Η Καλαμάτα κάνει ακόμη ένα βήμα προς την ιδιωτικοποίηση βασικών της υποδομών. Η Δημοτική Αρχή προχώρησε στη δημοπράτηση της εκμίσθωσης των δύο μεγαλύτερων υπαίθριων χώρων στάθμευσης της πόλης, με τον ιδιώτη να έχει τον πλήρη έλεγχο της λειτουργίας, με 24ωρη χρέωση, επτά ημέρες την εβδομάδα, χωρίς καμία δωρεάν περίοδο, ούτε τις νύχτες, ούτε τα Σαββατοκύριακα, ούτε τις αργίες! Μάλιστα, στο διαγωνισμό υπήρξε μόνο μία προσφορά, ελάχιστα πάνω από την τιμή εκκίνησης.
Η ιδιωτικοποίηση έρχεται σε μια συγκυρία που η στάθμευση στο κέντρο έχει γίνει δυσεύρετη, εξαιτίας των πρόσφατων αναπλάσεων που μείωσαν τις ελεύθερες θέσεις. Αντί για ένα συνολικό σχεδιασμό που να ενσωματώνει τη στάθμευση ως κομμάτι της αστικής κινητικότητας, με δημόσια ευθύνη και κοινωνικά κριτήρια, η Δημοτική Αρχή επιλέγει τη λογική της εκχώρησης. Καμία μέριμνα για μόνιμους κατοίκους, εργαζομένους, χαμηλοσυνταξιούχους ή ΑμεΑ. Καμία κοινωνική διαφοροποίηση. Μόνο η αγορά.
Η επιλογή αυτή συνιστά υποχώρηση του Δήμου από το ρόλο του ως φορέα εξυπηρέτησης του δημότη. Μετατρέπει την ανάγκη για πρόσβαση στην πόλη σε χώρο κερδοφορίας. Κι αυτό γίνεται σιωπηρά, χωρίς διαβούλευση, χωρίς ενημέρωση, χωρίς κοινωνική λογοδοσία. Ο Δήμος δε συζητά πια τι έχει ανάγκη η πόλη. Απλώς εκχωρεί.
Ωστόσο, η στάθμευση αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για τη λειτουργία του κέντρου, για την οικονομική ζωή, για την καθημερινότητα των κατοίκων. Όταν γίνεται αντικείμενο ιδιωτικής εκμετάλλευσης, περιορίζεται η προσβασιμότητα, ιδιαίτερα για όσους δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώνουν συστηματικά. Μια πόλη δεν μπορεί να λειτουργεί με το πορτοφόλι ως μοναδικό κριτήριο συμμετοχής. Η Καλαμάτα έχει πλέον επιλέξει να τιμολογεί τη δημόσια περιουσία. Και το κάνει, ενώ υπάρχουν εναλλακτικά παραδείγματα.
Στα Τρίκαλα, η διαχείριση της στάθμευσης γίνεται από το Δήμο, με έξυπνα ψηφιακά συστήματα, εφαρμογή κινητού και πλήρη διαφάνεια στα έσοδα. Υπάρχουν ρυθμίσεις για μόνιμους κατοίκους, ειδικές κατηγορίες πολιτών, αλλά και ισορροπία ανάμεσα στη χρέωση και την εξυπηρέτηση. Το σύστημα λειτουργεί προς όφελος της πόλης, χωρίς μεσάζοντες και χωρίς παραχωρήσεις.
Αντίστοιχα η Πάτρα επιλέγει να κρατήσει τη λειτουργία της στάθμευσης υπό δημοτικό έλεγχο. Οι τιμές είναι προσαρμοσμένες στις τοπικές ανάγκες, υπάρχει μέριμνα για κατοίκους του κέντρου και η πολιτική του Δήμου βασίζεται στη λογική ότι ο δημόσιος χώρος δεν είναι προς πώληση. Ούτε ο δρόμος, ούτε το πεζοδρόμιο, ούτε το παρκόμετρο. Σε άλλες πόλεις, όπως η Θεσσαλονίκη, έχει δημιουργηθεί δημοτική εταιρεία διαχείρισης στάθμευσης. Η ΘΕΠΑΝ διαχειρίζεται χιλιάδες θέσεις, συλλέγει τα έσοδα, τα επενδύει στην πόλη και διατηρεί το δημόσιο χαρακτήρα. Παρά τις δυσκολίες, το βασικό μοντέλο δείχνει έναν άλλον δρόμο: το δρόμο της ευθύνης και του σχεδιασμού.
Η Καλαμάτα, όμως, ακολουθεί τον αντίθετο δρόμο. Μετά την ανάπλαση που μείωσε τις θέσεις στάθμευσης, παραχωρεί τα τελευταία εναπομείναντα σημεία σε ιδιώτη. Δημιουργεί πρώτα την κρίση και έπειτα εμπορεύεται τη λύση. Δεν ενισχύει τα μέσα μαζικής μεταφοράς, δεν προωθεί την ποδηλασία με ουσιαστικό τρόπο, δεν οργανώνει δημόσιο σύστημα μετακίνησης. Απλώς εφαρμόζει την πεπατημένη του «ο χρήστης πληρώνει».
Το ζήτημα των πάρκινγκ είναι μόνο η αρχή. Αν καθιερωθεί ως μοντέλο, μπορεί να επεκταθεί και σε άλλες υπηρεσίες. Η λογική της παραχώρησης δε σταματά ποτέ από μόνη της. Απαιτεί πολιτικό αντίλογο και κοινωνική παρέμβαση για να ανακοπεί. Αλλιώς, ό,τι ανήκει σε όλους, σιγά σιγά γίνεται ιδιοκτησία λίγων.
Ως Νέα Αριστερά επισημαίνουμε ότι απέναντι σε αυτή την πορεία, χρειάζεται ένα νέο υπόδειγμα. Ένα μοντέλο που να βλέπει τη στάθμευση ως τμήμα της συνολικής αστικής πολιτικής, και όχι ως έσοδο για το Δήμο ή κερδοφορία για τον ιδιώτη. Χρειάζεται στρατηγική για τη βιώσιμη μετακίνηση, αναβάθμιση της δημοτικής συγκοινωνίας, φθηνές και εύκολα προσβάσιμες λύσεις για όλους. Και πάνω απ’ όλα, χρειάζεται διαφάνεια.
Ο δημόσιος χώρος πρέπει να προστατεύεται και να εξυπηρετεί τους δημότες και όχι οικονομικά συμφέροντα εταιρειών και μικροπολιτικούς – ψηφοθηρικούς σκοπούς. Η πόλη δεν είναι απλώς ο χώρος που κινούμαστε. Είναι το πώς ζούμε, πώς συναντιόμαστε, πώς ανήκουμε. Αν τα πάντα ρυθμίζονται με βάση την αγοραστική δυνατότητα, τότε η πόλη παύει να είναι κοινός τόπος. Και γίνεται εμπορική ζώνη.
ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ