Δημήτρης Ηλιόπουλος στο «Θ»: «Όσο ζω και έχω κέφι, ζωγραφίζω και δουλεύω»

Δημήτρης Ηλιόπουλος στο «Θ»: «Όσο ζω και έχω κέφι,  ζωγραφίζω και δουλεύω»

Ένας τραπεζικός υπάλληλος που επέλεξε εξαρχής να μοιράζει το χρόνο του ανάμεσα στο αυστηρό περιβάλλον μιας τράπεζας και στην καλλιτεχνική δημιουργία

Για τον κ. Δημήτρη Ηλιόπουλο ο συνδυασμός δύο διαφορετικών κόσμων δεν ήταν δύσκολος, αφού πριν καν εισέλθει στον τραπεζικό κλάδο είχε αποφοιτήσει από τη Σχολή Καλών Τεχνών της Ιταλίας, την οποία παρακολούθησε παράλληλα με την Ιατρική, στην οποία είχε εισαχθεί νωρίτερα.

Η απόφασή του να επιστρέψει στην Καλαμάτα και να χαράξει τη δική του διαδρομή αποδείχθηκε άκρως δημιουργική στη συνέχεια, αφού, όπως μαρτυρά, μετά τους σεισμούς του 1986 ξεκίνησε να «χτίζει» μια συλλογή από διάφορα ιστορικά αντικείμενα, ιδιαίτερης αξίας, τα οποία έκτοτε έχουν πολλαπλασιαστεί.

Σήμερα, μπαίνοντας κανείς στην γκαλερί του, που βρίσκεται στην καρδιά του Ιστορικού Κέντρου της Καλαμάτας, θα συναντήσει μια τεράστια συλλογή από κοσμήματα της Καππαδοκίας και διάφορες φυλές ανά τον κόσμο, θρησκευτικά κειμήλια, εξαρτήματα παραδοσιακών φορεσιών, όπως και εικαστικά κομψοτεχνήματα. Στο σύνολό τους συνθέτουν έναν πολιτιστικό θησαυρό δημιουργημένο με κόπο χρόνων και πολύ μεράκι.

Παράλληλα, η συλλογή με πίνακες ζωγραφικής που έχει επιμεληθεί ο ίδιος τις τελευταίες πέντε δεκαετίες φτάνουν για να συμπληρωθεί η προσωπική του συλλογή!

Με αφορμή την πορεία του μέχρι σήμερα και την ακούραστη διάθεσή του να επεκτείνει την υπάρχουσα συλλογή του, το «Θάρρος» βρέθηκε στο χώρο του κ. Ηλιόπουλου, όπου μας ξενάγησε και μας μίλησε τόσο για τη διαδρομή του μέχρι σήμερα όσο και για την ανάγκη του να συνεχίσει αυτό που κάνει, μιας και «το κάνω με το ίδιο κέφι, όπως όταν ήμουν 20 χρόνων».

-Πιάνοντας το νήμα της πορείας σας από την αρχή, προηγήθηκε η ζωγραφική ή η συλλογή;

Προηγήθηκε η ζωγραφική, αφού την πρώτη μου ατομική έκθεση την έκανα το 1973 στο Πνευματικό Κέντρο Καλαμάτας, όντας φοιτητής της Σχολής Καλών Τεχνών και της Ιατρικής τότε.

-Παρ’ όλα αυτά στην πορεία συνεχίσατε επαγγελματικά σε έναν τελείως διαφορετικό κλάδο. Πώς συνδυάσατε τον τραπεζικό κλάδο με αυτόν της δημιουργίας και της συλλογής; Δεν ήταν λίγο οξύμωρο;

Στον τραπεζικό κλάδο οδηγήθηκα γιατί μου είχε συμβεί κάτι τραγικό στην προσωπική μου ζωή και έπρεπε να κάνω εργασιοθεραπεία. Γι’ αυτό ξεκίνησα τότε να εργάζομαι στην τράπεζα, ώστε να βρεθώ σε ένα χώρο που δεν είχα ποτέ μου επιδιώξει, αλλά ούτε και ονειρευτεί. Και εκεί ήμουν υποχρεωμένος να δουλέψω.

Ωστόσο, επειδή κοιμάμαι ελάχιστα, μπορούσα να δουλεύω τα απογεύματα, διδάσκοντας ιταλικά, ενώ απασχολούμουν και με τη ζωγραφική. Έτσι, εργαζόμουν τις περισσότερες ώρες της ημέρας με πράγματα που με ευχαριστούσαν.

-Από τι χαρακτηρίζεται κυρίως η συλλογή σας; Βλέπουμε ότι είναι χιλιάδες τα αντικείμενα που περιλαμβάνονται σ’ αυτήν…

Οτιδήποτε είναι παλιό και έχει μια καλλιτεχνική αξία με ενδιαφέρει. Αυτό μπορεί να είναι ρούχο, κόσμημα, και άλλα. Στη συλλογή υπάρχουν πολλά θρησκευτικά κειμήλια. Είναι, κυρίως, χειρόγραφα ευαγγέλια, εικόνες, αντικείμενα λατρείας, δισκάρια εκκλησιαστικά, δισκοπότηρα και πολλά άλλα ακόμα. Τέτοιου είδους αντικείμενα τα έπαιρνα όπου τα έβρισκα, ακόμα και σε παζάρια, για να τα σώζω από τη βεβήλωση, γιατί ήταν σε χέρια άσχετων ανθρώπων. Και για εκείνους που πιστεύουν, αυτά τα αντικείμενα έχουν πολύ μεγάλη αξία. Εγώ τα μάζευα, ενώ από την άλλη έρχονταν σ’ εμένα κατά τρόπο περίεργο. Έπεφτα, ας πούμε, πάνω σ’ έναν τύπο σε κάποιο παζάρι που είχε για τασάκι ένα δισκάριο. Εγώ το αναγνώριζα από τη φόρμα του ότι ήταν εκκλησιαστικό σκεύος, και μου το έδινε για ένα δολάριο. Γεμάτο πίσσες και βρομιές, το καθάριζα και μπορεί να ήταν ένα έργο τέχνης μέσα με παραστάσεις, από πολύτιμο μέταλλο δε.

«Σημασία έχει ότι νιώθω πιτσιρικάς, έχω το ίδιο κέφι που είχα όταν ήμουν 18-20 χρόνων»

-Πέραν της συλλογής έργων τέχνης, φιλοτεχνείτε και πίνακες ευρείας θεματολογίας…

Γενικότερα, παρουσιάζω τον τελευταίο καιρό τα έργα μου σε σειρές, όπως είχε συμβεί και παλαιότερα. Συγκεκριμένα, είχα παρουσιάσει πίνακες με θέμα τον αιγαιοπελαγίτικο πολιτισμό, που απεικόνιζαν εκκλησάκια πάνω σε βράχους στο Αιγαίο. Μια σειρά που μοσχοβολούσε Αιγαίο και Ελλάδα.

Ακόμα, τις «Οκτώ ημέρες της Δημιουργίας», όπου έδειχνα τη διαδρομή από την ωορρηξία μέχρι τη γέννηση του παιδιού. Η όγδοη ημέρα ήταν όταν είχε ανακαλυφθεί η βόμβα νετρονίου, που αφαιρούσε τη ζωή κι έδινε κοστούμια δίχως σώματα να κυκλοφορούν στους δρόμους, ή καροτσάκια χωρίς μωρά με τα ρούχα τους μόνο.

Παράλληλα, «Ο Κύκλος του Σιταριού» ήταν μια ακόμα θεματική συλλογή που άρχιζε με το αλέτρι στο φρέσκο-οργωμένο χώμα και τελείωνε με ένα λαχταριστό καρβέλι ψωμιού.  

Πρόσφατα είχα κάνει την προτελευταία σειρά με τους μετανάστες στη συλλογή «Όνειρα σε μαύρο φόντο», που παρουσιάστηκε στο Πνευματικό Κέντρο Καλαμάτας, και δεκατρείς ακόμα πόλεις της Ευρώπης, ξεκινώντας από τη Μονή Λαζαριστών στη Θεσσαλονίκη. Τελευταία ζωγραφίζω σπουργίτια και ό,τι άλλο μου έρθει στο μυαλό, φιλοδοξώ να το κάνω.

Σημασία έχει ότι νιώθω πιτσιρικάς, έχω το ίδιο κέφι που είχα όταν ήμουν 18-20 χρόνων!

-Τι είναι αυτό που σας κινητοποιεί για να συνεχίζετε;

Κοιτάξτε, όταν κάνεις κάτι με μεράκι δεν μπορεί να το σταματήσει τίποτα. Μόνο κάποια αρρώστια θα μπορούσε. Όσο ζω και έχω κέφι, ζωγραφίζω και δουλεύω. Είναι κάτι συνυφασμένο με τη ζωή: είναι μια έκφραση ζωής το να ζωγραφίζεις, να γράφεις…

-Μπαίνοντας κανείς στο χώρο σας διαπιστώνει ότι πρόκειται για ένα θησαυρό πολύτιμων εικαστικών και μη έργων. Εκτιμάτε ότι σε επίπεδο πόλης θα μπορούσε μέρος αυτών να προβληθεί, ενισχύοντας παράλληλα το πολιτιστικό της αποτύπωμα;

Να σας πω, έχω πει σε επώνυμους Καλαματιανούς της πολιτικής να έρθουν να δουν τις συλλογές. Δεν έχει έρθει ποτέ κανείς εξ αυτών. Νοείται, άρχοντες της πόλης να μην ξέρουν τι υλικό υπάρχει στην πόλη τους; Θέλω να πω ότι είναι εντυπωσιακό όταν έρχονται να δουν τη συλλογή από το Αγρίνιο ή τη Λαμία, και κάποιους ντόπιους τούς καλώ και δεν έρχονται.

Μάλλον δε φαντάζονται τι θα δουν! Νομίζουν ότι θα δουν μπιχλιμπίδια, και γιουσουρούμ. Σε κάθε περίπτωση, ο χώρος είναι ανοιχτός για όλους.

-Πολλά από τα έργα σας έχουν ταξιδέψει σε μέρη εκτός Καλαμάτας, αλλά και εκτός χώρας. Προγραμματίζετε για το επόμενο διάστημα κάποια έκθεση; Τι φιλοδοξείτε για τη συνέχεια;

Τώρα ετοιμάζομαι για την Μπολόνια, αφού έχουν ζητήσει τη σειρά με τους μετανάστες, μιας και το μεταναστευτικό βλέπουμε ότι είναι θέμα που διαιωνίζεται. Δεν είναι κάτι που τελείωσε. Όσο υπάρχει δυστυχία, τόσο οι άνθρωποι θα ψάχνουν για ένα καλύτερο μέλλον.

Παράλληλα, είναι πολλές οι πόλεις και εντός Ελλάδας που έχουν ζητήσει τη σειρά αυτή, απλά νιώθω πολύ λίγος για να ανταποκριθώ σε όλες αυτές τις επισκέψεις. Από την άλλη, θεωρώ ότι είναι ανασταλτικές όλες αυτές οι επισκέψεις για τη δική μου δημιουργία, αφού όταν φεύγω για μια άλλη περιοχή, δεν μπορώ να δημιουργήσω καινούργια πράγματα που έχω στο μυαλό μου.

Βέβαια, παίρνω ερεθίσματα από εκεί που πηγαίνω για καινούργιες δουλειές, όμως, όσο είμαι υπ’ ατμόν από εδώ κι από εκεί, δεν μπορώ να υλοποιήσω τις ιδέες και τα όνειρά μου.

Έργα από τη σειρά “Όνειρα σε μαύρο φόντο”

-Ξεκινώντας, πενήντα χρόνια νωρίτερα όπως λέτε, είχατε στο πίσω μέρος του μυαλού σας πού θέλετε να φτάσετε; Φανταζόσασταν ότι θα φθάσετε μέχρι εδώ;

Δεν το φανταζόμουν, γιατί αυτά είναι παιχνίδια που σου παίζει το σύμπαν ή δεν ξέρω τι. Στην Καλαμάτα ήταν κάποιος ασκητής εν ονόματι Χαραλάμπης. Πολλοί τον ήξεραν και τον έλεγαν «Χαραλάμπη κολιτσιδιάρη». Αυτόν τον ζωγράφισα και του έκανα τα σκίτσα. Αυτός τόσο πολύ ενθουσιάστηκε που μου είπε, για να με ευχαριστήσει, ότι «η φήμη σου θα φτάσει σ’ όλη τη γη». Λέω «τι λέει αυτός», «το λέει για να με κολακέψει και να με ευχαριστήσει».

Μετά μια εβδομάδα μου ζήτησαν το πρώτο έργο μου να γίνει κάρτα για την Εταιρεία Σπαστικών, ενώ ακολούθησαν κι άλλα έργα εκεί και στη Unicef. Τώρα κυκλοφορούν πολλά έργα μου σε κάρτες που πάνε σε όλη τη γη.

Πανσέληνος στο Ιστορικό Κέντρο της Καλαμάτας

-Στη διαδρομή σας επιδιώξατε πράγματα ή ήταν τυχαίες οι συνθήκες που ακολούθησαν με «όχημα» το μεράκι σας; Σκέφτεστε τι πρόκειται να ακολουθήσει;

Όχι, δεν επεδίωξα πράγματα. Αναγνωρίζεται η δουλειά, και ταυτόχρονα αυτή αποτελεί για μένα ώθηση για να συνεχίζω.

Μακάρι να εκδηλώσουν ενδιαφέρον γι’ αυτό το χώρο οι άρχοντες της πόλης, να τον δουν, γιατί πρόκειται για μια συλλογή η οποία εμπλουτίζεται ακόμα και σήμερα, σχεδόν σε εβδομαδιαία βάση, για να γίνει γνωστή αυτή η προσπάθεια. Μακάρι να σκεφτεί κάποιος τι θα γίνει αυτή η συλλογή όταν εγώ δε θα είμαι μαζί σας. Γιατί είναι ένα έργο ζωής, είναι μια γωνιά ζωής.

Και σας είπα και πάλι: όταν έπαιρνα όλα αυτά τα αντικείμενα, ήξερα ότι δε θα τα πάρω μαζί μου. Απλά τα έσωζα από τη βεβήλωση και από χέρια κακόβουλων, που μπορεί να έπαιρναν κάποιον θησαυρό και να τον πωλούσαν δεξιά και αριστερά.

Εδώ αυτά θα μείνουν στην πόλη. Είναι ένα θησαυροφυλάκιο της πόλης, που δεν πρόκειται να αλλάξει χαρακτήρα. Εκτός και αν ενδιαφερθεί να τον «υιοθετήσει» κάποιος εδώ στην πόλη ή εκτός. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να γίνει ένα ωραίο μουσείο στην Costa Navarino και να μετακομίσει εκεί όλη η συλλογή που θα έχει ενδιαφέρον και να χωριστεί σε ενότητες.

Αυτό θα έχει νόημα, γιατί όλα τα αντικείμενα που είναι εδώ γεμίζουν δέκα μουσεία.

Της Χριστίνας Μανδρώνη