«ΘΑΡΡΟΣ» 20 Ιουνίου 1916: Η χθεσινή δολοφονία

«ΘΑΡΡΟΣ» 20 Ιουνίου 1916: Η χθεσινή δολοφονία

Χθες περί την 9ην προς την 10ην πρωινήν ώραν εδολοφονήθη έξωθι του χωρίου Πολιανή (Αμφείας) υπ’ αγνώστων η εκ του χωρίου Δυρραχίου (Φαλαισίας) καταγομένη Γιαννούλα Π. Σουρρά.

Η δολοφονηθείσα είχεν έλθει εις την πόλιν μας προς εξαργύρωσιν ενός τσεκ, αναχωρήσασα εντεύθεν μεταβαίνουσα εις το χωρίον της την 3ην πρωινήν ώραν. Τα χρήματα δε τα είχεν αφήσει ενταύθα.

Λέγεται ότι οι δράσται της δολοφονίας προέβησαν εις το έγκλημα τούτο, ίνα αφαιρέσωσι τα χρήματα τα οποία ων ενόμιζον έφερε μεθ’ εαυτού το θύμα.

Ο Αστυνομικός Σταθμάρχης Αμφείας μετέβη επί τόπου προς ενέργειαν ανακρίσεων δια την σύλληψιν των δολοφόνων.

ΣΥΛΛΗΨΙΣ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥ
«ΘΑΡΡΟΣ» 21 Ιουνίου 1916
Κατόπιν της δολοφονίας της λαβούσης χώραν έξωθι του χωρίου Πολιανή κατά της Γιαννούλας Π. Σουρρά, ο Αστυνομικός Σταθμάρχης Αμφείας ενωμοτάρχης Α. Αθανασίου μετέβη επί τόπου, ένθα ενεργήσας ανακρίσεις ανεκάλυψεν, ότι μετά το έγκλημα εφάνη τροχάδην διερχόμενος εκ Πολιανής ο εξ Αντικαλάμου του τέως Δήμου Θουρίας Νικ. Π. Λουκουριάς, εις το πρόσωπον του οποίου ήτο εζωγραφισμένη η ταραχή και η συγκίνησις την οποίαν εδοκίμαζε κατά τας μετά την δολοφονίαν στιγμάς.

Εξ αφορμής του γεγονότος τούτου ο Αθανασίου ετηλεγράφησε προς τον Αστυνομικόν Σταθμάρχην Θουρίας ενωμοτάρχην  Σπηλιώτην, όστις συλλαβών απέστειλεν ενταύθα τον Νικ. Λυκουριάν, ο οποίος αμέσως απεστάλη προς τον Εισαγγελέα υποβληθείς εις λεπτομερή ανάκρισιν.

Τι μας είπεν ο ίδιος
Ο κατηγορούμενος δια την δολοφονίαν Νικ. Λυκουριάς, όστις κρατείται εν τω κρατητηρίω της Αστυνομικής Διευθύνσεως, ερωτηθείς υφ’ ημών περί του ποία ήσαν τα αίτια ένεκα των οποίων προέβησαν τα αστυνομικά όργανα εις την σύλληψίν του, μας απήντησεν ως εξής:

«Κατηγορούμαι διότι μετά την δολοφονίαν διήλθον εκ του τόπου του εγκλήματος, ένθα είδον αιμόφυρτον την Γιαννούλαν Σουρρά».

Εις ερώτησίν μας μήπως είδεν άνθρωπον τινά πλησίον του τόπου ένθα έκειτο η δολοφονηθείσα, μας απήντησεν: «Ναι είδα ένα άνθρωπον εις απόστασιν 300 βημάτων φέροντα παλτόν και τον οποίον δεν κατόρθωσα ν’ αναγνωρίσω διότι έφευγε και εφοβήθην να πλησιάσω».

Αναφορικώς προς την ενοχήν του, μας διέψευσε κατηγορηματικώτατα την κατ’ αυτού κατηγορίαν, ισχυριζόμενος ότι είναι τελείως αθώος.