Η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη και, κατά καιρούς, άλλες πόλεις της χώρας βιώνουν απεργίες, διαδηλώσεις, πορείες, καταλήψεις, συγκρούσεις με τα ΜΑΤ, μολότωφ από τους διαδηλωτές, δακρυγόνα από τα ΜΑΤ, καταστροφές καταστημάτων, τραυματισμούς, συλλήψεις κ.τ.λ. Κι όλα αυτά, ταλαιπωρούν τους πολίτες και ζημιώνουν τις πόλεις.
Επίσης, σε τακτά χρονικά διαστήματα κάνει την εμφάνισή της η τρομοκρατία, σκοτώνοντας επιλεκτικά. Αυτό έγινε και τώρα με την επίθεση εναντίον του πρώην πρωθυπουργού, Λουκά Παπαδήμου, ενός άξιου πρωθυπουργού, λαμπρού επιστήμονα, διακεκριμένου Έλληνα. Αυτόν τον ξεχωριστό άνθρωπο έβαλαν στόχο οι κομπλεξικοί δολοφόνοι.
Σε καμιά χώρα του κόσμου δε συμβαίνουν αυτά με τέτοια συχνότητα. Φαίνεται πως η σύγκρουση, η αδιαλλαξία, το μίσος εναντίον των άλλων (αντιπάλων, ξένων, εχθρών) έχει φωλιάσει για καλά στο μυαλό και στην ψυχή ορισμένων. Και με το μυαλό προσπαθούν να δικαιολογήσουν τη δική τους βία και να καταδικάσουν τη βία των άλλων. Ενώ με την ψυχή τους προσπαθούν να συμμετέχουν ενεργά, ψυχή τε και σώματι, στη βία.
Αλήθεια, ποιος γεννά και τρέφει τη βία και την τρομοκρατία; Γιατί στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες δεν υπάρχει τόση βία και τρομοκρατία; Ποιος ευθύνεται για αυτή την κατάσταση;
Δυστυχώς, τη βία καλλιεργούν κάποια κόμματα. Και πάλι δυστυχώς, δεν είναι μόνο η άκρα δεξιά και η άκρα αριστερά, αλλά είναι κι άλλα κόμματα που, αν δεν καλλιεργούν, ανέχονται την βία. Τουλάχιστον δεν την πολεμούν, όπως οφείλουν. Αυτό αποδεικνύει η ανικανότητά τους να καταπολεμήσουν την τρομοκρατία και τα σχετικά φαινόμενα βίας.
Επίσης, η ανοχή και οι ατελείωτες συγκρούσεις των πολιτικών, των δημάρχων, των συνδικαλιστών, των φοιτητών, των πανεπιστημιακών, των πολιτών και η έλλειψη κάθε συναίνεσης για τα αυτονόητα, καλλιεργούν τη βία.
Ιδιαίτερα επίκαιρη είναι η διαπίστωση του καθηγητή κ. Ψυχογιού, ο οποίος σε βιβλίο του αναφέρει: «Κόμματα και συνδικαλιστές γνωρίζουν ή διαισθάνονται ότι αν συζητήσουν για το θέμα της τρομοκρατίας επί της ουσίας, χωρίς να κρύβονται πίσω από συνωμοσιολογικές θεωρίες περί προβοκάτσιας ή πρακτόρων ή εγκληματιών του κοινού ποινικού δικαίου, θα τεθεί το γενικότερο θέμα της πολιτικής βίας. Και αυτή τη συζήτηση δε θέλουν να την κάνουν, γιατί είναι οι κατ’ εξοχήν φορείς αυτής της βίας».
Πράγματι, οι κομματικές, φοιτητικές και συνδικαλιστικές παρατάξεις, γεννούν και καλλιεργούν τη βία. Δυστυχώς, τα κόμματα και ο συνδικαλισμός, αντί να αποτελούν φυτώρια διαλόγου και δημοκρατίας, αποτελούν κυψέλες τραμπούκων και βίας.
Κοντά σε αυτούς και κάποια παιδάκια των άκρων, δεξιάς και αριστεράς, που ψάχνουν τρόπους για να επιβεβαιώσουν την ύπαρξή τους. Και την επιβεβαιώνουν με τους τραμπουκισμούς, τη βία, την τρομοκρατία. Πού να καταλάβουν τα κακόμοιρα ότι μόνο ανώμαλοι και διεστραμμένοι βρίσκουν νόημα στη βία και στην τρομοκρατία;
Τα παραπάνω αποδεικνύονται και από τη μονόπλευρη και αποκλειστική στοχοποίηση του ρατσισμού και του νεοναζισμού. Ενώ, αντίθετα, η βία των τρομοκρατών και των παραφυάδων τους είναι παρούσα, κάποιοι «ψευτοαριστεροί» αποδεικνύονται αόμματοι, αφού δε βλέπουν τίποτα, και μουγγοί, αφού δε λένε λέξη, για τη βία των τρομοκρατών. Μήπως, επειδή οι τρομοκράτες είναι ακρο-αριστεροί, ενώ τα θύματα είναι από την κεντρο-δεξιά;
Γιατί οι ακροαριστερές παραφυάδες χαϊδεύουν τους τρομοκράτες; Γιατί ο τρομοκράτης δολοφόνος Σάββας Ξηρός έπρεπε να έχει ειδική μεταχείριση ή να αποφυλακιστεί; Γιατί τόση ευαισθησία στους έγκλειστους τρομοκράτες δολοφόνους;
Όταν αυτή η ιδιαίτερη ευαισθησία υπέρ των τρομοκρατών, γίνεται με την επίκληση του ανθρωπισμού, του πολιτισμού, των δικαιωμάτων κ.τ.λ., γίνεται περισσότερη επικίνδυνη. Διότι πίσω από αυτή την ευαισθησία κρύβεται η προστασία των τρομοκρατών. Αυτών που καταπατούν βάναυσα αυτά που επικαλούνται για τον εαυτό τους, δηλαδή τον ανθρωπισμό, τον πολιτισμό, τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ως γνωστόν, οι τρομοκράτες της 17ης Νοέμβρη βρίσκονται στη φυλακή. Όπως έχει αναφερθεί: «Απεδείχθη ότι η πολυθρύλητη οργάνωση ήταν ένα συνονθύλευμα αποτυχημένων και κομπλεξικών καθαρμάτων που έχουν όλα τα χαρακτηριστικά του κοινού εγκληματία, επωφελούντο οικονομικά από τις πράξεις τους, είχαν διαπράξει σωρεία λαθών και δεν τηρούσαν ούτε στοιχειωδώς τους βασικούς κανόνες μιας συνωμοτικής, επαναστατικής δραστηριότητας. Επαναστάτες του γλυκού νερού, γελοία πρόσωπα, ημιμαθείς και ανόητοι ήταν αυτοί που επί 27 χρόνια δυσφήμησαν τη χώρα και οδήγησαν το πολιτικό μας σύστημα στα πρόθυρα της κρίσης» (Θεόδωρος Πάγκαλος).
Η Πολιτεία και οι πολίτες οφείλουν να απαντήσουν: μέχρι πότε θα υπάρχει ανοχή στη βία κομμάτων και χρωμάτων, στη βία και στην τρομοκρατία των καθαρμάτων και των αποβρασμάτων; Μέχρι πότε;
Κάθε Κυριακή με «Θάρρος»
Γράφει ο Παύλος Μάραντος*
*Ο Παύλος Μάραντος είναι Έλληνας και Ευρωπαίος πολίτης
marantosp@gmail.com