Covid-19: Η πρόκληση

Covid-19: Η πρόκληση

Τα 734. 951  κρούσματα και οι 34. 780 θάνατοι που μέχρι τη στιγμή που γράφω έχουν σημειωθεί σε 193 χώρες και σε 1 κρουαζιερόπλοιο από τον κορωνοϊό (COVID-19) και σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, αποτελούν μια σύνθετη πραγματικότητα, η οποία σαφώς ανατρέπει τον τρόπο που έχουμε μάθει να ζούμε. Είναι, δε, προφανές ότι όλες οι χώρες, ακόμα και αυτές με προηγμένα συστήματα υγείας και πρόσβαση σε νέες τεχνολογίες, δεν ήταν προετοιμασμένες απέναντι σε αυτή την πρωτόγνωρη απειλή του νέου κορωνοϊού. Η υψηλή μολυσματικότητά του, ο πολύ εύκολος τρόπος μετάδοσής του, απαιτεί την άμεση λήψη μέτρων. Η διακοπή της αλυσίδας μετάδοσής του είναι αυτή τη στιγμή ο κρισιμότερος παράγοντας, το μεγαλύτερο όπλο για την αντιμετώπισή του.

Αυτά που ακούμε και βλέπουμε στη γειτονική Ιταλία, με τον αριθμό των θανάτων να ξεπερνά της Κίνας, τη ραγδαία αύξηση κρουσμάτων στην Ισπανία και σε άλλες χώρες, είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα για το τι μπορεί να συμβεί αν υποβαθμίσουμε αυτή την απειλή. Η Ελλάδα έλαβε άμεσα μέτρα, τα οποία προσαρμόζει ανάλογα με την εξέλιξη των δεδομένων (αριθμός νέων κρουσμάτων, αριθμός ατόμων που χρειάζονται νοσηλεία κ.λπ.). Η διαχείριση αυτή είναι πολύ σημαντική, αν λάβει κανείς υπόψη του και τις δυνατότητες του συστήματος υγείας της χώρας μας. Ένα σημαντικό σημείο για την αντιμετώπιση της πανδημίας που από την πρώτη στιγμή εφάρμοσε η χώρα μας είναι η ενημέρωση των πολιτών για τα μέτρα υγιεινής και προφύλαξης, ώστε να διατηρεί σε εγρήγορση τον πληθυσμό και να αποτρέπει τον εφησυχασμό του. Δυστυχώς, όμως, ακόμα και σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές, οι «διαφωνίες» δε λείπουν. Τα πρώτα περιοριστικά μέτρα ακολούθησε μια απαράδεκτη συγκέντρωση ατόμων σε καφετέριες, μπαρ, παραλίες, εκδρομές κ.λπ., αγνοώντας τους κινδύνους, με αποτέλεσμα, εύλογα, να ακολουθήσουν αυστηρότερα μέτρα. Κι έτσι απαιτείται να συνεχίσουμε, εφόσον δεν υπάρξει συμμόρφωση των πολιτών. Το διακύβευμα αυτή τη στιγμή είναι ιδιαίτερα σοβαρό, αφορά στη ζωή και το θάνατο. Την ίδια, μάλιστα, στιγμή που το σύστημα υγείας και όλοι οι λειτουργοί του δίνουν πρωτόγνωρη μάχη για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις σημερινές ανάγκες και για να μην παραμελήσει τους συμπολίτες μας με άλλα χρόνια σοβαρά νοσήματα. 

Είναι, επομένως, δεδομένο ότι η ανταπόκριση του συστήματος υγείας στις επαυξημένες ανάγκες που προκύπτουν από τον κορωνοϊό εξαρτάται ΑΜΕΣΑ από τη συμπεριφορά και την πειθαρχία των πολιτών. Δεν είναι στιγμές για αντιπαραθέσεις όσον αφορά στα μέτρα και τα όρια της προσωπικής ελευθερίας, αυτή τη στιγμή αυτά είναι τα ενδεδειγμένα. Οι ιοί τέτοιου είδους αυτοπεριορίζονται όταν κοπεί η αλυσίδα μετάδοσής τους και η αλυσίδα μετάδοσης του κορωνοϊού είμαστε εμείς. 

Πολύς λόγος τελευταία έγινε για το σε τι έκταση και σε ποιους πρέπει να γίνονται τα τεστ ανίχνευσης για τον κορωνοϊό. Οι οδηγίες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Υγείας (https://www.ecdc.europa.eu/en) είναι σαφείς και αυτές ακολουθεί και η χώρα μας. Ένα αρνητικό τεστ για τον ιό σήμερα μπορεί σε δυο ημέρες να είναι θετικό, καθώς ο ιός έχει και ένα χρόνο επιπολασμού, ή ακόμα ένα ρινικό επίχρισμα να είναι αρνητικό και το αντίστοιχο φαρυγγικό του ίδιου ατόμου θετικό. Κι ανοίγουν και άλλα ερωτήματα εδώ… Έγινε το τεστ σε διαπιστευμένο εργαστήριο και έμπειρο προσωπικό με τις προδιαγραφές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (στην Ελλάδα υπάρχουν ελάχιστα και τα υπάρχοντα όλα αυτή τη στιγμή ασχολούνται με την ανίχνευση του κορονοϊού); Ένα προαναλυτικό στάδιο σε εργαστήριο που δε διαθέτει τις κατάλληλες προδιαγραφές μπορεί να αποβεί μοιραίο τόσο στο προσωπικό που χειρίζεται το δείγμα και σε επιμολύνσεις, τα ψευδώς αρνητικά δείγματα επίσης προκαλούν προβλήματα κ.λπ. κ.λπ. Τα γρήγορα τεστ δεν έχουν αξιολογηθεί επαρκώς ακόμα όσον αφορά στην ευαισθησία τους, καθώς βασίζονται σε αντισώματα και υπάρχει πάντα ένα «παράθυρο», καθώς κάθε οργανισμός χρειάζεται ένα χρονικό διάστημα για να αναπτύξει αντισώματα, οπότε ο κίνδυνος των ψευδώς αρνητικών είναι μεγαλύτερος. 

Τα πολλά τεστ σαφώς είναι χρήσιμα για τη μελέτη της νόσου από επιδημιολογικής άποψης και να βγάλουμε δημοσιεύσεις στο μέλλον, δε μας προσφέρουν όμως τίποτα εάν εμείς δε συμπεριφερθούμε υπεύθυνα. 

Τι σημασία έχει να ξέρει κανείς ότι έχει τη στιγμή που το έκανε (το τονίζω αυτό) αρνητικό τεστ; Θα εφησυχάσει και θα κυκλοφορεί ελεύθερα; Δυστυχώς, αυτό είναι το στοίχημα, μην ψάχνουμε άλλοθι και ευκαιρίες για αντιπαραθέσεις… Δεν πρέπει να πιανόμαστε από τη μικρή επιστημονική λεπτομέρεια και να κάνουμε, όπως λέει ο λαός, «την τρίχα τριχιά» και να μεγεθύνουμε ένα πρόβλημα που δεν υπάρχει και σε μαζικό επίπεδο δεν έχει σημασία.

Η ανθρωπότητα πρέπει να περάσει σε μία φάση που θα αποδέχεται το γεγονός ότι ο ιός αυτός θα κυκλοφορεί. Θα τηρεί τα μέτρα υγιεινής, θα προσπαθεί να κάνει αυτήν την ιχνηλάτηση επαφών, ιδιαίτερα όταν έρχονται από χώρες στις οποίες υπάρχει μεγάλη κυκλοφορία του ιού. Αλλά δε θα είναι τόσο εύκολο αυτό. Στην έξαρση της πανδημίας που βρισκόμαστε σήμερα «δεν πρέπει να σκεφτόμαστε ότι δεν έχουμε τον ιό, αλλά ότι τον έχουμε και προφυλασσόμαστε να μην τον μεταδώσουμε σε άλλον». Αυτή τη στιγμή το σύστημα υγείας και όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς προετοιμάζονται για το χειρότερο σενάριο, και τον καθοριστικό ρόλο τον έχει η ίδια η κοινωνία. Φυσικά, η «επιστροφή στη φυσιολογική μας ζωή» είναι το ζητούμενο, ωστόσο το πότε αυτό θα συμβεί και τι απώλειες θα έχουν εν τω μεταξύ προκληθεί, εξαρτάται από εμάς. Δεν έχουμε κανένα δικαίωμα αυτή τη στιγμή με τις ενέργειές μας να υπονομεύουμε όλη αυτή τη διεθνή προσπάθεια. 

Όλοι, φαντάζομαι, θέλουμε η επόμενη μέρα να μας βρει υγιείς, με τις λιγότερες δυνατές απώλειες. Ας κατανοήσουμε, λοιπόν, ότι το πόσο απέχουμε χρονικά από την «επιστροφή στην φυσιολογική μας ζωή», εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από εμάς. Σε αυτή, λοιπόν, την κρίσιμη στιγμή καλούμαστε, ως πολίτες, αφενός, να μην υπονομεύσουμε τις προσπάθειες των ανθρώπων που βρίσκονται στην “πρώτη γραμμή” σηκώνοντας το βάρος της διαχείρισης αυτής της κρίσης και της έρευνας και, αφετέρου, να αποδείξουμε ότι είμαστε υπεύθυνοι πολίτες !

Της Μαρίας Γαζούλη 

*Η Μαρία Γαζούλη είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Μοριακής Βιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών