Είναι δημοφιλή τα αιολικά στην Πελοπόννησο;

Είναι δημοφιλή τα αιολικά στην Πελοπόννησο;

Η εφημερίδα «Θάρρος» της Καλαμάτας δημοσίευσε την 1η Απριλίου ένα ρεπορτάζ της κας Βίκυς Βετουλάκη για μια έρευνα του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, σε συνεργασία με τη γνωστή εταιρεία δημοσκοπήσεων Prorata της Αθήνας, που αφορούσε, μεταξύ άλλων, στην αποδοχή των επενδύσεων αιολικής ενέργειας σε περιοχές των Δήμων Τρίπολης, Βόρειας Κυνουρίας, Καλαμάτας, Μεγαλόπολης και Δυτικής Μάνης.

Η κα Βετουλάκη σχολίαζε ότι ίσως κάποιος ρίχνει «άδεια για να πιάσει γεμάτα», εκφράζοντας την εύλογη δυσπιστία του αναγνωστικού κοινού για τα θέματα αυτά και προσέθεσε, πολύ σωστά, ότι οι σχετικές επενδυτικές προτάσεις έχουν προκαλέσει «μεγάλες αντιδράσεις». Το ρεπορτάζ ανέφερε, όμως, ότι το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου ίσως δε συμμεριζόταν τις επιφυλάξεις αυτές. Το δελτίο Τύπου, που φέρεται να είχε διανείμει το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, ανέφερε: «Οι πολίτες της Πελοποννήσου έχουν θετική στάση απέναντι στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αναγνωρίζοντας τα πολλαπλά οφέλη που προσφέρουν…».

Και συνεχίζει: «Παρότι μια μερίδα του πληθυσμού εκφράζει ανησυχίες, αυτές αφορούν κυρίως στην ανάγκη για πληρέστερη ενημέρωση και διαφανείς διαδικασίες στο σχεδιασμό και την ανάπτυξη των έργων».

Ως μέλος της ομάδας «Σώστε τα Βουνά της Μάνης», μια ομάδα πολιτών με έδρα την Καρδαμύλη, το ρεπορτάζ μού προκάλεσε μεγάλη έκπληξη. Έχω ακριβώς την αντίθετη εντύπωση: οι κάτοικοι της Πελοποννήσου απορρίπτουν κατηγορηματικά τις πρόσφατες προτάσεις για μεγάλης κλίμακας αιολικά πάρκα στην κορυφή των πανέμορφων βουνών της Πελοποννήσου. Τα έργα αυτά είναι τεραστίων διαστάσεων, θα ζημιώσουν το περιβάλλον, θα βλάψουν ριζικά περιοχές Natura, και είναι ενεργειακά αχρείαστα, εφόσον η Πελοπόννησος είναι ενεργειακά κορεσμένη. Πολύ απλά, δε χωράνε άλλοι σταθμοί αιολικής ενέργειας στην περιοχή και, συνεπώς, νέες επενδύσεις στην Πελοπόννησο θα βλάψουν την πράσινη μετάβαση, δε θα τη βοηθήσουν. Γι’ αυτό οι πολίτες είναι στη μεγάλη τους πλειοψηφία αντίθετοι.

Πώς είναι δυνατόν το πανεπιστήμιο να έβγαλε το αντίθετο συμπέρασμα; Αν το συμπέρασμα ήταν σωστό, τότε ίσως κάποιοι από εμάς κάνουμε φασαρία, χωρίς όμως ανταπόκριση. Ήταν σημαντικό, λοιπόν, να καταλάβουμε πού ήταν η αλήθεια. H ομάδα μας άρχισε, λοιπόν, να αναζητεί την έρευνα αυτή.

Προσπαθήσαμε να βρούμε την ίδια την έρευνα και τα ερωτηματολόγιά της, ώστε να εξετάσουμε την αξιοπιστία των δεδομένων της. Το πρώτο που βρήκαμε ήταν ότι δεν υπάρχει στην ιστοσελίδα του πανεπιστημίου Πελοποννήσου – όπου θα περίμενε κανείς να τη βρει. Συνήθως τα πανεπιστήμια είναι περήφανα για τη δουλειά τους και διαφημίζουν το ερευνητικό τους έργο. Δε βρήκαμε τίποτα. Η έρευνα δεν έχει, όμως, δημοσιευτεί πουθενά αλλού. Δε σχετίζεται με κάποια ακαδημαϊκή δημοσίευση, ούτε και έχει παρουσιαστεί δημοσίως σε κάποιο συνέδριο ή ανακοίνωση. Δεν υπάρχει ούτε στην ιστοσελίδα της εταιρείας δημοσκοπήσεων Prorata, που φέρεται να την έχει διεξάγει.

Ρωτώντας περισσότερο, μάθαμε ότι την έρευνα δεν την ξεκίνησε ούτε και τη χρηματοδότησε το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Ένας καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του πανεπιστημίου, ο κ. Σωτήρης Πετρόπουλος, εργάστηκε ως σύμβουλος στην έρευνα αυτή, δεν ήταν όμως ο υπεύθυνος.

Το δελτίο Τύπου δημοσίευσε ένα σχόλιό του, στο οποίο σωστά αναφέρει: «Η ενεργειακή μετάβαση δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς τη φωνή και τη συναίνεση των τοπικών κοινωνιών». Οι υπόλοιπες διαπιστώσεις, όμως, ήταν ερμηνείες του προσώπου που συνέταξε το δελτίο Τύπου.

Ποιο ήταν αυτό το πρόσωπο; Δεν το γνωρίζουμε. Μάθαμε από τις πηγές μας ότι το δελτίο Τύπου διένειμε στις τοπικές ιστοσελίδες μια εταιρεία δημοσίων σχέσεων, με έδρα το Χαλάνδρι Αττικής. Η εταιρεία αυτή πιθανότατα συνέταξε το δελτίο Τύπου, το οποίο αναπαράχθηκε από πλήθος τοπικών Μέσων. Απευθυνθήκαμε γραπτώς στην εταιρεία αυτή, ζητώντας τους: α) να μας προωθήσουν την έρευνα και β) να μας πουν, αν θέλουν, ποιος ήταν ο πελάτης που τους ανέθεσε το έργο της δημοσιοποίησής της στα τοπικά Μέσα Ενημέρωσης. Δε λάβαμε καμία απάντηση.

Απευθυνθήκαμε τότε στην Prorata, η οποία φέρεται να έχει κάνει την έρευνα. Τους γράψαμε ζητώντας τους α) να μας δώσουν την έρευνα αν δεν έχουν αντίρρηση και αν δεν είναι εμπιστευτική και β) να μας πουν, αν θέλουν, ποιος ήταν ο πελάτης και χρηματοδότης της. Δυστυχώς, δεν απάντησαν σε κανένα από τα μηνύματά μας.

Ποιο είναι, λοιπόν, το κύρος της έρευνας αυτής; Πολύ φοβάμαι ότι η αξιοπιστία της έρευνας αυτής είναι στο μηδέν. Αντί να δημοσιεύεται και να υπόκειται σε επιστημονική αξιολόγηση, η έρευνα αυτή κρατείται σήμερα ως επτασφράγιστο – εμπορικό – μυστικό από τις εταιρείες που την πλήρωσαν και κανόνισαν για τη δημοσιότητά της. Η έρευνα αυτή φαίνεται να είχε μόνο μία χρήση: να παρουσιαστεί ως εργαλείο εντυπωσιασμού. Η έρευνα ήταν μια εμπορική έρευνα που παρουσιάστηκε ως «πανεπιστημιακή» ώστε να αποκτήσει κύρος που δεν δικαιούται.

Τι σημαίνει το επεισόδιο αυτό; Μήπως έχουμε μπροστά μας μια προσεκτικά κατασκευασμένη εκστρατεία δυσφήμησης των περιβαλλοντικών ομάδων πολιτών και μείωσης της αξιοπιστίας τους, και τελικά χειραγώγησης της κοινής γνώμης; Ποιος μπορεί να είναι πίσω από αυτήν τη δυσφημιστική εκστρατεία; Μήπως είναι οι κατασκευαστικές εταιρείες που ελπίζουν να κερδίσουν εκατομμύρια από τα μεγάλα έργα; Εδώ μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε.

Δε θα πρέπει να ξεχνάμε, όμως, ότι οι μεγαλύτερες κατασκευαστικές εταιρείες στην Ελλάδα έχουν μακρά ιστορία εξαπάτησης και παρανομίας. Με την απόφαση 642/2017 η Επιτροπή Ανταγωνισμού επέβαλε πρόστιμα δεκάδων εκατομμυρίων στις μεγαλύτερες ελληνικές κατασκευαστικές εταιρείες – μεταξύ των οποίων και στις μεγαλύτερες εταιρείες ΑΚΤΩΡ, J&P ΑΒΑΞ, ΤΕΡΝΑ, ΙΝΤΡΑΚΑΤ και άλλες – για τη δημιουργία ενός πολύπλοκου, αλλά καλά οργανωμένου καρτέλ στην αγορά δημοσίων έργων την περίοδο 1983-2012.

Με απλά λόγια, οι εταιρείες αυτές επί δεκαετίες εξαπατούσαν το ελληνικό Δημόσιο και τον Έλληνα φορολογούμενο, στήνοντας συστηματικά διαγωνισμούς δημοσίων έργων και μοιράζοντας παράνομα τα έργα μεταξύ τους με εικονικούς διαγωνισμούς. Τα στοιχεία ήταν τόσο συντριπτικά εναντίον τους, ώστε οι εταιρείες παραδέχθηκαν τις κατηγορίες για να τους επιβληθεί χαμηλότερο πρόστιμο, σύμφωνα με την σχετική νομοθεσία της Ε.Ε.

Σε μια ευνομούμενη χώρα οι διευθύνοντες τις εταιρείες αυτές θα είχαν ήδη παραπεμφθεί σε ποινικές δίκες για απάτες και θα είχαν εκπέσει των διευθυντικών τους θέσεων. Σε εμάς, το πρόστιμο της Επιτροπής Ανταγωνισμού πέρασε στα ψιλά των εφημερίδων και των καναλιών, ενώ τα διοικητικά στελέχη δεν υπέστησαν καμία συνέπεια, ούτε από το κράτος ούτε και από τους μετόχους τους. Δε θέλω να σχολιάσω εδώ την πιθανή ευθύνη πολιτικών προσώπων.

Τι μας λέει αυτό το επεισόδιο; Μας λέει ότι, δυστυχώς, οι μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες στην Ελλάδα έχουν χάσει την έξωθεν καλή μαρτυρία. Δεν έχουν στο εσωτερικό τους ελεγκτικούς μηχανισμούς που να τιμωρούν την απάτη ή την παρανομία των στελεχών τους. Μπορούμε εύλογα να περιμένουμε από αυτές το χειρότερο. Όπως στο παρελθόν αυτές οι εταιρείες έχουν αδιαφορήσει για το δίκαιο του ανταγωνισμού και τις υποχρεώσεις τους έναντι του Έλληνα φορολογούμενου, έτσι και τώρα είναι πιθανό να αδιαφορήσουν για το δικαίωμά σου στην ενημέρωση, το δικαίωμά σου στην πολιτική συμμετοχή ή στο δικαίωμά σου στο καθαρό και βιώσιμο περιβάλλον.

Αυτό είναι για μένα το σημαντικότερο μήνυμα. Δεν ξέρουμε ποιος πλήρωσε για την έρευνα της Prorata ή για τη διακίνηση του δελτίου Τύπου. Όμως, μεγάλες και πολύ ισχυρές κατασκευαστικές εταιρείες έχουν επενδύσει στην κατασκευή τεράστιων ενεργειακών εγκαταστάσεων στην Πελοπόννησο, παρά το γεγονός ότι όλη η περιοχή είναι ενεργειακά κορεσμένη, παρά το γεγονός ότι η πράσινη μετάβαση δε θα ωφεληθεί από τα περιττά αυτά έργα, και παρά την αντίθετη περιβαλλοντική νομοθεσία, που προστατεύει τόσο τους αρχαιολογικούς χώρους όσο και τις περιοχές ΝATURA και τα πολύτιμα τοπία. Ελπίζω ότι οι πολίτες της Πελοποννήσου θα κατανοήσουν τους κινδύνους αυτούς και θα πράξουν ανάλογα.

Του Παύλου Ελευθεριάδη

*Ο κ. Παύλος Ελευθεριάδης είναι δικηγόρος στο Λονδίνο και μέλος της περιβαλλοντικής ομάδας “Σώστε τα Βουνά της Μάνης – Save Mani’s Mountains”