Λόγω των φοβερών καταστροφικών σεισμών της Καλαμάτας των 6,2 της κλίμακας Ρίχτερ στις 13 και 15 Σεπτεμβρίου του 1986, ο Δήμος Καλαμάτας συνεχίζει, και μπράβο του, κάθε χρόνο να αναπέμπει επιμνημόσυνη δέηση υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των αδικοχαμένων 23 συμπολιτών μας, αναγράφοντας τα ονόματά τους (που δε διαβάζονται εύκολα) σε μία λιτή «μαρμάρινη πλάκα» στο άνω μέρος της κεντρικής πλατείας. Όμως, δε διακρίνεται και περνά απαρατήρητη ακόμη και από τους Καλαματιανούς.
Σε αυτό το σημείο έχω μια ένσταση: θα έπρεπε σε ανάμνηση των γεγονότων αυτών η μαρμάρινη αυτή πλάκα (μνημείο) να τοποθετηθεί σε κάποια γωνιά της πλατείας Υπαπαντής, με ευανάγνωστα τα ονόματα των κοιμηθέντων συνδημοτών μας. Η δε επιμνημόσυνη δέηση να αναπέμπεται μέσα στο Μητροπολιτικό Ναό της Υπαπαντής του Σωτήρος Χριστού και στην Υπεραγία Παναγία μας, επιζητώντας προσευχόμενοι να έχουμε την ευλογία Της, για να προστατεύει την πόλη από κάθε είδους καταστροφές. Στο τέλος δε του μνημόσυνου οι Αρχές, οι οικείοι των νεκρών και ο κόσμος να βγαίνουν έξω στο μνημείο για να καταθέσουν τα στεφάνια τους.
Επίσης, να αναφερθώ σε μιαν παράλειψη όλων των δημάρχων που πέρασαν μετά τους σεισμούς, διότι ξέχασαν τους ευεργέτες της πόλης μας τη δύσκολη εκείνη εποχή. Ξεχάσαμε τη ρήση των προγόνων μας: «Ευγνώμων γίνου και ευεργέτας τίμα».
Ένας, λοιπόν, ευεργέτης της πόλης μας από τις πρώτες μέρες των σεισμών ήταν ο καπετάν Γιάννης Λάτσης, που έφερε στο λιμάνι της Καλαμάτας το κρουαζιερόπλοιο «Μαριάννα» και φιλοξένησε επί έναν και πλέον χρόνο 1.000 περίπου άτομα, με δωρεάν στέγη, τροφή και λοιπές παροχές.
Θυμάμαι τα χρόνια εκείνα ότι μαζί με τον πρόεδρο τότε του Επιμελητηρίου Μεσσηνίας, εξαγωγέα, αείμνηστο Παναγιώτη Πετρόπουλο (εγώ ως γενικός γραμματέα, αλλά και ως πρόεδρος της Ομοσπονδίας Καλαμάτας) είχαμε προτείνει στον τότε δήμαρχο Καλαμάτας, Σταύρο Μπένο, να τον ανακηρύξει επίτιμο δημότη της πόλης και να βάλει το όνομά του σε ένα δρόμο. Παρότι είχαν παρθεί δύο αποφάσεις στο Δ.Σ., η μία να ονομαστεί μπροστά από το Λιμεναρχείο «οδός ΓΙΑΝΝΗ ΛΑΤΣΗ» και η άλλη στο σημείο που είχε δέσει το κρουαζιερόπλοιο «ΚΡΗΠΙΔΩΜΑ ΜΑΡΙΑΝΝΑ», στάθηκε αδύνατο να υλοποιηθούν από τις διαμάχες των συμβούλων του δημάρχου που δεν ήθελαν να ακούσουν ένα τέτοιο πράγμα!
Το ίδιο συνέβη και το 2003 με το θάνατο του εφοπλιστή Γιάννη Λάτση και τις διαμάχες και αντιπαραθέσεις μέσα στο Δημοτικό Συμβούλιο τον Απρίλιο του 2013 γι’ αυτό το θέμα, όπως και για το συλλυπητήριο ψήφισμα, αν έπρεπε δηλαδή να σταλεί. Τελικά, επικράτησε η λογική και στάλθηκε με την πρέπουσα ευγένεια.
Ας κοιτάξει ο κ. δήμαρχος τα πρακτικά της εποχής εκείνης των Δ.Σ. και ας κάνει, έστω και μετά 31 χρόνια, το καθήκον, για να ανταποδώσει το δίκαιο και να ονομάσει ένα δρόμο της πόλεώς μας.
Όχι πως είχε ανάγκη για τέτοιες τιμές ο καπετάν Γιάννης Λάτσης, ήταν ανώτερος άνθρωπος.
Παρακάτω παρατίθεται επιστολή που μου είχε αποστείλει, για να διαπιστώσουμε το μεγαλείο της ψυχής του ανθρώπου αυτού:
«Αγαπητέ μου Θεόδωρε,
Πήρα το ευγενικό σας γράμμα και σας ευχαριστώ θερμότατα για τα καλά σας λόγια και τις καλές σας διαθέσεις.
Ειλικρινά λυπούμαι που θα σας απογοητεύσω για την πρότασή σας να μου γίνει ιδιαίτερη τιμή και αναγνώριση από το Δήμο Καλαμάτας
Η πίστις μου, που κατέστη και αρχή μου, είναι να μη δέχομαι καμία τιμή, κανέναν έπαινο και καμία ειδική μνεία, γιατί απλώς έκανα το στοιχειώδες καθήκον μου έναντι των συνανθρώπων μου.
Έχασα τον ωραίο μου πατέρα στα 19 μου χρόνια, αφήνοντάς μου μία οικογένεια με 28 άτομα. Δούλεψα σαν εργάτης θαλάσσης εφτά ολόκληρα χρόνια κερδίζοντας 30 δραχμές την ημέρα. Χάρις στο Θεό και στην πίστη μου κατάφερα να τα βγάλω πέρα. Παρά τη σκληρότητα της ζωής κατά την περίοδο αυτή, εδιδάχθην πολλά από τους φτωχούς συναδέλφους μου εργάτες, τους οποίους αγάπησα και εξετίμησα μεγάλως και συνεχίζω να τους αγαπώ και να τους εκτιμώ και να μένω κοντά τους.
Από το μορφωμένο και οικονομικά ανεπτυγμένο τμήμα της κοινωνίας μας η μόνη ανάμνησις που έχω είναι η άρνησίς τους να σταματήσουν να με ακούσουν και να με συμβουλέψουν στο δράμα μου, φοβούμενοι μήπως τους γυρέψω υλική βοήθεια.
Κάθε φορά που αντιμετωπίζω ένα ανθρώπινο δράμα γυρίζω πίσω στο δικό μου και κάνω ό,τι μπορώ να γλυκάνω τον πόνο του πονεμένου.
Είναι ιερό καθήκον μου ενώπιον του θεού και των ανθρώπων και δε δικαιούμαι μνείας, διότι ήδη έχω την ικανοποίηση και διότι χάρις στο Θεό και στην αγάπη και εμπιστοσύνη των συνεργατών μου δύναμαι να βοηθάω τους συνανθρώπους μου.
Δεν πιστεύω ούτε σε σύνορα ούτε σε χρώματα λαών, ούτε σε συνήθειες, ούτε σε γλώσσες, ασχέτως πώς μας κατήντησαν τα πολιτικά, τα οικονομικά και τα κοινωνικά συμφέροντα.
Σαράντα επτά χρόνια που ταξιδεύω συνάντησα εκατομμύρια ανθρώπους όλων των εθνικοτήτων και όλων των χρωμάτων και θρησκειών. Δε συνάντησα ποτέ έναν κακόπιστο και ασυνεννόητο άνθρωπο, αντίθετα και οι τέτοιοι, αν δεν μπορούσαν τίποτα άλλο να προσφέρουν, έναντι της δικής μου προσηνούς συμπεριφοράς, προσέφεραν την καρδιά τους συνοδευομένη από ένα θεϊκό χαμόγελο. Τι άλλο μεγαλύτερο, ωραιότερο μπορούσε κανείς να ζητήσει από τη ζωή.
Αυτός είναι ο λόγος που δε μ’ αρέσουν οι τιμές, οι παράτες και τα θέατρα. Δεν πηγαίνουν στη φύση μου, και αντί να μ’ ευχαριστήσουν, όπως πολλοί θα πιστεύουν, με στενοχωρούν.
Εύχομαι σε όλους σας και στις οικογένειές σας Καλά Χριστούγεννα και Καλή Πρωτοχρονιά και κουράγιο, πιστεύοντας και ελπίζοντας στο Θεό, που είναι ο μόνος που δεν πρόκειται ΠΟΤΕ να σας εγκαταλείψει.
1η Δεκεμβρίου 1986
Με πολλή αγάπη και εκτίμηση,
ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΑΤΣΗΣ».
Του Θεόδωρου Μπαζίγου
Επίτιμου προέδρου της Ομοσπονδίας ΕΒΕΣ Νομού Μεσσηνίας