Ελένη Γεωργοστάθη: «Η αλληλεπίδραση με τους μικρούς αναγνώστες αποτελεί πηγή ενέργειας»

Ελένη Γεωργοστάθη: «Η αλληλεπίδραση με τους μικρούς αναγνώστες αποτελεί πηγή ενέργειας»

Με σύνθημα «Πες αλεύρι… ένα βιβλίο σε γυρεύει» τα Εκπαιδευτήρια Μπουγά διοργανώνουν αύριο Σάββατο, 2 Απριλίου, τις αγαπημένες Βιβλιοδρομίες, που είχαν λείψει λόγω κορωνοϊού την περασμένη διετία. «Σε μια δράση γεμάτη χαρά και αθλητισμό» στην ανοιξιάτικη αυτή γιορτή του βιβλίου της Καλαμάτας θα παρευρεθεί και η καταξιωμένη συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας, Ελένη Γεωργοστάθη, η οποία έρχεται με ενθουσιασμό για να δώσει και να πάρει ενέργεια…

Δοθείσης της ευκαιρίας παραχώρησε συνέντευξη στο «Θ», όπου μιλά για τη φιλαναγνωσία και τους τρόπους που αυτή μπορεί να καλλιεργηθεί και να ενθαρρυνθεί, για το δικό της ταξίδι στην ανάγνωση, την επιμέλεια βιβλίων και τη συγγραφή, αλλά και για τις σχέσεις έντυπων-ηλεκτρονικών εκδόσεων και ηλεκτρονικού παιχνιδόκοσμου-λογοτεχνίας, που δεν είναι κατ’ ανάγκη ανταγωνιστικές…

-Με τι διάθεση και ποιες σκέψεις έρχεστε στην Καλαμάτα για να συμμετάσχετε στις Βιβλιοδρομίες των Εκπαιδευτηρίων Μπουγά Κυρία Γεωργοστάθη;
Η πανδημία μάς στέρησε την επαφή με το κοινό μας, τα παιδιά. Μια επαφή ζωτικής σημασίας, αφού η αλληλεπίδραση με τους μικρούς αναγνώστες αποτελεί πηγή ενέργειας, έμπνευσης, αλλά και ανατροφοδότησης και αναστοχασμού πάνω στη δουλειά μας. Είμαι, λοιπόν, εξαιρετικά χαρούμενη γι’ αυτό το ταξίδι και σίγουρη πως η επαφή με τα παιδιά θα είναι αναζωογονητική και εξαιρετικά γόνιμη.

-Πόσο βοηθούν τέτοιες δράσεις τα παιδιά και τη φιλαναγνωσία;
Το ζήτημα είναι να πεισθούν τα παιδιά ότι η ανάγνωση είναι ελεύθερη επιλογή, είναι γιορτή, είναι χαρά. Δράσεις όπως οι Βιβλιοδρομίες δίνουν στους μικρούς αναγνώστες τη δυνατότητα να επιλέξουν από μια γκάμα τίτλων εκείνον που προτιμούν και το έναυσμα για να μετατραπεί η ενασχόληση με το βιβλίο σε μια μεγάλη γιορτή δημιουργικής έκφρασης και γνωριμίας με κείμενα και συγγραφείς. Άρα, μπορούν να τονώσουν την αναγνωστική διάθεση των παιδιών και να άρουν τις προκαταλήψεις τους απέναντι στο βιβλίο.

-Σε ποιο βαθμό τα βιβλία μπορούν να αλλάξουν τις ζωές των ανθρώπων;
Σε καθοριστικό βαθμό και με πολλούς τρόπους. Όχι μόνο καλλιεργώντας την αισθητική και διευρύνοντας τους γλωσσικούς ορίζοντες, αλλά, κυρίως, οξύνοντας την ενσυναισθητική ματιά απέναντι στον κόσμο, φέρνοντας τον αναγνώστη στη θέση του «άλλου» και εξοικειώνοντάς τον με καταστάσεις με τις οποίες ενδεχομένως δε θα βρεθεί ποτέ αντιμέτωπος στην αληθινή ζωή. Όπως και αποκαλύπτοντάς του πλευρές του εαυτού του που αγνοούσε. Τα βιβλία, τα καλά βιβλία εννοώ, δε συνιστούν απλώς ένα παράθυρο στον κόσμο, αλλά μια βουτιά στις πιο ανεξερεύνητες πτυχές του.

-To βιβλίο τι θέση έχει κατά την «ηλεκτρονική» εποχή μας και στην Ελλάδα του 2022;
Είμαστε μικρή αγορά, ωστόσο υπάρχει ένα σταθερό, αν και περιορισμένο, αναγνωστικό κοινό. Προσωπικά δε θέλω να βλέπω την τεχνολογία ως αντίπαλο του βιβλίου. Ίσα ίσα, θα έλεγα ότι το καθιστά πιο προσιτό. Τα ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία, για παράδειγμα, δίνουν τη δυνατότητα παραγγελίας σε κάθε αναγνώστη οπουδήποτε στη χώρα. Οι βιβλιοφιλικές ομάδες παρέχουν πλήθος απόψεων και πληροφοριών γύρω από το βιβλίο. Τα ebooks μπορεί να φτάσουν στην οθόνη μας με ένα απλό κλικ. Σαφώς η επαφή με τις οθόνες ξοδεύει πολύ από το χρόνο μας και την ενέργειά μας, ωστόσο τα πάντα είναι ζήτημα διαχείρισης και προτεραιοτήτων.

Η τεχνολογία είναι ένα εργαλείο που, σωστά αξιοποιημένο, μπορεί να αναβαθμίσει ποιοτικά και τη σχέση μας με το βιβλίο.

-Υπάρχουν τρόποι να πείσεις ένα παιδί να επιλέξει ένα βιβλίο αντί για ένα ηλεκτρονικό μέσο; Γιατί να διαβάσει μια ιστορία αντί να παίξει ένα βιντεοπαιχνίδι;
Μπορεί πάντα να κάνει και τα δυο. Το πρόβλημα δεν είναι τόσο τα ηλεκτρονικά μέσα όσο το ότι τα παιδιά έχουν πειστεί πως το διάβασμα δεν είναι ευχάριστο και διασκεδαστικό, αφού το έχουν συνδέσει με την αυστηρά μαθησιακή διαδικασία. Αν, όμως, ένα παιδί συνηθίσει από πολύ μικρή, προνηπιακή ηλικία να περνάει ποιοτικό χρόνο με τους γονείς του διαβάζοντας βιβλία και διασκεδάζοντας με αυτά, αν βλέπει τους ίδιους να διαβάζουν στον ελεύθερό τους χρόνο, αν στο σπίτι του υπάρχουν βιβλία, τότε πιθανότατα θα αντιληφθεί ότι η ανάγνωση δεν είναι τιμωρία και κάτεργο, αλλά πηγή χαράς και ψυχαγωγίας.

-Τα λογοτεχνικά βιβλία… χωράνε στα e-books; Έχει σχέση η ηλικία στην επιλογή των ηλεκτρονικών εκδόσεων;
Φυσικά και χωράνε. Η ποιότητα ενός κειμένου δεν έχει να κάνει με το υλικό στο οποίο είναι γραμμένο. Τα ομηρικά έπη, για παράδειγμα, είτε χαραγμένα, είτε αποτυπωμέναμε το χέρι σε πάπυρο ή περγαμηνή, είτε τυπωμένα, κουβαλούν την ίδια λογοτεχνική αξία ανά τους αιώνες. Τα ebooks αποτελούν ανάγκη της εποχής μας. Μας βοηθούν να εξοικονομήσουμε χώρο, είναι εύκολα προσβάσιμα και ιδιαίτερα εύχρηστα. Θα μου πείτε, άλλη η γοητεία του τυπωμένου βιβλίου, και δε θα διαφωνήσω. Παρότι οπαδός του κι εγώ, είτε από ανάγκη είτε από ανυπομονησία, τυχαίνει να αγοράζω κατά καιρούς ebooks και παρά τις αρχικές μου επιφυλάξεις, να διαπιστώνω ότι δε μου στερούν στο ελάχιστο την αναγνωστική απόλαυση.

Σε ό,τι αφορά την ηλικία, δεν έχω κάποια στοιχεία, οπότε μου είναι δύσκολο να μιλήσω με σιγουριά, εξάλλου για την ώρα το ποσοστό των αναγνωστών που προτιμούν τα ebooks είναι πολύ μικρό.

-Υπάρχουν αξιόλογες νέες εκδόσεις τα τελευταία χρόνια ή κυριαρχεί η… βιβλιορύπανση;
Παρότι επικρατεί εκδοτικός πληθωρισμός, υπάρχουν ανάμεσα στα βιβλία που βγαίνουν κάθε χρόνο αρκετές εξαιρετικές εκδόσεις. Κι αυτό αφορά τόσο στην ενήλικη όσο και την παιδική λογοτεχνία. Είναι τέτοια η πληθώρα αξιόλογων τίτλων, που και ο απαιτητικός αναγνώστης έχει αρκετές επιλογές. Φυσικά, κυκλοφορούν και πολλά αδιάφορα βιβλία, που σε κάνουν να αναρωτιέσαι ποιος ο λόγος ύπαρξής τους. Αυτό, όμως, δεν αποτελεί ελληνική πρωτοτυπία.

-Εσείς γιατί προτιμήσατε τον κόσμο του παιδικού βιβλίου;
Δεν ήταν ζήτημα επιλογής. Απλώς συνέβη. Ίσως έπαιξε ρόλο το ότι οι κώδικες του παιδικού βιβλίου μού ταίριαζαν περισσότερο τη δεδομένη στιγμή, ίσως ασυνείδητα με ώθησε η ανάμνηση της αναγνωστικής χαράς που ένιωθα κι η ίδια ως παιδί, ίσως τα θέματα που με απασχολούσαν να βρίσκονταν πλησιέστερα στον κόσμο των παιδιών. Ανεξάρτητα από αυτό, πάντως, πεποίθησή μου είναι πως η λογοτεχνία, για παιδιά ή για ενήλικες, είναι στην ουσία μία.

-Τι ανακαλύψατε περνώντας από το χώρο του αναγνώστη στο χώρο του συγγραφέα;
Κάθε συγγραφέας δεν παύει ποτέ να είναι πρώτα και κύρια αναγνώστης. Κι όταν γράφει, με τον εσωτερικό του αναγνώστη συνομιλεί. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωσή μου, αλλά με μια ιδιαιτερότητα λόγω της δουλειάς μου. Ασχολούμενη με την επιμέλεια βιβλίων, αποτελούσα πάντα ένα μεσάζοντα ανάμεσα στο συγγραφέα και στον αναγνώστη. Κατανοούσα τις αγωνίες του πρώτου, αντιλαμβανόμουν τους προβληματισμούς του δεύτερου. Ήμουν εξοικειωμένη και με τους δυο ρόλους. Οπότε τίποτα δε με ξάφνιασε όταν άρχισα να γράφω. Ούτε και άλλαξε κάτι ριζικά.

-Με τι άλλο ασχολείστε αυτόν τον καιρό και τι άλλο ετοιμάζετε συγγραφικά;
Δουλεύω δύο κείμενα, το ένα σε πολύ προχωρημένο στάδιο, ενώ στο μυαλό μου υπάρχουν κάποιες ακόμα ιδέες σε πρώιμη φάση. Αν κατορθώσουν να μετεξελιχθούν κι αυτές σε βιβλία, θα είμαι πολύ χαρούμενη.

-Συστήστε μας τη συγγραφέα Ελένη Γεωργοστάθη και το νέο της βιβλίο «Χάθηκε η μπάλα …ξανά!»
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Λακωνία. Σπούδασα Ελληνική Φιλολογία στην Αθήνα και έκανα μεταπτυχιακές σπουδές στο Μπέρμιγχαμ της Αγγλίας. Εργάζομαι στον εκδοτικό χώρο ως επιμελήτρια εκδόσεων. Η επαφή μου με το παιδικό και εφηβικό βιβλίο έγινε πιο έντονη την τελευταία δεκαπενταετία και, φυσικά, σε αυτή καθοριστικό ρόλο έπαιξε η γέννηση και το μεγάλωμα των παιδιών μου. Εκτός από τη συγγραφή βιβλίων για παιδιά, έχω ασχοληθεί συστηματικά και με την κριτική, πρώτα στο προσωπικό μου ιστολόγιο και τα τελευταία δύο χρόνια συνεργαζόμενη με το ηλεκτρονικό περιοδικό «Ο αναγνώστης».
Το «Χάθηκε η μπάλα… ξανά!» αποτελεί συνέχεια του «Χάθηκε η μπάλα!», που κυκλοφόρησε το 2017. Και στα δύο βιβλία πρωταγωνιστής είναι το μπάσκετ, άθλημα που αγαπάμε οικογενειακώς, ωστόσο, με αφορμή την ενασχόληση των ηρώων τους με αυτό, πρόθεσή μου ήταν να μιλήσω για σημαντικά κοινωνικά ζητήματα, όπως η ανεργία και ο εκφοβισμός στο πρώτο βιβλίο και η θέση της γυναίκας, ο ρατσισμός και το δικαίωμα στην επιλογή στο δεύτερο.

Της Χριστίνας Ελευθεράκη