Δημήτρης Χειλάς: Ο φτεροπόδαρος αθλητής του Μεσσηνιακού ΓΣ

Δημήτρης Χειλάς: Ο φτεροπόδαρος αθλητής του Μεσσηνιακού ΓΣ

«Διαθέτω αρκετά κειμήλια, φωτογραφίες και αναμνηστικά. Ένα κύπελλο όμως που το κέρδισε η ομάδα Σκυταλοδρομίας 4Χ100 το 1967, το είχα πάρει εγώ. Θεωρώ όμως πως ανήκει στον Μεσσηνιακό. Βλέποντας δε και το Αθλητικό Μουσείο του πιστεύω πως εκεί είναι η θέση του και γι’ αυτό το δώρισα στον Σύλλογο», αυτό ανέφερε ο παλιός αθλητής του Μεσσηνιακού Γυμναστικού, Δημήτρης Χειλάς, παραδίδοντας το ιστορικό τρόπαιο πριν λίγο καιρό στον νυν πρόεδρο του ΜΓΣ, Τάκη Στασινόπουλο.

Ο Χρήστος Ζερίτης, γνωστός για την αγάπη του τόσο για τον Μεσσηνιακό όσο και για την καταγραφή της ιστορίας και της παράδοσης ανέλαβε να «βιογραφήσει» τον σημαντικό Καλαματιανό σπρίντερ, ο οποίος διέπρεψε για πολλά χρόνια τόσο στην Ελλάδα (όπου έφτασε μέχρι την εθνική ομάδα) όσο και στη Γερμανία που έγινε δεύτερη πατρίδα του, με την ελπίδα ότι θα ακολουθήσουν και μιμητές: «Ευχαριστούμε τον Δημήτρη Χειλά που μας μίλησε για τις αθλητικές αναμνήσεις του, που μας έδωσε πολλές φωτογραφίες που απεικονίζουν και την πρότερη μορφή του ιστορικού γηπέδου μας αλλά και για την δωρεά του κυπέλλου που συμπληρώνει την ιστορία και κοσμεί το Αθλητικό μας Μουσείο. Ελπίζομε πως και άλλοι παλαιοί αθλητές θα ανταποκριθούν στο κάλεσμα να μοιραστούν μαζί μας και δημόσια τις αναμνήσεις τους από το πέρασμά τους στον Μεσσηνιακό Γ.Σ.1888».

Ο Χρήστος Ζερίτης επιχειρεί «μια συνολική εκτίμηση του αθλητικού δυναμικού του τμήματος Στίβου, από το 1888 μέχρι το 2018, εκτιμάται πως υπήρξαν περί τις 24.000 αθλητές και αθλήτριες που απέκτησαν δελτίο και πήραν μέρος σε επίσημους και ανεπίσημους αγώνες. Στο παραπάνω αριθμητικό συμπέρασμα μας οδηγούν οι καταγραφές μέσα από τα υπάρχοντα διασωθέντα δελτία στο Ιστορικό Αρχείο, μέσα από εφημερίδες της κάθε εποχής αλλά και από μνήμες Αθλητών και Αθλητριών για συναθλητές και συναθλήτριές τους.

Από το ιστορικό αρχείο του Μεσσηνιακού ξεπροβάλλουν σπουδαίες μορφές παλαιών αθλητών, εν ζωή σήμερα. Υπάρχει στο Μουσείο η φωτογραφία του σπρίντερ Δημήτρη Χειλά, να τερματίζει πρώτος σε αγώνα 100μ. βγάζοντας την κραυγή του νικητή, στο γήπεδο του Μεσσηνιακού με την παλιά του μορφή». Στο πλαίσιο του αφιερώματος που ανέλαβε ο Χρήστος Ζερίτης και μετά από μια σειρά συναντήσεων που είχε μαζί του ο ίδιος ο Δημήτρης Χειλάς εξιστορεί, μεταξύ πολλών άλλων τα παρακάτω: 

«Γεννήθηκα στα Γιαννιτσάνικα της Καλαμάτας στις 3/3/1949. Γονείς μου ήταν ο Παναγιώτης και η Ζαχαρούλα. Αδέλφια μου η Ευαγγελία, η Κωνσταντίνα, ο Ηλίας, ο Ιωάννης, ο Θεόδωρος και η Ειρήνη.

Έγκαιρα διαπίστωσα την κλίση μου στον αθλητισμό. Στο Δημοτικό σχολείο πρώτευα στο Άλμα εις Μήκος και αργότερα στο Γυμνάσιο Παραλίας ασχολήθηκα με το Άλμα εις Μήκος, το Άλμα εις Ύψος και τα 400μ. Ο γυμναστής μου Παρασκευόπουλος με έβαλε κάποια στιγμή το 1965 να κάνω το «λαγό» στον συμμαθητή μου Παπαδέα-πολύ καλό στα 100μ- και όχι μόνο τον ανταγωνίστηκα αλλά και τον νίκησα. Εκπροσώπησα το σχολείο μου στους Πανσχολικούς αγώνες και νίκησα άνετα στα 100μ. Έτσι διαπίστωσα πως το αγώνισμα των 100μ. μου ταίριαζε και προσάρμοσα εκεί την προπόνησή μου. Στον Μεσσηνιακό που γράφτηκα το 1966, ακολούθησα την μεθοδική πλέον προπόνησή μου και βρήκα Γυμναστές τους Διονύση Ρουμανά και Κώστα Δέδε, καθηγητές Φυσικής Αγωγής, στους οποίους και εγώ αλλά και χιλιάδες μαθητές οφείλουν πολλά που γυμνάστηκαν μαζί τους. Ως μέλος του τμήματος Στίβου του Μεσσηνιακού προετοιμάστηκα καλά για τα Γ΄ «Παπαφλέσσεια» του 1967 (τότε νίκησα τον Γιάννου της εθνικής Εφήβων) και αυτά του 1968, που χαρακτηρίστηκαν και ως «Δ΄ Παπαφλέσσεια» ενώ επίσημα λέγονταν Διανομαρχιακοί αγώνες. Σε αυτούς τους αγώνες πήρα μέρος στα 100μ. (1ος με χρόνο 11,1΄), στα 200 και στα 4Χ100.

Ως μέλος της Εθνικής Ομάδος Εφήβων μετακινήθηκα στην Αθήνα το 1968 και εντάχθηκα στην προπονητική ομάδα του Ομοσπονδιακού προπονητή Μητροφάνη. Ουσιαστικά όμως προπονητής μου ήταν ο Νίκος Γεωργόπουλος διότι ο Μητροφάνης περισσότερο ασχολιόταν με την τότε πολιτική κατάσταση της δικτατορίας. Λίγο αργότερα μετακινήθηκα στην Ομάδα των Ανδρών και εκεί είχα προπονητή τον Williamson. To 1972 αποτελούσα στέλεχος της Β΄ Ομάδος στα 4Χ100 με προπονητή τον Gyula Antal, ο οποίος ήταν παράλληλα και προπονητής του Βασίλη Παπαγεωργόπουλου. Η προετοιμασία των ομάδων για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1972 στο Μόναχο, γινόταν στα στάδια Καυτατζογλείου και Καβάλας.

Πριν φύγω από την Καλαμάτα για την Εθνική Ομάδα είχα πάρει μέρος σε δεκάδες αθλητικές εκδηλώσεις στην Καλαμάτα, στην Μεσσηνία και στην Πελοπόννησο. Τα τρία αυτά χρόνια γνώρισα πολλούς Μεσσήνιους αθλητές. Θυμάμαι πολύ καλά τους Σταμάτη Κουμανάκο, Μπάμπη Πετρουλάκη, Γιώργο Ρούμπο, Γιώργο Ψαρούλη, Θεόδωρο Τσάτουμα, Θύμιο Κοντέα, Δημήτρη Πουλόπουλο, Μάκη Κουλούρη, Βασιλαδιώτη, Γρηγόρη Βλάχο, Γιώργο Ζήση, Γιώργο Τσιμικλή, Γιώργο Καρέλια (της οικογένειας βιομηχάνων που πέθανε πολύ νέος), Στράτο Νικολούδη, Σπύρο Λουκά, Γιάννη Γκότση, Τάκη Ξυγκώρο, Αριστομένη Γαλανόπουλο, τον Παπαδημητρίου και τον Σπήλιο Ζαχαρόπουλο.

Πήρα μέρος, ως στρατιώτης, σε πολλούς αγώνες αφού είχα επιλεγεί στην ομάδα του ΣΙΣΜ.

Οι καλύτερες αθλητικές στιγμές στην καριέρα μου ήταν α) στα Γ΄ Παπαφλέσσεια του 1967, β) οι αγώνες μπροστά σε 80.000 θεατές στο Παναθηναϊκό Καλλιμάρμαρο στάδιο στις 6/4/1968 λόγω της Ολυμπιακής Ημέρας και γ) το ρεκόρ που έκανα σε ημερίδα στην Φρανκφούρτη το 1977 με 10,6΄ όταν είχα ήδη μετακινηθεί στην Γερμανία. Βέβαια δεν θα πρέπει να παραλείψω πως έχω συναγωνιστεί με αθλητές που είχαν παγκόσμιο κύρος.

Οι πιο αξιόλογες συμμετοχές μου στην Γερμανία ήταν: αγώνες στο κρατίδιο του Hessen, διασυλλογικό Νότιας Γερμανίας, Addidas Meeting με συμμετοχή των πρώτων των εθνών από όλες τις Ηπείρους και με συμμετοχή όλων των Γερμανών πρωταθλητών. Όμως η σπουδαιότερη εμφάνισή μου ήταν στο Meeting της πόλης Koblenz, στα 200μ. κόντρα στον Alberto Juantorena, αργότερα Ολυμπιονίκη και μετά υπουργό αθλητισμού της Κούβας. Σε όλες τις παραπάνω συμμετοχές μου σε τελικούς κατέκτησα από 2-4η θέση.

Στη Γερμανία βρέθηκα το 1973, σπούδασα Φυσιοθεραπεία και έγινα επαγγελματίας στον Όφφεμπανχ, δεν σταμάτησα όμως ποτέ τον πρωταθλητισμό. Μετά τον Μεσσηνιακό μεταγράφηκα στην L.G. Frankfurt και με προπονούσε ο Κάρλ Σουκέ που ήταν και προπονητής ταχυτήτων στην Εθνική Γερμανίας. Εκεί έκανα και το ρεκόρ μου 10,6΄ το 1977. Αργότερα, όταν σταμάτησα τον αθλητισμό, προσλήφθηκα ως φυσιοθεραπευτής-θεραπευτής αθλητικών τραυμάτων στην Εθνική Γερμανίας του Στίβου (της κεντρικής Γερμανίας).

Θυμάμαι πολύ καλά τον φύλακα Χρήστο Ξυπόλητο ο οποίος για «ό,τι ήθελες και όποτε το ήθελες ήταν πάντα εκεί». Δύο όμως αναμνήσεις πάντα με συγκινούν: η πρώτη είναι όταν σε αγώνες του ΣΙΣΜ στην Τρίπολη και ενώ ετοιμαζόμουν για τον αγώνα των 100μ. άκουσα τη φωνή της Μητέρας μου να με φωνάζει. Για μια στιγμή νόμισα πως ονειρευόμουν. Κοίταξα στο σημείο που ερχόταν η φωνή «Δημήτρη» και είδα την Μητέρα μου πράγματι να με φωνάζει. Είχε πάρει το τρένο και είχε έρθει μονάχη της να με δει. Οι συγγενείς μας ανησύχησαν διότι δεν είχε ενημερώσει κάποιον. Η Μανούλα μου, η Ζαχαρούλα, σύμβολο Μανιάτισσας Μάνας.

Η δεύτερη που θυμάμαι και πάντα θα το λέω είναι πως δεν είχα χάσει ποτέ μου προπόνηση. Με όποιο καιρό και αν είχε ήμουν πάντα εκεί στο προπονητικό στίβο, και στην Ελλάδα και στην Γερμανία.

Παντρεύτηκα την Γκέρτρουτ Κιούγκελ και απέκτησα δύο κόρες, την Ειρήνη και τη Ζαχαρούλα (Ρένα). Τα τελευταία χρόνια έρχομαι στην Ελλάδα και μένω 6 μήνες. Με τον αδελφό μου τον Θόδωρο (πολύ καλός σπρίντερ) πέρασα πολύ καλές αθλητικές στιγμές και πάντα θα το αναγνωρίζω.

Διαπιστώνω σήμερα πως ο Μεσσηνιακός εξακολουθεί, από καλύτερη θέση και περισσότερο οργανωμένος, να είναι ο Σύλλογος της καρδιάς μου, αυτός που με στήριξε ως συμπαραστάτης και με βοήθησε στη ζωή μου με όσα μου δίδαξε, κυρίως την πειθαρχία, την οποία δεν έχασα ποτέ στη ζωή μου. Χαίρομαι που με ξενάγησαν στο Μουσείο, για μένα τόπος αναμνήσεων αφού είδα πολλά κειμήλια και φωτογραφίες από τα χρόνια που αγωνιζόμουν» καταλήγει ο Δημήτρης Χειλάς.


Πριν τους Νομαρχιακούς αγώνες και τα Παπαφλέσσεια οι αθλητές έκαναν παρέλαση στην πόλη της Καλαμάτας, με τον Δημήτρη Χειλά σημαιοφόρο