατσιστικού νόμου εις βάρος της. Μάλιστα, είπαν ότι είναι πρόεδρος δικαστηρίου και δεν μπορεί να εκφράζει τέτοιες απόψεις.
 
Ένταση
Πρώτος χθες κατέθεσε δικηγόρος Πύργου, ο οποίος ήταν συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορούμενου Βορειοηπειρώτη Ορέστη Ντούτσι, μέχρι την απολογία του στον ανακριτή, όταν τον συνέλαβαν.
Κατέθεσε ότι χειριζόταν υποθέσεις του κατηγορούμενου που αφορούσαν διαταγές πληρωμής, είχε κερδίσει προσωρινές διαταγές αναστολής και πως την περίοδο της δολοφονίας δεν υπήρχε σε εκκρεμότητα διαδικασία από την οποία θα κινδύνευε το σπίτι του. Συμπλήρωσε δε πως αυτό ο κατηγορούμενος το γνώριζε, καθώς και ότι το δάνειο για το σπίτι του προερχόταν από τον ΟΕΚ και κανείς δεν μπορούσε να το πειράξει.
Και αυτή τη φορά ο μάρτυρας – δικηγόρος τόνισε ότι μετά τη σύλληψη ο Βορειοηπειρώτης αρνούνταν κάθε συμμετοχή, όμως κατά τη νομική του κρίση τον συμβούλεψε και τον πίεσε να ομολογήσει ηθική αυτουργία σε πρόκληση επικίνδυνης σωματικής βλάβης. Το ίδιο είπε και στην οικογένειά του να τον συμβουλέψει. Ανέφερε, δε, πως έπειτα από πολλή πίεση ο κατηγορούμενος ομολόγησε κάτι που από την αρχή αρνούνταν. Αυτή, όπως δικαιολογήθηκε, ήταν η νομική του κρίση, αλλά και επηρεασμένος από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα στην περιοχή.
Απαντώντας σε ερωτήσεις, είπε ότι ο Ντούτσι δεν είχε εκφρασθεί ποτέ άσχημα για το θύμα και πως του είχε πει ότι και αυτός δικηγόρος είναι και κάνει τη δουλειά του.
Ακολούθως αρνήθηκε ότι επιδίωξε συνάντηση με τη χήρα του δικηγόρου στο γραφείο της, όπως η ίδια κατέθεσε, τονίζοντας μάλιστα ότι όχι μόνο δεν τη συνάντησε, αλλά και πως όταν την έβλεπε, «έστριβε για να μη συναντηθούν».
Αρνήθηκε ότι έχει δεχτεί απειλές από τον κατηγορούμενο για να καταθέσει όλα αυτά, όπως επίσης αρνήθηκε ότι παρέστη στο δικαστήριο που εκδικάσθηκε η μήνυση που είχε καταθέσει η πλευρά του θύματος για ψευδορκία, καθώς είχε εξουσιοδοτήσει δικηγόρο.
Η Πολιτική Αγωγή, από την πλευρά της, είπε ότι η απόφαση του δικαστηρίου χαρακτηρίζει ψευδή τα όσα λέει και δήλωσε ότι θα καταθέσει νέα μήνυση εναντίον του.
Ένταση δημιουργήθηκε άλλη μια φορά, όταν ο μάρτυρας ανέφερε ότι στο πρώτο δικαστήριο αναγκάστηκε να φύγει συνοδεία Αστυνομίας, καθώς δέχτηκε επίθεση από τη χήρα Ιωάννου.
 
Σύζυγος
Οι καταθέσεις συνεχίσθηκαν με επαγγελματία που είχε στα χέρια του ακάλυπτες επιταγές του κατηγορούμενου Βορειοηπειρώτη, αλλά και με τη σύζυγό του.
Κατέθεσε πως έχει υποβάλει αίτηση διαζυγίου, αλλά αυτό δε σημαίνει πως δεν πιστεύει στην αθωότητά του.
Ακολούθως, κατέθεσε πως ο σύζυγός της δεν της έλεγε λεπτομέρειες από τις υποθέσεις τους και τα οικονομικά του, ενώ για το επίμαχο βράδυ σημείωσε ότι πέντε λεπτά πριν από τις 11.00 πήγε και την πήρε από το κατάστημα που δούλευε και επέστρεψαν στο σπίτι τους.
Περιέγραψε ότι τα μεσάνυχτα χτύπησαν το κουδούνι τους αστυνομικοί, ενώ όταν ξαναγύρισαν, πήραν το σύζυγό της μαζί τους στο τμήμα. Απάντησε σε ερωτήσεις πως δεν τον είδε να ανησυχεί για κάτι και της είπε ότι είχε γίνει επίθεση στο δικηγόρο και τον πήραν για εξακρίβωση στοιχείων.
Επίσης, είπε ότι εκείνες τις ημέρες έκλεισε μεγάλη δουλειά στα καμένα στη Ζαχάρω και έτσι θα τακτοποιούσαν τις οικονομικές τους εκκρεμότητες, ενώ καταλήγοντας κατηγόρησε τον Αλβανό συγκατηγορούμενο του άντρα της ότι αυτός φταίει που καταστράφηκε η οικογένειά της.
Τέλος, κατέθεσε ότι την έδιωξαν από τη δουλειά που ήταν τότε, καθώς δεχόταν απειλές και ενοχλήσεις από τη χήρα.
Η Πολιτική Αγωγή κατέθεσε αίτημα να κληθεί να καταθέσει η ιδιοκτήτρια του ζαχαροπλαστείου που δούλευε η μάρτυρας.
Ο γιος του Βορειοηπειρώτη κατέθεσε ότι εκείνο το βράδυ ο πατέρας του ήταν σπίτι, έφαγαν και μετά πήγε να πάρει τη μητέρα του από τη δουλειά της. Επέστρεψαν και έμειναν μαζί όλο το βράδυ. Μίλησε με τα καλύτερα λόγια για τον πατέρα του, επιμένοντας ότι ήταν μαζί εκείνο το βράδυ. Πρόσθεσε ακόμα ότι αν τότε ήταν στην ηλικία που είναι τώρα, δε θα επέτρεπε με τίποτα να δεχτεί ο πατέρας του υπό την πίεση οποιουδήποτε να ομολογήσει κάτι που δεν είχε κάνει.
 
Ψυχολόγος
Ο επόμενος μάρτυρας είχε βρεθεί στο νοσοκομείο, όταν έμαθε για την επίθεση στο δικηγόρο. Είπε πως πήγε στο νοσοκομείο από ενδιαφέρον, και πως είχε βοηθήσει να συγκρατούν το θύμα από τους σπασμούς που είχε από τα χτυπήματα που είχε δεχτεί.
Απαντώντας σε ερωτήσεις, είπε πως «παρών» ήταν ο διοικητής του Αστυνομικού Τμήματος, ένας φίλος του θύματος και ένας δικηγόρος.
Κατέθεσε πως ρωτούσαν το θύμα ποιος το έκανε, αλλά κατ’ εκτίμησή του ούτε να μιλήσει μπορούσε, ούτε να κάνει νεύματα, καθώς ήταν πάρα πολύ χτυπημένος.
Κι αυτό το αίτημα των δικηγόρων για κατ’ αντιπαράσταση εξέταση του μάρτυρα με τους υπολοίπους που βρίσκονταν στο νοσοκομείο μαζί του απορρίφθηκε από το δικαστήριο.
Ακολούθως κατέθεσε κάτοικος της Κυπαρισσίας, ο οποίος αρχικά είχε χαρακτηριστεί ως ύποπτος λόγω χρόνιας έντονης διένεξης με τον Σπ. Ιωάννου.
Χθες στην κατάθεσή του είπε ότι ήταν ο υπ’ αριθμόν ένας ύποπτος για την επίθεση στο δικηγόρο με διαφορά από το δεύτερο, καθώς οι σχέσεις του ήταν πολύ άσχημες και είχαν πολλές δημόσιες διενέξεις. Μάλιστα, είπε πως αν δεν είχε βρεθεί το αποτύπωμα του Αλβανού κατηγορούμενου στο γραφείο του θύματος, τώρα θα καθόταν αυτός στο εδώλιο, αν και αναρωτήθηκε πώς δε βρέθηκε δικό του αποτύπωμα, καθώς είχε πάει πολλές φορές στο γραφείο του θύματος. Είπε πως είναι θύμα τοκογλυφίας και πως ο ίδιος δεν έχει καθόλου καλή εικόνα για το θύμα, σε αντίθεση με όσα περιέγραψαν μάρτυρες. Ανέφερε ότι η σύζυγος του θύματος εκείνη την περίοδο υπηρετούσε στη Ζαχάρω και χειριζόταν υποθέσεις του συζύγου της, ενώ ο ίδιος είχε δώσει χρήματα στο θύμα για να αναβάλλει υπόθεση εις βάρος του. Αυτά όλα, όπως είπε, τα είχε συμπεριλάβει σε αναφορές του στον Άρειο Πάγο.
Τελευταία μάρτυρας κατέθεσε καθηγήτρια Πανεπιστημίου στην Ψυχολογία, η οποία, όπως είπε ,παρακολουθεί τον Ορέστη Ντούτσι από την αρχή της υπόθεσης.
Τόνισε πως έχει μεγάλη εμπειρία στη δικαστηριακή ψυχολογία, μελέτησε τη δικογραφία, συναντήθηκε πολλές φορές με τον κατηγορούμενο και τον υπέβαλε σε ψυχομετρικά τεστ. Πάντοτε, όπως είπε, φωνάζει ότι είναι αθώος. Μάλιστα, είπε πως προσπάθησε ακόμα και να τον παγιδέψει για να δει αν λέει αλήθεια, αλλά δε βρήκε κάποιο αρνητικό στοιχείο. Πρόσθεσε δε, ότι παρά τις σκληρές συνθήκες που βιώνει ένας άνθρωπος στη φυλακή όταν πιστεύει ότι είναι αθώος, ποτέ ο συγκεκριμένος δεν έβγαλε βίαιη συμπεριφορά, ούτε καν λεκτική.
Για την «ψευδή ομολογία» του όταν συνελήφθη, η μάρτυρας είπε ότι ο Ντούτσι υπέκυψε στην υποταγή της εξουσίας που είχε εκείνη τη στιγμή πάνω του ο δικηγόρος, πιστεύοντας ότι έτσι θα τελειώσει η ταλαιπωρία του.
Στη συνέχεια είπε ότι η ίδια ακολούθησε τη διαδρομή – άλλοθί του και δε θα μπορούσε με τίποτα να προλάβει να πάει στο γραφείο του δικηγόρου και να του επιτεθεί, ενώ αναφέρθηκε και σε συνομιλία που είχε με ιατροδικαστή.
Μετέφερε πως της είπε ο ιατροδικαστής πως τα χτυπήματα στο θύμα δεν είναι με ράβδο, αλλά έχει χτυπηθεί στον τοίχο ή στο γραφείο του και αυτό συνάδει με τη δήλωση μάρτυρα που είδε το χώρο του εγκλήματος και είπε πως το γραφείο ήταν «μπαταρισμένο».
Τέλος, αναφέρθηκε στον Αλβανό κατηγορούμενο, έπειτα από ερωτήσεις που δέχτηκε, λέγοντας πως από τις καταθέσεις του διαπιστώνει μια σχιζοφρένεια, όχι όμως από την ιατρική άποψη της έννοιας.
 
 
Της Βίκυς Βετουλάκη