Η διάσκεψη για τη Λιβύη και ο δύσκολος δρόμος της Αθήνας

Κύρα Αδάμ

Ύστερα από δύο υψηλού επιπέδου συναντήσεις στη Γαλλία, 2017, 2018, στο Παλέρμο 2018 (με τη συμμετοχή της Ελλάδας) και δύο συναντήσεις στο Βερολίνο, 2020 και 2021 (χωρίς τη συμμετοχή της Ελλάδας κατ’ απαίτηση της Τουρκίας), στην τωρινή διεθνή συνάντηση στο Παρίσι, υπό την αιγίδα της γαλλικής προεδρίας και συμπροεδρεύουσας της λιβυκής κυβέρνησης, αλλά και των Μέρκελ, Ντράγκι και γ. γραμματέα του ΟΗΕ, οι Αρχές της Λιβύης δεσμεύθηκαν να κάνουν εκλογές στις 24 Δεκεμβρίου 2021, καλώντας παράλληλα τις ξένες δυνάμεις (Τουρκία, Ρωσία) στο λιβυκό έδαφος να αποσυρθούν πάραυτα.

Πέρα από το βαρύγδουπο των σχετικών ανακοινώσεων, τα προβλήματα παραμένουν, καθώς δεν έχει συμφωνηθεί ακόμα ο εκλογικός νόμος, ούτε έχουν λυθεί προβλήματα ασφαλείας, τήρηση του νόμου στη χώρα κ.λπ.

Ο Γάλλος πρόεδρος θέλει τώρα να πάρει τα ηνία από τη Γερμανία της κας Μέρκελ στην ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική και να αποκλείσει το ενδεχόμενο η Λιβύη να παραμένει μια επικίνδυνη χώρα, έρμαιο των διαθέσεων της Τουρκίας και Ρωσίας, που διατηρούν δυνάμεις στο λιβυκό έδαφος και, μάλιστα, σε αντίπαλα στρατόπεδα.

Από την πλευρά του, ο Ρώσος ΥΠΕΞ Λαβρόφ απαίτησε αμοιβαιότητα (από την Τουρκία) για να αποσύρει τις δυνάμεις του από το πλευρό του στρατηγού Χαφτάρ.

Όμως, η Τουρκία ουδόλως δεσμεύθηκε σε αποχώρηση των τουρκικών δυνάμεων από τη Λιβύη και αν κάνει κάτι τέτοιο, θα διασφαλίσει ότι όλες οι συμφωνίες της με την προηγούμενη – και αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ- λιβυκή κυβέρνηση (τουρκο/λιβυκό Μνημόνιο, και Σύμφωνο Συνεργασίας κ.λπ.) θα παραμείνουν στο ακέραιο. Στη συνάντηση στο Παρίσι η Τουρκία προτίμησε την αυτοαπομόνωσή της, αφού τελικώς παρέστη με υποβαθμισμένη αντιπροσωπεία, ως ένδειξη αντίθεσής της στη συμμετοχή της Ελλάδας και της Κύπρου στη διάσκεψη.

Η διάσκεψη του Παρισιού για τη Λιβύη έδωσε την ευκαιρία να «διευθετηθούν» και άλλες διεθνείς διπλωματικές εκκρεμότητες.

Η πρώτη είναι να δοθεί χώρος στο Γάλλο Πρόεδρο να πρωταγωνιστεί στην ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική, τώρα που αποχωρεί η καγκελάριος Μέρκελ. Ήταν ένα πρώτο γαλλικό μήνυμα στην υπό διαμόρφωση νέα κυβέρνηση συνασπισμού στη Γερμανία υπό τους Σοσιαλδημοκράτες.

Η δεύτερη διευθέτηση αφορούσε στις σχέσεις ΗΠΑ- Γαλλίας. Η κυβέρνηση Μπάιντεν, ύστερα και από τις προσωπικές επαφές Μπάιντεν- Μακρόν στις συναντήσεις των G-20 και στη Γλασκόβη, έστειλε την αντιπρόεδρο Καμάλα Χάρις ως εκπρόσωπό της στο Παρίσι. Η κα Χάρις δεν πρωταγωνίστησε στο Παρίσι, αλλά υποβοήθησε και υποστήριξε τον κ. Μακρόν στην πολιτική του, έτσι ώστε να φανεί ότι έχει λήξει η «παρεξήγηση» με την συμφωνία υποβρυχίων στην Αυστραλία.

Με τη Διάσκεψη στο Παρίσι για τη Λιβύη, η Ελλάδα επανήλθε και αυτή στο προσκήνιο για τις εξελίξεις στη Λιβύη, «παίρνοντας το αίμα της πίσω» από τον αποκλεισμό που της είχε επιβάλει η Άγκυρα με την έγκριση της Α Μέρκελ.

Φυσικά, ο ρόλος της Ελλάδας στην εξομάλυνση του λιβυκού προβλήματος είναι δευτερεύων, αφού η χώρα δεν έχει άμεση ανάμειξη επί του λιβυκού εδάφους. Η Αθήνα, όμως, έχει ανοιχτά προβλήματα με την Τουρκία στη Λιβύη, ειδικά λόγω της τουρκο/λιβυκής ΑΟΖ, που τίναξε στον αέρα την ελληνική ΑΟΖ στην περιοχή.

Ο Έλληνας πρωθυπουργός έμμεσα άφησε να εννοηθεί ότι θα προτείνει στη νέα λιβυκή κυβέρνηση, όταν και όπως αυτή συγκροτηθεί μετά τις δημοκρατικές εκλογές, ότι είναι έτοιμος να επαναλάβει τις διμερείς διαπραγματεύσεις για την οριοθέτηση της ΑΟΖ Ελλάδας/Λιβύης, αν η Τρίπολη απαρνηθεί την τουρκο/ λιβυκή ΑΟΖ.

Ένα εγχείρημα, όμως, εξόχως δύσκολο.

Πρώτον, διότι η τ/λιβυκή ΑΟΖ (αφού κανείς, ούτε η Ελλάδα, την κατήγγειλε επισήμως στον ΟΗΕ μέχρι σήμερα) έχει επισήμως αναρτηθεί στον επίσημο πίνακα του ΟΗΕ (Πίνακας 104) στις αρχές του 2021 και βρίσκεται σε ΙΣΧΥ.

Δεύτερον, διότι οι λιβυκές θέσεις για την ελληνο/λιβυκή ΑΟΖ, όπως επισήμως και εγγράφως έχουν κατατεθεί στο γ. γραμματέα του ΟΗΕ, απαιτούν από την Ελλάδα να αποδεχθεί ότι ελληνικά νησιά νοτίως της Κρήτης, όπως η Γαύδος, η Χρυσή, Παναγιά κ.λπ. δεν έχουν ΚΑΘΟΛΟΥ ή ελάχιστη επήρεια επί της ΑΟΖ (σ.σ. καθ’ υπόδειξη και σχεδιασμό της Τουρκίας).

Της Κύρας Αδάμ