Στο δημόσιο χώρο είμαστε συνιδιοκτήτες και συνυπεύθυνοι

Στο δημόσιο χώρο είμαστε  συνιδιοκτήτες και συνυπεύθυνοι

Στην πλατεία, στο πάρκο, στο δρόμο, έχουμε όλοι οι πολίτες ποσοστό συνιδιοκτησίας, παράλληλα όμως έχουμε και μερίδιο ευθύνης. Ευθυνόμαστε κυρίως για τον άνθρωπο που έχουμε ορίσει με την ψήφο μας να τον διαμορφώνει και να τον διαχειρίζεται, άρα είναι δική μας έμμεση ευθύνη αν αναβαθμίζεται ή υποβαθμίζεται η πόλη στο σύνολο της.

Το ερώτημα είναι: στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα μας δίνεται ουσιαστικό δικαίωμα εμπλοκής; Τονίζω το ουσιαστικό, μια και στην παραπάνω ερώτηση η απάντηση των όσων βρίσκονται στα διοικητικά τιμόνια θα εμπεριέχει τις λέξεις: «κάναμε διαβούλευση, κάναμε επιτροπή τάδε ή δείνα, κάναμε κοινοτικό, δημοτικό, περιφερειακό ή άλλο συμβούλιο». Ωστόσο, πόσο ενδιαφέρουν τον πολίτη τελικά όλα τα παραπάνω. Εδώ και δυο χρόνια τώρα παίρνω μέρος σε ένα Δημοτικό Συμβούλιο, όπου στις μεν δια ζώσης συνεδριάσεις οι πολίτες είναι ελάχιστοι, γεγονός που επιτείνεται από την αφιλόξενη αίθουσα, στις δε live μεταδόσεις μετά βίας παρακολουθούν 10 άνθρωποι.

Τα ίδια άτομα ανακυκλώνονται σε επιτροπές και συνεδριάσεις και διαμορφώνουν το μέλλον της πόλης, θεωρώντας εαυτούς γνώστες πολλών και διαφορετικών εξειδικευμένων αντικειμένων έπειτα από τόσες επιτροπές.

Για την πόλη γίνονται φιλότιμες και αξιοσημείωτες προσπάθειες να ενταχθεί σε προγράμματα και να εκμεταλλευτεί εργαλεία που προσφέρονται για την αναβάθμιση του αστικού χώρου. Ακούει ο πολίτης τους όρους ΣΒΑΚ, pocket parks, αναπλάσεις και σχεδιασμοί από ειδικούς και ελπίζει, ενθουσιάζεται, διαπιστώνει μια διάθεση εξέλιξης. Στις αρχικές αναφορές και παρουσιάσεις όλα βαίνουν καλώς. Ωστόσο, στην πορεία τα περισσότερα εξ αυτών φθίνουν ποιοτικά και μετασχηματίζονται σε απλά ως προς τη σύλληψή τους έργα, με γνώμονα την ταχύτητα που επιβάλλει ο σύντομος πολιτικός χρόνος και η ανάγκη επανεκλογής με κυρίαρχο παράδειγμα το ΣΒΑΚ, που φτάνει έτοιμο έπειτα από 12 μήνες σιγής.

Τα σύνθετα ζητήματα που ανακύπτουν, κυρίως στα πολεοδομικά θέματα, οδηγούνται σε παρακαμπτήριες οδούς, ώστε να πιστωθούν στον εκλεγμένο και να του δώσουν εισιτήριο για την επόμενη. Θύμα αυτής της απαραίτητης πολιτικά παράκαμψης είναι συνήθως η επάρκεια και η ποιότητα των μελετών, αλλά συγχρόνως – κι αυτό είναι το κυρίαρχα αντιδημοκρατικό χαρακτηριστικό των συγχρόνων διοικήσεων – η επιδιωκόμενη απουσία του πολίτη. Αυτό, δηλαδή, που πανευρωπαϊκά αποτελεί την τάση στη σύγχρονη πολεοδομία, τη συμμετοχή του πολίτη, στην ελληνική πραγματικότητα βρίσκει τρόπο να παρακάμπτεται.

Τρανταχτό παράδειγμα τα pocket parks που τόσο διαφημίστηκαν, αλλά που η εφαρμογή τους προκαλεί την τέλεια σύγχυση στον πολίτη. Τα pocket parks γεννήθηκαν τη δεκαετία του ’80 από την ανάγκη του πολίτη να πάρει μέρος στο σχεδιασμό, να είναι συμμέτοχος και να διαμορφώσει ένα χώρο μικρής κλίμακας, αλλά μεγάλης σημασίας στον ευρύτερο αστικό χώρο και, κυρίως, στην κοινωνία.

Πόσο πιο επίκαιρο να γίνει αυτό με τη μοναδική συγκυρία που ζει η γενιά μας και πόσο μοναδική ευκαιρία για να γεννηθεί μια άλλη αρχιτεκτονική, pandemic architecture στο δημόσιο χώρο που διαπιστώσαμε πόσο τον έχουμε ανάγκη όλοι.

Αντ’ αυτού εμείς παρουσιάζουμε το αυτονόητο ως αρχιτεκτονική δημόσιου χώρου. Καθαρίζουμε, νοικοκυρεύουμε και φωτίζουμε παραμελημένους από τις δικές μας διοικήσεις αστικούς χώρους και, ως εκ τούτου, ΝΑΙ λαμβάνει θετικά σχόλια. Σχεδιάζουμε εμπνευσμένα, δίνουμε ποιότητες και αισθητική στο χώρο; ΟΧΙ. Μόνο η γειτονιά θα μπορούσε να εμπνεύσει τον αρχιτέκτονα -έχων δικαίωμα υπογραφής τέτοιων μελετών- να δώσει νέα πνοή σε τέτοιους τόπους. Με βραχόκηπους και βιομηχανικό σταμπωτό δάπεδο δεν παράγεται αρχιτεκτονική, παράγεται πολιτική.

Μια πολιτική που φθάνει στα όρια να απειλεί εμβληματικά σημεία στην πολεοδομική ιστορία της πόλης και ελαφρά τη καρδία, μην κατανοώντας τη σημασία τους, να προχωρά επί σειρά ετών σε βασανιστικό βιασμό τους.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Πάρκο του ΟΣΕ: του βάλαμε κάγκελα, του προσθέσαμε αντίθετη στην αισθητική του ξύλινη πύλη, το φωτίσαμε σαν εθνική οδό, το αποψιλώσαμε από τις χρήσεις που του έδιναν πνοή και στην τελευταία πράξη του δράματος το τσιμεντώσαμε για να μη γεμίζει νερά.

Και εδώ φτάνουμε και πάλι στην αρχική ευθύνη των πολιτών, που ζώντας σε μια πόλη που με βροχή ελάχιστης ραγδαιότητας πλημμυρίζουν βασικοί εμπορικοί άξονες, κάποιοι ενοχλούνται από τα νερά στη χωμάτινη διαδρομή εντός του πάρκου και γι’ αυτό ενόχλησαν τους εκλεγμένους, που έσπευσαν να τους ακούσουν.

Εμείς, η Καλαμάτα Τόπος Ζωής, οι μοναδικοί αιθεροβάμονες όπως φαίνεται του Δημοτικού Συμβουλίου, σε μια σειρά άνευρων έργων τεχνικού προγράμματος του προηγούμενου έτους προσπαθήσαμε να ψελλίσουμε κάτι για πράσινες διαδρομές και εναέρια διαδρομή διασύνδεσης εμπορικού άξονα με την παράκτια ζώνη, σε μια προσπάθεια να δημιουργήσουμε ένα νέο τοπόσημο στην πόλη.

Πραγματικά ακούει κανείς;

Της Τόνιας Κουζή
ΚΑΛΑΜΑΤΑ – ΤΟΠΟΣ ΖΩΗΣ

Επικεφαλής