«ΘΑΡΡΟΣ» 9 Μαρτίου 1916: Η δαντέλα της παραλίας

«ΘΑΡΡΟΣ» 9 Μαρτίου 1916: Η δαντέλα της παραλίας

Φίλος υπάλληλος, ο οποίος έτυχε να μη γεννηθή εις καμμίαν ακτήν της Πελοποννήσου ή των νησιών, αλλ’ εις την Τρίπολιν και ο οποίος μένει από τινός εις την πόλιν μας, κατελήφθη από έναν ακατανίκητον ερωτισμόν.

Όχι προς καμμίαν Καλαματιανήν κόρην της πόλεώς μας, αλλά προς μίαν τοποθεσίαν η οποία έχει και παρέχει απολαύσεις ψυχικάς και ασθητικάς, τας οποίας δεν ευρίσκει κανείς εις καμμίαν εφήμερον νεότητα. Ο καλός φίλος είναι ερωτευμένος με την Παραλίαν μας.

-Είναι αδύνατον να φαντασθής, μου έλεγε προχθές, πόσον βαθειά εις την ψυχή μου κτυπά η παραλία σας και πόσον με συγκινεί. Σεις που την έχετε συνηθίσει δεν βλέπω να συγκινήσθε πολύ, όπως η ωραία εκείνη γυναίκα η οποία δεν συγκινεί εκείνον που την έχει δική του και όμως ξετρελλαίνει όλον τον άλλον κόσμον, όπως η ευτυχία η οποία κατήντησε συνήθεια δι’ εκείνους που την έχουν και διαρκές όνειρον εκείνων που την στερούνται και την κυνηγούν.

Και όμως μου φαίνεται ότι δεν έχετε νοιώση όλα τα μυστήρια της Παραλίας σας, όπως δεν είναι εύκολο να βυθομετρήση κανείς όλα τα μυστήρια του αδύτου της γυναικός την οποίαν έχει δίπλα του.

Ήτο μία ώρα του απογεύματος από εκείνας που η Παραλία μας κολυμβά μέσα εις το φως και εις το γαλανόν, όταν ο καλός φίλος μού έκαμε την ερωτικήν αυτήν εξομολόγησιν. Εκύτταξε με κατάπληκτα τα μάτια προς την φωτοπλημμύραν αυτήν και θαμβωμένος από την χαρμονήν εξηκολούθησε:

-Κύτταξε σε, παρακαλώ, το θαύμα αυτό το οποίον ξανοίγεται στα μάτια μας αυτή την στιγμήν και αρνήσου, ότι δεν σε συγκινεί. Και όμως αυτό είναι μια από τας ώρας, μία από τας στιγμάς της Παραλία σας. Είναι μία πτυχή του μυστηρίου. Την ώραν που ανατέλλει ο ήλιος η Παραλία μας δείχνεται διαφορετική με τους διαλυομένους υδρατμούς ως να είναι πυρίτιδα από αναδυόμενον χρυσάφι. Την είδα το μεσημέρι. Ήτο διαφορετική. Την είδα χθες το βράδυ, την ώρα που ο ήλιος εκρύβετο εις τα βουνά της Κορώνης. Ήτο αλλιώτικη. Την είδα με την αστροφεγγιά και ήτο μυστήριον. Την είδα εις τας στιγμάς που η σελήνη ασώτευε τους ποταμούς του αργύρου της και ενόμισα πως είμαι σε κάποιον κόσμο παραδεισένιο.

Ανέπνευσε για μια στιγμή και εξηκολούθησε ως για να ολοκληρώση το συμπέρασμά του:

-Μη μου ειπής ότι σεις οι Καλαματιανοί την έχετε συνηθίση ώστε να μη σας κάνη πλέον εντύπωσιν; Δεν το πιστεύω. Εκείνο που παραδέχομαι είναι ότι δεν ηθελήσατε ποτέ να την σπουδάσητε και να ροφήσητε τας καλλονάς της και τας απολαύσεις της. Η παραλία σας σε κάθε στιγμή είναι διαφορετική και έχει τόσες στιγμές ώστε μόνον εκείνος που θα την σπουδάση αποκλειστικώς θα μπορέση να ειπή ότι κατόρθωσε να ανασύρη μερικάς από τας πτυχάς της. Και ο αέρας της και το φως της και αι φωτοσκιάσεις της και η δαντέλα της ακτής της την οποίαν δεν είναι δυνατόν παρά να πλέκη κάποια θαλασσένια νεράιδα την νύκτα δια να μας την παρουσιάση το πρωί πάντοτε νέαν και ωραιοτέραν από χθες, όλα της τέλος πάντων κρύπτουν τόσα μυστήρια, ώστε να μου είναι αδύνατον να φαντασθώ ότι τα απεκαλύψατε σεις οι Καλαματιανοί χωρίς να πάθετε ψύχωσιν.

Η παραλία, φίλε μου, μοιάζει με την γυναίκα εκείνη η οποία σας δείχνει τα θέλγητρά της και όμως έχει ένα ακένωτον ακόμη ταμείον. Νομίζετε ότι εγνωρίσατε όλα και όμως δεν εγνωρίσατε παρά ελάχιστα θέλγητρα της γυναικός αυτής. Η παραλία σας πλέκει διαρκώς δαντέλες από φως και ζωγραφίζει ακουαρέλες. Είναι μία έκθεσις με πάντοτε νέα έργα ζωγραφικής.

Ο ΘΕΑΤΗΣ