Η προσφυγική κρίση δεν είναι ελληνοτουρκικό πρόβλημα

Κύρα Αδάμ

O πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης έσπευσε την Κυριακή στο Βερολίνο για επείγουσες διαβουλεύσεις με την Α. Μέρκελ για τη νέα προσφυγική κρίση, την οποία  έχει προκαλέσει η Τουρκία στα ελληνοτουρκικά σύνορα στον Έβρο.

Ο Τ. Ερντογάν σπεύδει και αυτός στις Βρυξέλλες για επείγουσες διαβουλεύσεις με την Κομισιόν για το συνολικό προσφυγικό πρόβλημα.

Στο μεταξύ, ο κ. Μητσοτάκης σε συνέντευξή του στο αμερικανικό CNN, ανήγγειλε  ότι η Συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας για το προσφυγικό (Μάρτιος 2016 και συνακόλουθα και το Σχέδιο Δράσης Ε.Ε.-Τουρκίας Οκτώβριος 2015) είναι «νεκρή», με υπαιτιότητα της Τουρκίας. Από την άλλη πλευρά ο Τ. Ερντογάν ανήγγειλε και αυτός ότι η Συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας, με υπαιτιότητα  της Ε.Ε. αλλά κυρίως της Ελλάδας που «κακομεταχειρίζεται και σκοτώνει πρόσφυγες»,  δεν λειτουργεί. Για το λόγο αυτό λοιπόν, η Τουρκία θα ζητήσει την επανεξέτασή της.

Η Κομισιόν από την πλευρά της,  σε κάθε ανακοίνωση της επιμένει ότι η Συμφωνία βρίσκεται σε ισχύ. Καθησυχάζει την Αθήνα με φραστικές ανακοινώσεις ότι «βρίσκεται στο πλευρό της», δίνοντας της μάλιστα και φιλοδώρημα 700.000.000 ευρώ, ενώ προσπαθεί να καθησυχάσει την Τουρκία ότι θα της δώσει τα «οφειλόμενα». Δεν παίρνει όμως κανένα μέτρο εναντίον της Τουρκίας για την πρωτοφανή  ενορχηστρωμένη και καθοδηγούμενη «προσφυγική επίθεση»  στον Έβρο, που συνιστά θέμα εθνικής ασφάλειας  της Ελλάδας.

Μέσα σ αυτή την  τριγωνική σχέση για το προσφυγικό – ένα διεθνές πρόβλημα χωρίς ορατή λύση – Ελλάδα και Τουρκία, για διαφορετικούς λόγους η κάθε μια, δείχνουν τάσεις  μετατροπής, αργά η γρήγορα, αυτού του ΔΙΕΘΝΟΥΣ προβλήματος του προσφυγικού/ μεταναστευτικού, σε καθαρά  ΔΙΜΕΡΕΣ πρόβλημα Ελλάδας –  Τουρκίας. Κάτι για το οποίο οι απαθείς ευρωπαίοι εταίροι, μάλλον προσεύχονται καθημερινώς.

Η μεγάλη κίνηση, ριψοκίνδυνη, αν δεν οριστούν επακριβώς οι όροι της, έγινε από τον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη, όταν επέλεξε το αμερικανικό CNN για να ανακοινώσει ότι η Συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας «είναι νεκρή». Ανεξαρτήτως  του αν αυτή η πολύ βαριά πρωθυπουργική φράση είναι αποτέλεσμα ενδελεχούς ανάλυσης και εκτίμησης της κατάστασης, ή αν πρόκειται για  ατυχές ευφυολόγημα  της στιγμής, το γεγονός μέχρι σήμερα είναι ότι η κυβέρνηση δεν την έχει πάρει πίσω. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα καταργεί μονομερώς τη Συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας για το προσφυγικό, δηλαδή ΑΥΤΟΜΑΤΩΣ μετατρέπει την προσφυγική κρίση σε καθαρά ελληνοτουρκική διένεξη. Σε μια τέτοια περίπτωση και με δεδομένο ότι η Συμφωνία Ε.Ε.- Τουρκίας ΔΕΝ περιλαμβάνει τα ελληνοτουρκικά χερσαία σύνορα, οι απαθείς- απέναντι στην ασφυκτική κατάσταση στην Ελλάδα, που έχει  πολλαπλασιαστεί και από την παράνομη, εντός και εκτός Ε.Ε., απόφαση κρατών μελών να σφραγίσουν τα σύνορά τους – και παράλληλα, έντρομοι εταίροι μπροστά στις απειλές Ερντογάν να «σπρώξει» 4 εκ πρόσφυγες στην Ευρώπη, δεν θα είχαν αντίρρηση η προσφυγική κρίση να μετατραπεί σε διμερές ελληνοτουρκικό πρόβλημα.

Έχει προηγηθεί  η ανακοίνωση του ΚΥΣΕΑ που κατονομάζει τη συμπεριφορά της Τουρκίας ως «ασύμμετρη απειλή» εναντίον της Ελλάδας. (σ.σ. Ο όρος προφανώς χρησιμοποιήθηκε καθ’ υπερβολή, καθώς ο όρος αυτός έχει «κατοχυρωθεί» από το ΝΑΤΟ, μετά το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους και έχει περιγραφεί ως «απειλή εναντίον μεγάλου πληθυσμιακού συνόλου και υποδομές υψηλής αξίας»).

Οι κινήσεις της Τουρκίας, όμως, συνιστούν πράγματι απειλή εναντίον της εθνικής ασφάλειας της χώρας, με τον Τούρκο πρόεδρο να απειλεί μονότονα ότι οι «πύλες της Ευρώπης θα ανοίξουν για τους πρόσφυγες έτσι κι αλλιώς». Παρά ταύτα η ελληνική κυβέρνηση, σε διπλωματικό επίπεδο εξακολουθεί να κινείται με ήπιους ρυθμούς σε σχέση με τη σοβαρότητα της κατάστασης. Περιορίζεται σε  «περιηγήσεις» ευρωπαίων αξιωματούχων στον Έβρο, οι οποίοι ουδέποτε ξεφεύγουν από τις στερούμενες περιεχομένου δηλώσεις «στήριξης της Ελλάδας» και συμμετέχει σε Συμβούλια υπουργών, τα συμπεράσματα των οποίων γίνονται με το ένα μάτι στραμμένο  στην Άγκυρα ώστε αυτή να μην δυσαρεστηθεί πολύ.

Η μόνη ουσιαστική κίνηση είναι η χθεσινή δια ζώσης συνομιλία Μητσοτάκη – Μέρκελ. Είναι άγνωστο ακόμα (τουλάχιστον όταν γραφόταν το άρθρο) τί θα ζητήσει ο πρωθυπουργός από την κα Μέρκελ, εκτός της αύξησης των κονδυλίων προς την Ελλάδα για την αντιμετώπιση της  τωρινής κρίσης. Είναι άγνωστο δηλαδή, αν ο κ. Μητσοτάκης  θα  απαιτήσει ή όχι αλλαγή της διπλωματίας των κλειστών συνόρων των εταίρων, που καταδικάζει εσαεί την Ελλάδα σε ρόλο προσφυγικής φυλακής και όχι φύλαξης προσφύγων. Και αναγκάζει την Ελλάδα να υφίσταται όλη την τουρκική πίεση με «όπλο» τους λογής-λογής μετανάστες κι όχι πρόσφυγες. Υπενθυμίζεται πάντως ότι μέχρι στιγμής, η ελληνική κυβέρνηση έχει διαβεβαιώσει μονομερώς το Βερολίνο και το Παρίσι ότι δεν θα στείλει ούτε ένα πρόσφυγα στα εδάφη των χωρών αυτών, γεγονός που έχει επιβεβαιώσει πολλαπλώς και η αρμόδια Επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων κα Γιόχανσον, όταν επιμένει σε δηλώσεις της  ότι «η Αθήνα ουδέποτε ζήτησε από ευρωπαϊκές χώρες να δεχθούν πρόσφυγες στα εδάφη τους».

Στον αντίποδα, ο Τ. Ερντογάν  «απαιτεί» να ανοίξουν τα ευρωπαϊκά σύνορα για τους πρόσφυγες, κατηγορεί την Ελλάδα ότι παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο  επειδή δεν ανοίγει τα σύνορά της στους μετανάστες που στέλνει ο ίδιος στην Ελλάδα, απαιτεί ιλιγγιώδη ποσά από τις Βρυξέλλες (ακόμα και 40 δις ευρώ) για να «στηρίξει» τους πρόσφυγες στο έδαφός του και κατηγορεί την Ε.Ε. για αθέτηση της Συμφωνίας Ε.Ε.- Τουρκίας, επειδή οι Βρυξέλλες δεν απελευθερώνουν τη βίζα και δεν αναβαθμίζουν την Τελωνειακή Ένωση Ε.Ε.- Τουρκίας (σ.σ. που κι αυτή  βάλει εναντίον κυρίως των ελληνικών αγροτικών προϊόντων).

Την ίδια στιγμή όμως, η Άγκυρα προχωρά σταθερά το εμφανές πλέον σχέδιό της για τη μετατροπή της -κατευθυνόμενης από την ίδια – νέας προσφυγικής κρίσης σε ελληνοτουρκικό πρόβλημα. Ο Τ. Ερντογάν το δείχνει καθαρά: αρνείται δημοσίως συνάντησή του με τον Κ. Μητσοτάκη (ύστερα από πρόταση του Βούλγαρου πρωθυπουργού), διότι κατ’ αυτόν η Ελλάδα «βασανίζει, σκοτώνει και συμπεριφέρεται απάνθρωπα σε πρόσφυγες παραβιάζοντας το Διεθνές Δίκαιο», ενώ οι υπουργοί της κυβέρνησής του προεξοφλούν ότι οι Έλληνες «θα δουν και χειρότερα» αν δεν ανοίξουν τα σύνορά τους.

Οι επίμονες τουρκικές κινήσεις στον Έβρο έχουν δύο «εργαλεία»: την πίεση των μεταναστών να περάσουν στο ελληνικό έδαφος, παράλληλα με τη συνεχή διασπορά ψευδών ειδήσεων για κακομεταχείριση, ακόμα και θανατηφόρους πυροβολισμούς μεταναστών από την ελληνική πλευρά. Ο στόχος που διαμορφώνεται είναι μάλλον σαφής: Οι «εν κινδύνω» μετανάστες, όταν και αν περάσουν σε ελληνικό έδαφος, θα έχουν την ανάγκη «προστασίας» τους από τουρκικές δυνάμεις σε ελληνικό έδαφος. Υπενθυμίζεται ότι αυτό «το μοντέλο» εφαρμόστηκε με επιτυχία από την Άγκυρα σε συριακό έδαφος, χωρίς καμιά απολύτως ουσιαστική διεθνή αντίδραση.

Η σκανδαλώδης εμμονή του Ερντογάν να επιμένει ότι για την Τουρκία τα σύνορα προς την Ευρώπη είναι ανοιχτά, δικαιολογημένα στρέφει την ελληνική προσοχή στα ελληνικά νησιά (πέραν αυτών του Β. Αιγαίου, όπου οι ροές σταθερά αυξάνουν) και πιο συγκεκριμένα σε νησιά ελάχιστης απόστασης από τις τουρκικές ακτές, όπως π.χ. το Καστελόριζο και οι  πέριξ βραχονησίδες. Η φρούρηση των ελληνικών αυτών νησιών, μαζί με τη φρούρηση των νησιών του Β. Αιγαίου αλλά και των χερσαίων συνόρων στον Έβρο, μοιραία θα προκαλέσει πολυδιάσπαση των ελληνικών δυνάμεων.

Στην περίπτωση που οι ορέξεις Ερντογάν δεν  κοπούν μαχαίρι από τις Βρυξέλλες, ανοίγει ένα πολύ σκοτεινό σενάριο τουρκικών σχεδίων εναντίον των Ελλάδας. Και αυτό δεν είναι άλλο από τη δημιουργία προσφυγικών καταυλισμών «υπό την τουρκική φύλαξη» ΣΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΗΣΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ Αιγαίου, (π.χ. Άη Στράτης, Θάσος, Αγαθονήσι, Φαρμακονήσι), τα οποία δεν ανήκουν σε καμιά Συνθήκη και γι’ αυτό ανήκουν  στην κατηγορία των νησιών υπό αμφισβητούμενο ιδιοκτησιακό καθεστώς, που επιμελώς προετοιμάζει η Τουρκία από το 1980 και εντεύθεν.

Της Κύρας Αδάμ